Η νύχτα είχε πέσει απαλά πάνω από την Πάτρα, καλύπτοντας τη μαρίνα με ένα πέπλο γαλήνης. Η Θεανώ περπατούσε δίπλα στη φίλη της, τη Μαρία, ακολουθώντας τον ρυθμό των κυμάτων που χτυπούσαν απαλά την ακτή. Η Μαρία μιλούσε αδιάκοπα, αλλά η Θεανώ ήταν χαμένη στις σκέψεις της. Στα 55 της χρόνια, είχε μάθει να εκτιμά τις στιγμές ησυχίας, τις μικρές χαρές της ζωής, αλλά δεν μπορούσε να αγνοήσει την αίσθηση του κενού που τη συντρόφευε.
Η ζωή της ήταν γεμάτη από επιτυχίες. Ως φαρμακοποιός με δική της επιχείρηση, είχε χτίσει μια άνετη ζωή, γεμάτη ασφάλεια και σταθερότητα. Αλλά η μοναξιά της ήταν κάτι που δεν μπορούσε να αγνοήσει πια. Είχε χωρίσει εδώ και χρόνια, και ενώ είχε καταφέρει να προχωρήσει, η καρδιά της παρέμενε κλειστή σε νέα συναισθήματα.
Και τότε, εκείνος εμφανίστηκε. Ένα βλέμμα, μόνο ένα, ήταν αρκετό για να αναστατώσει την ψυχή της. Ο Πέτρος, ο καπετάνιος, ήταν ένα κλασικό παράδειγμα άνδρα που δεν περνούσε απαρατήρητος. Ψηλός, με δυνατή παρουσία και έναν αέρα μυστηρίου, τραβούσε τα βλέμματα όλων των γυναικών. Αλλά εκείνο το βράδυ, η ματιά του ήταν καθηλωμένη πάνω στη Θεανώ.
Καθώς περνούσαν μπροστά από το πολυτελές σκάφος του, εκείνος δεν δίστασε να τις προσκαλέσει μέσα για μια περιήγηση. Η Μαρία, πιο αυθόρμητη και ανεπιτήδευτη, δέχτηκε με ενθουσιασμό, αλλά η Θεανώ, αν και φαινόταν διστακτική, συμφώνησε μόνο για να μη χαλάσει την παρέα.
Η στιγμή που πάτησε το πόδι της στο σκάφος, ήταν σαν να εισήλθε σε έναν άλλο κόσμο. Η πολυτέλεια και η κομψότητα του σκάφους ήταν μόνο η αρχή. Ο Πέτρος, με την αυτοπεποίθηση που χαρακτήριζε κάθε του κίνηση, τους ξενάγησε στους χώρους, αποκαλύπτοντας τον κόσμο του, ένα κόσμο γεμάτο θαλασσινούς ορίζοντες και περιπέτεια.
Αλλά η Θεανώ δεν μπορούσε να αγνοήσει τον τρόπο που την κοίταζε. Ήταν σαν να την έβλεπε πέρα από την εξωτερική της εικόνα, σαν να διέκρινε κάτι βαθύτερο μέσα της. Η καρδιά της χτυπούσε πιο γρήγορα, αλλά η λογική της την κρατούσε πίσω. “Είναι πολύ νέος,” σκέφτηκε. “Τι μπορεί να θέλει από μια γυναίκα σαν εμένα;“
Μετά την περιήγηση, οι δύο γυναίκες αποχαιρέτησαν τον Πέτρο και απομακρύνθηκαν από το σκάφος. Αλλά η σκέψη του παρέμενε στο μυαλό της Θεανώς. Δεν μπορούσε να βγάλει από το μυαλό της εκείνο το βλέμμα, την αίσθηση ότι είχε βρει κάποιον που θα μπορούσε να καταλάβει την ψυχή της.
Μια απρόσμενη επικοινωνία
Οι μέρες πέρασαν και η Θεανώ προσπάθησε να ξεχάσει τη συνάντησή της με τον Πέτρο. Ωστόσο, μια μέρα, καθώς περιπλανιόταν στο διαδίκτυο, ένα μήνυμα εμφανίστηκε στο inbox της. Ήταν από τον Πέτρο. Το μήνυμά του ήταν απλό, αλλά γεμάτο σημασία: “Χαίρε Θεανώ. Ελπίζω να σε βρίσκω καλά. Μήπως θα ήθελες να τα πούμε ξανά από κοντά;“
Η καρδιά της χτύπησε δυνατά. Δεν ήταν έτοιμη για κάτι τέτοιο, αλλά ταυτόχρονα η περιέργειά της την ώθησε να του απαντήσει. “Γεια σου Πέτρο,” έγραψε. “Δεν ξέρω αν είναι καλή ιδέα, αλλά… ίσως.“
Οι μέρες που ακολούθησαν ήταν γεμάτες αναμονή και αβεβαιότητα. Η Θεανώ δεν ήξερε τι να περιμένει από αυτή την πρόσκληση. Ο Πέτρος της έστελνε μηνύματα κάθε μέρα, μιλούσαν για τη ζωή τους, τις σκέψεις τους, τα όνειρά τους. Ήταν σαν να είχαν βρει ο ένας τον άλλο σε ένα επίπεδο που δεν είχε ζήσει ποτέ πριν.
Το πάθος άρχισε να μεγαλώνει μέσα της, αλλά η ηλικιακή διαφορά συνέχιζε να την κρατά πίσω. Ήξερε ότι ήταν παράλογο, αλλά δεν μπορούσε να αγνοήσει το γεγονός ότι ήταν 19 χρόνια μεγαλύτερη από εκείνον. Και όμως, ο Πέτρος έμοιαζε να μην ενδιαφέρεται καθόλου για την ηλικία της.
Μια βραδιά που τα αλλάζει όλα
Ένα βράδυ, μετά από πολλές συνομιλίες και μηνύματα, ο Πέτρος την κάλεσε στη μαρίνα. “Θέλω να σε δω ξανά,” της είπε. Η Θεανώ ήξερε ότι δεν μπορούσε να αντισταθεί άλλο. Κάτι μέσα της την ωθούσε να τον συναντήσει, να αφήσει πίσω τους φόβους και τις ανασφάλειες.
Καθώς πλησίαζε το σκάφος, η Θεανώ ένιωσε την καρδιά της να χτυπά δυνατά. Ο Πέτρος την περίμενε στο κατάστρωμα, με ένα ποτήρι κρασί στο χέρι. Όταν την είδε, χαμογέλασε και την υποδέχτηκε με την αυτοπεποίθηση που την είχε γοητεύσει από την πρώτη στιγμή.
Η βραδιά πέρασε γρήγορα, με τους δύο να μιλούν για ώρες, να γελούν και να απολαμβάνουν την παρουσία ο ένας του άλλου. Κάθε λέξη, κάθε κίνηση του Πέτρου την έκανε να νιώθει ξανά ζωντανή, να νιώθει επιθυμητή.
Και τότε, συνέβη το αναπόφευκτο. Ο Πέτρος την πλησίασε, την κοίταξε βαθιά στα μάτια και τη φίλησε. Ήταν ένα φιλί γεμάτο πάθος, γεμάτο συναίσθημα. Η Θεανώ ένιωσε το σώμα της να ανταποκρίνεται με έναν τρόπο που είχε χρόνια να νιώσει. Οι άμυνές της κατέρρευσαν και παραδόθηκε στα συναισθήματά της.
Η νύχτα συνέχισε με τον ίδιο ρυθμό, οι δυο τους χαμένοι στην αίσθηση του ενός για τον άλλο. Ο Πέτρος την αγκάλιασε με τέτοια δύναμη και τρυφερότητα, που η Θεανώ ένιωσε να λιώνει στα χέρια του. Οι φόβοι της, οι αμφιβολίες της, όλα έσβησαν μέσα στη ζέστη αυτής της βραδιάς.
Μετά την καταιγίδα
Η επόμενη μέρα βρήκε τη Θεανώ σε ένα συναισθηματικό χάος. Ήταν ευτυχισμένη, αλλά ταυτόχρονα φοβόταν. Ήξερε ότι αυτή η σχέση ήταν απροσδόκητη, ίσως και αδύνατη, αλλά δεν μπορούσε να αγνοήσει το πόσο έντονα ένιωθε για τον Πέτρο.
Εκείνος, από την άλλη, ήταν αποφασισμένος να τη διεκδικήσει. Της έγραψε ένα μήνυμα που έλεγε: “Δεν με ενδιαφέρει η ηλικία, οι δυσκολίες ή το τι θα πουν οι άλλοι. Θέλω μόνο εσένα.” Η Θεανώ ένιωσε να πλημμυρίζει από συναισθήματα. Ήξερε ότι αυτός ο άνδρας είχε αλλάξει τη ζωή της για πάντα.
Αγωνία και απόφαση
Οι εβδομάδες που ακολούθησαν ήταν γεμάτες ένταση και πάθος. Η Θεανώ ζούσε μια δεύτερη νεότητα, μια αναγέννηση της ψυχής της. Αλλά ήξερε ότι αργά ή γρήγορα θα έπρεπε να πάρει μια απόφαση. Θα άφηνε τον εαυτό της να παρασυρθεί από αυτή την παράξενη και επικίνδυνη αγάπη, ή θα έπρεπε να σταματήσει πριν να είναι πολύ αργά;
Η αγωνία της μεγάλωνε κάθε μέρα. Ο Πέτρος ήταν έτοιμος να την ακολουθήσει οπουδήποτε, αλλά η Θεανώ φοβόταν τις συνέπειες. Οι σκέψεις της ήταν ένας κυκεώνας συναισθημάτων, μια πάλη ανάμεσα στην καρδιά και τη λογική.
Και τότε, μια νύχτα, ενώ στεκόταν μπροστά στον καθρέφτη της, κοίταξε τον εαυτό της βαθιά στα μάτια. Ήξερε ότι η απόφαση που θα έπαιρνε θα καθόριζε το υπόλοιπο της ζωής της. Ήταν έτοιμη να πάρει το ρίσκο, να ζήσει μια ζωή γεμάτη πάθος και ανατροπές, ή θα έπρεπε να προστατεύσει την καρδιά της από τον κίνδυνο;
Η Θεανώ πήρε μια βαθιά ανάσα και άνοιξε το τηλέφωνό της. Το χέρι της τρέμοντας, πληκτρολόγησε ένα μήνυμα στον Πέτρο. “Θέλω να σε δω,” του έγραψε. Η απάντηση ήρθε σχεδόν αμέσως: “Σε περιμένω.”
Η Θεανώ ήξερε ότι αυτό το ραντεβού θα ήταν καθοριστικό. Θα έπρεπε να αντιμετωπίσει τους φόβους της, να αγκαλιάσει τον έρωτά της για τον Πέτρο και να ζήσει τη ζωή που πραγματικά ήθελε. Η καρδιά της ήταν γεμάτη αγωνία, αλλά ταυτόχρονα γεμάτη ελπίδα.
Η νύχτα που θα ακολουθούσε θα ήταν η πιο σημαντική της ζωής της. Και ήταν έτοιμη να ζήσει την κάθε στιγμή της στο έπακρο.
Μυρτώ