Χιλιάδες χρόνια πριν, με την εσωτερική τους όραση, μάντεις και ποιητές αντιλήφθηκαν ότι η Γη ήταν αισθαντική και ότι η αντιληπτικότητά της μπορούσε να επιδράσει στην αντιληπτικότητα των ανθρώπων.
Αστέρες μέν αμφί κάλαν σελάνναν Άψ απυκρύπτοισι φάεννον είδος, Όπποτα πλήθοισα μάλιστα λάμη γαν επί παίσαν αργυρέα…. |
Τα αστέρια αλήθεια γύρω από την ωραία σελήνη, αμέσως αποκρύπτουν την φωτεινή τους μορφή, όταν μάλιστα η πανσέληνος, λάμπει αργυρόχρωμη σε ολόκληρη την γη. |
Όταν διαβάζουμε κάποιο ποίημα, ο εσωτερικός μας διάλογος σταματά, αφήνοντας την εσωτερική μας σιωπή να κερδίσει έδαφος. Και ο συνδυασμός τού ποιήματος και τής σιωπής δημιουργεί μια έντονη δόνηση στην ψυχή.
Η Πανσέληνος τής 8ης Απριλίου 2020, μοναδική παρουσία στην νυχτερινή σιωπή. Το υπόλοιπο τοπίο γίνεται θαμπό. Το βλέμμα κατευθύνεται ψηλά στον ουρανό ατενίζοντας το σεληνόφως και γίνεται ένα ασυνείδητο κομμάτι της φύσης. (1)
Η Σελήνη λες κι ήλθε πιο κοντά μας, πιο κοντά στην γη, για να μας ψιθυρίσει στον καθένα:
Με βλέπετε; Πλησιάζω για να σας θυμίσω την ύπαρξή μου γιατί την έχετε ξεχάσει. Έχετε ξεχάσει ότι είμαι η Bασίλισσα της Νύχτας και η Αιώνια Κυνηγός και μάλιστα ανελέητη κυνηγός. Με τον ορθολογισμό σας, τον μηδενισμό σας, με την εργαλειοποίηση των αδελφών μου Ουράνιων Σωμάτων, ξεχάσατε ότι κοσμούμε τον «κόσμο», ότι κινούμαστε σε ένα Σύμπαν με τους ρυθμούς του αέναου Χρόνου.
Τώρα ήλθε η ώρα να σιωπήσετε. Ήλθε η ώρα να κάνετε το δικό σας χρονικό άλμα προς τα εμπρός! Θα το κάνετε; Ποιόν απ’ τους δύο δρόμους θα διαλέξετε; Ξεχάσατε όχι μόνον ότι είστε παιδιά του Ηρακλή, αλλά ξεχάσατε και ποιο ήταν το δίλημμα πριν ξεκινήσει τους άθλους που τον έκαναν Αστερισμό.
Έπρεπε να διαλέξει τον έναν από τους δύο δρόμους. Τον δρόμο της αρετής ή της κακίας.
Σ’ αυτόν τον κόσμο της πόλωσης και των αντιθέτων κάποιος δρόμος μας γνέφει. Και μας γνέφει ανάλογα με το ποιοι είμαστε και πως ανταποκρινόμαστε, πως απαντούμε.
Με τι έχετε περισσότερο «Εκλεκτική Συγγένεια»; Με ποιο χαρακτηριστικό από τα ζευγάρια των αντιθέτων;
Σας έχει πει ο Εμπεδοκλής στο κοσμολογικό ποίημά του «Για την Φύση»:
«Διπλές μοίρες και δαίμονες/φύλακες μας παραλαμβάνουν και μας καθοδηγούν μόλις γεννηθούμε.
Να η Χθόνια, κι η μακρόθωρη μαζί της Ηλιομμάτα
Κι η Μάχη η αιματόβαφη με την σεμνή Αρμονία,
Κι η Μόρφω με την Άσκημη, κι η Γόργη με την Άργη,
Κι η Αλήθεια η πρόσχαρη με την μαυρόκαρπη Ασάφεια».
Αφού λοιπόν η γέννησή σας έχει λάβει ανάμικτα σπέρματα από κάθε ένα από αυτά τα πάθη και γι’ αυτό έχει πολλήν ανωμαλία (sic), ποθεί μεν ο λογικός τα καλά, περιμένει όμως και τα κακά και τα υφίσταται και τα δύο, αφαιρώντας την υπερβολή. (2)
Ο Καρνεάδης (213-129 π.Χ) υποδείκνυε ότι σε μεγάλα γεγονότα, ο κύριος και ο μόνος παράγων της λύπης είναι το Απροσδόκητο. (3) Ένας κόσμος μέχρι τώρα μικρός, φαντάζει ξαφνικά πελώριος, άγνωστος και μόνος.
Σε συνθήκες έλλειψης εντυπώσεων (λόγω καραντίνας από τον Covid-19 ), σε συνθήκες απομόνωσης και κοινωνικής απόστασης, σε συνθήκες σιωπής και οριακής υπομονής, γράφονται αυτές οι αράδες.
Η Σελήνη συνεχίζει να κουβεντιάζει :
Στα γυρίσματα της τύχης λοιπόν να είσαστε ατάραχοι ως προς το μέλλον και θαρραλέοι. Να σας θυμίσω τον θεϊκό Σωκράτη όταν είπε προς τους κατηγόρους του ότι αυτοί (ο Άνυτος και ο Μέλητος) μπορούν να τον θανατώσουν, αλλά να τον βλάψουν δεν μπορούν. Και πράγματι μπορεί η τύχη να βαρύνει κάποιον με ασθένεια, να του αφαιρέσει χρήματα, να τον συκοφαντήσει, δεν μπορεί όμως να μετατρέψει τον καλόν, τον ανδρείο και τον μεγαλόψυχο σε δειλό, αγενή, ποταπό και φθονερό, ούτε να του χαλάσει την διάθεση. Σας λέω λοιπόν ότι επιφέρει μεγαλύτερη στενοχώρια, ατονία και αποχαύνωση, το να παραμένει η ψυχή γύρω από τα εύκολα και τα ευχάριστα, απομακρυσμένη από τα ανεπιθύμητα. Εξ’ άλλου τι μάθατε από τις εποχές που η ζωή ήταν εύκολη;
« Αγνοείτε πόσο άλυποι θα είστε όταν αντιμετωπίζετε την τύχη με ανοιχτά τα μάτια και να μην φαντάζεστε απαλά και μαλακά γεγονότα μόνον αλλά όσο ζείτε να μην λέτε : «Τούτο δεν θα το πάθω» αλλά καλύτερα να λέτε: «Τούτο δεν θα το πράξω, δεν θα πω ψέμματα, δεν θα επιβουλευτώ κάποιον, δεν θα απατήσω κάποιον, για να έχετε ψυχική γαλήνη». (2)
Θάνατος, ο Μέγας Δάσκαλος της Ζωής
«….. ο θάνατος είναι ο μόνος εχθρός που έχουμε;» ρωτάει ο Καστανέντα τον Δον Χουάν (τον μέντορά του). «Όχι», του απαντάει εκείνος. «Ο θάνατος δεν είναι εχθρός, αν κι έτσι μοιάζει. Ο θάνατος δεν είναι η καταστροφή μας αν κι έτσι νομίζουμε. Οι μάντεις λένε ότι ο θάνατος είναι η πρόκλησή μας. Γεννιόμαστε για ν’ αντιμετωπίζουμε αυτή την πρόκληση. Η ζωή είναι ο τρόπος με τον οποίο μας προκαλεί ο θάνατος, ο θάνατος είναι η ενεργή δύναμη. Η ζωή είναι η πίστα. Και σ’ αυτή την πίστα συναντώνται μόνο δυό αντίπαλοι κάθε φορά: ο καθένας από εμάς κι ο θάνατος».
Δεν είναι οι ανθρώπινες υπάρξεις αυτές που προκαλούν ο ένας τον άλλον; ρωτάει ο Καστανέντα..
«Καθόλου», αντιγύρισε ο Δον Χουάν. «Εμείς είμαστε παθητικοί, σκέψου το λίγο. Αν κινούμαστε είναι μόνο γιατί αισθανόμαστε την πίεση του θανάτου. Ο θάνατος καθορίζει το ρυθμό των πράξεων και των συναισθημάτων μας και μας σπρώχνει αδιάκοπα μέχρι που μας σπάζει και κερδίζει το γύρο ή αλλιώς ανακηρυσσόμαστε νικητές, πέρα από κάθε πρόγνωση, και νικάμε το θάνατο.
«….αυτό σημαίνει ότι γινόμαστε αθάνατοι;» συνεχίζει τις ερωτήσεις του ο Καστανέντα.
«Όχι, καθόλου», απαντά ο Δον Χουάν στον μαθητή του . «Ο θάνατος παύει να μας προκαλεί, αυτό είναι όλο» (4).
Η γνώση του επερχόμενου κι αναπόφευκτου τέλους μας είναι εκείνο που μας δίνει σύνεση. Το μεγάλο λάθος μας σαν άνθρωποι είναι να επιθυμούμε την αθανασία. Είναι σαν να πιστεύουμε ότι με το να μη σκεφτόμαστε το θάνατο, προστατευόμαστε κιόλας απ’ αυτόν. Χωρίς όμως μια σαφή άποψη του θανάτου, δεν υπάρχει ούτε τάξη ούτε σύνεση ούτε ομορφιά η οποία προκύπτει από την ταπεινότητα και την επίγνωση ότι τίποτε δεν είναι δεδομένο. Αυτή η κατάσταση που ζούμε (ο covid-19) ενεργεί σαν μετασχηματιστής. Αλλάζει τον τρόπο που φαίνονται τα πράγματα και το πως λειτουργούμε. Είναι σαν την εποχή των Παγετώνων. Όσο περισσότερο αντιστεκόμαστε, τόσο πιο μεγάλο θα είναι το ψύχος. Εξάλλου όπως ο χειμώνας δεν διαρκεί για πάντα έτσι δεν διαρκεί και η κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. Χρειάζεται ωστόσο καιρός για να επέλθουν οι ψυχικές αλλαγές με τις όποιες μακροχρόνιες προοπτικές.
Ο C.G. Jung γράφει στον «Ανεξερεύνητο Εαυτό», : « Οι θρησκευόμενοι είναι εξοικειωμένοι με την πιθανότητα ύπαρξης μιας ψυχικής αυθεντίας άλλης, πέρα από το εγώ τους. Οι θρησκευόμενοι είναι εξοικειωμένοι με την σκέψη πως δεν είναι οι μόνοι αφέντες του «οίκου τους». Πιστεύουν ότι την τελική απόφαση για τα πάντα την παίρνει ο Θεός και όχι αυτοί οι ίδιοι. Εμείς θα αφήναμε την οποιαδήποτε απόφαση στην θέληση τού Θεού; Πόσοι από εμάς δεν θα αισθανόμασταν αμηχανία αν έπρεπε να ομολογήσουμε μέχρι ποιού σημείου η κάθε απόφαση παίρνεται από εμάς ή από τον ίδιο τον Θεό; Όσο περισσότερη δύναμη αποκτά ο άνθρωπος πάνω στην φύση, τόσο η γνώση και η ικανότητά του μεταφέρονται στο κεφάλι του και περιφρονεί το φυσικό, το συμπτωματικό και το μη αιτιολογημένο».
Ενώ πριν ο άνθρωπος προσπαθούσε να «κάνει» κάποια γεγονότα να συμβούν, τώρα έχει περάσει σε μια αποδοχή των όποιων γεγονότων συμβαίνουν, σε μια αποδοχή των όποιων συναισθημάτων νιώθει. Η αίσθηση τώρα είναι ρευστότητα.
Πηγές:
1. Η ροζ Σελήνη (Στις 21:08 ώρα Ελλάδας η Σελήνη έφτασε στο κοντινότερο σημείο με τη γη, σε απόσταση 356.907 χιλιομέτρων). http://www.mixanitouxronou.gr/roz-panselinos-i-megalyteri-selini-toy-etoys-tha-emfanistei-apopse-ti-ora-ellados-to-feggari-tha-vrisketai-pio-konta-sti-gi/
2. Πλούταρχος (Περί Ευθυμίας) Ι. Σταματάκου, Σπ. Φίλιππα, Εκδόσεις Πάπυρος, 1938
3. Οι επτά Σοφοί . Εισαγωγή-μετάφραση-σχόλια. Δ. Λυπουρλής. Εκδόσεις Ζήτρος, 2004.
4. Carlos Castaneda. Η δύναμη της σιωπής. Εκδόσεις Κάκτος, 1988.
5. C.G.Jung. O ανεξερεύνητος Εαυτός. Εκδόσεις Ιάμβλιχος, 1988.