Η ερώτηση μοιάζει εξωπραγματική, αλλά η απάντηση μπορεί να παρουσιάζει ενδιαφέρον. Η ΕΕ εισήγαγε το 2021 περίπου 160 δισ. κυβ. μέτρα (bcm) φυσικό αέριο από τη Ρωσία (το 40% της συνολικής κατανάλωσής της).
Η ερώτηση λοιπόν είναι, αν μπορεί η Ελλάδα να τροφοδοτήσει την ΕΕ με περίπου 30-35bcm. Οι σκέψεις που ακολουθούν, πρέπει αναγκαστικά να συνοδεύονται από κάποιους βαρετούς, αλλά απαραίτητους, αριθμούς, καθώς και από κάποιες αφαιρετικές προσεγγίσεις σε καθαρά τεχνικά θέματα.
Η εθνική «νίκη» το 2013 με τη διέλευση του αγωγού ΤΑP από την Ελλάδα και όχι από Βουλγαρία όπως κάποιοι επεδίωκαν, μας δίνει σήμερα τη δυνατότητα να έχουμε έναν πλήρως λειτουργούντα αγωγό, που με μια αναβάθμιση σε compressors, μπορεί από το Αζερμπαϊτζάν να τροφοδοτήσει με 20 bcm την ΕΕ, μέσω Ιταλίας.
Άλλα 20 bcm μπορεί να συνεισφέρει ο βάναυσα και ατεκμηρίωτα βαλλόμενος (για καθαρά οικονομικές σκοπιμότητες), αγωγός EastMed, από τα κοιτάσματα της Ανατολικής Μεσογείου (Ισραήλ, Κύπρος) και τα πλούσια ελληνικά νότια της Κρήτης, προς Ιταλία και ο οποίος αγωγός μπορεί να υλοποιηθεί μέσα σε τρία χρόνια.
Αν προσθέσουμε τα 5.5 bcm του FSRU Αλεξανδρούπολης και τη συνεργασία του με τον ελληνοβουλγαρικό αγωγό IGB, τη νέα μονάδα που έχει υποβληθεί στη ΡΑΕ για αδειοδότηση, τη μονάδα της MotorOil στην Κόρινθο και τη σχεδιαζόμενη της ELPEDISON στη Θεσσαλονίκη, έχουμε αθροιστικά άλλα 10-15 bcm από LNG, που μπορούν να υλοποιηθούν μέσα στην επόμενη τριετία και να τροφοδοτήσουν τα εξαιρετικά εξαρτημένα από τη Ρωσία, ανατολικά Βαλκάνια, έως και Ουγγαρία, ή ακόμα και Ουκρανία.
Με βάση τα παραπάνω, μήπως δεν είναι τόσο εξωπραγματική η ερώτηση αν η Ελλάδα μπορεί να αντικαταστήσει το 20% του ρωσικού φυσικού αερίου, που εισάγει η Ευρώπη;
Ταυτόχρονα, από τα εναπομένοντα περίπου 140 bcm, ένα μέρος μπορεί να εξευρεθεί από τις χώρες παραγωγούς LNG (ΗΠΑ, Κατάρ, Αλγερία, Αυστραλία), οι οποίες ήδη τροφοδοτούν με σημαντικές ποσότητες το ευρωπαϊκό ενεργειακό ισοζύγιο.
Η βασική υποδομή για υποδοχή αυτών των επιπλέον ποσοτήτων είναι σε μεγάλο βαθμό έτοιμη (απαιτούνται ασφαλώς αναβαθμίσεις κυρίως σε θέματα αντίστροφων ροών), δεδομένου ότι η ΕΕ-27 διαθέτει σήμερα υποδομές LNG για 1.890TWh/έτος, οι οποίες το 2021 αξιοποιήθηκαν μόνο κατά 39%, υποδεχόμενες μόλις 730TWh/έτος.
Σημειώνω ότι το κρίσιμο έτος 2021, όλοι οι ρωσικοί αγωγοί, που μπορούν συνολικά να συνεισφέρουν αέριο για 2.800TWh/έτος, τελικά συνεισέφεραν μόλις 1.550TWH/έτος, δηλ. το 55% της δυναμικότητάς τους. Αντίθετα, οι αγωγοί της Νορβηγίας συνεισέφεραν το 81% της δυναμικότητάς τους.
Ας δούμε τώρα τη μεγάλη εικόνα. Το ενεργειακό τοπίο στην Ευρώπη έχει ανατραπεί πλήρως μέσα σε μια βδομάδα. Η κατά 40% εξάρτηση της ΕΕ-27 από το ρωσικό φυσικό αέριο έχει αναδειχθεί σε βασικό αρνητικό στοιχείο στην προσπάθεια της Ένωσης για στρατηγική αυτονομία. Από την άλλη, η κατά 70% εξάρτηση των εξαγωγών φυσικού αερίου της Ρωσίας προς τις ευρωπαϊκές χώρες του ΟΟΣΑ, αναδεικνύει την εξάρτηση και της άλλης πλευράς, αυτής του «προμηθευτή» και όχι μόνο του «πελάτη».
Η ετερογονία των σκοπών λειτούργησε απολύτως στην εισβολή στην Ουκρανία με αποτέλεσμα, εκτός της πλήρους ακύρωσης του αγωγού Nord Stream II (με τη συνακόλουθη χρεωκοπία της εταιρίας του) και της μεγιστοποίησης εισαγωγών LNG από ΗΠΑ, Κατάρ, να διαμορφώνονται πλέον νέοι πυλώνες ενεργειακής στρατηγικής της ΕΕ, η οποία τα τελευταία χρόνια έδειχνε συμβιβασμένη με τη σημαντική ενεργειακή εξάρτηση από Ρωσία, ακόμα και όταν η ενδογενής παραγωγή της σε αέριο από 24% το 2015 μειωνόταν σε 9% το 2021.
Η ανάγκη διατύπωσης ενός νέου ενεργειακού δόγματος της ΕΕ, προσαρμοσμένου στις συνθήκες της περιόδου 2022-2030, είναι περισσότερο επιτακτική παρά ποτέ. Η συμφωνία για τη διαμόρφωση ενός Μηχανισμού – Ταμείου εξομάλυνσης τιμών/αλληλεγγύης Κρατών, σε περιπτώσεις εξωφρενικών αυξήσεων των τιμών φυσικού αερίου διατυπώθηκε για πρώτη φορά από την Ελλάδα το 2014, ως προεδρεύουσας χώρας της ΕΕ, με αφορμή την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία.
Η πρόταση αυτή επανέρχεται βελτιωμένη σήμερα και αποτελεί τη μοναδική ρεαλιστική απάντηση στο τρελό πανευρωπαϊκό ράλι των τιμών αερίου. Η θεσμική πρόβλεψη για ύπαρξη στρατηγικών αποθεμάτων φυσικού αερίου και ο ανασχεδιασμός του καθεστώτος διαχείρισης των 140 υπόγειων αποθηκών αερίου της ΕΕ, αποτελεί επίσης μια νέα βασική ευρωπαϊκή ενεργειακή επιλογή, αφού διαπιστώθηκε ότι για ακατανόητους (;;) λόγους, ενώ η συνήθης πλήρωση αποθηκών αρχές φθινοπώρου, ήταν περίπου 90%, αντίθετα, το φθινόπωρο 2021, παρά την αναμενόμενη έκρηξη ζήτησης αερίου λόγω ελέγχου της πανδημίας covid-19, η πλήρωση αυτή ήταν μόλις 55-60%, προκαλώντας επιπλέον ενεργειακή ανασφάλεια.
Το νέο ευρωπαϊκό ενεργειακό δόγμα δεν μπορεί παρά να στηρίζεται σε τρεις πυλώνες:
α) την ταχύτερη δυνατή πράσινη μετάβαση, με μεγιστοποίηση της συμμετοχής των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο ενεργειακό ισοζύγιο των κρατών – μελών, μαζί με τις συνακόλουθες επενδύσεις σε αποθήκευση, εξοικονόμηση ενέργειας και παραγωγή πράσινου υδρογόνου,
β) τη διασφάλιση ενεργειακής επάρκειας και ασφάλειας σε φυσικό αέριο, η ανάγκη για το οποίο, ως μεταβατικού καυσίμου προς το 2050, μπορεί να εκτιμάται ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο μειώνεται, αντίθετα σε διεθνές επίπεδο θα παραμείνει στα ίδια σημερινά επίπεδα των περίπου 4000 bcm έως και το 2050.
γ) την καταπολέμηση του φαινομένου της ενεργειακής φτώχειας, που πριν την κρίση έπληττε 54 εκατ. ευρωπαίους πολίτες, ενώ μετά τα πρόσφατα γεγονότα είναι βέβαιο ότι έχει ξεπεράσει τα 60 εκατ. πολίτες.
Η ενεργειακή και γεωπολιτική κρίση με τις τεκτονικές αλλαγές που συμβαίνουν σε όλα τα επίπεδα της οικονομίας, της εξωτερικής πολιτικής, της εθνικής άμυνας και της ενέργειας δημιουργεί ταυτόχρονα και σημαντικές ευκαιρίες ανάδειξης του σπουδαίου ενεργειακού και γεωστρατηγικού ρόλου που μπορεί να παίξει η Ελλάδα. Η κατά 70% αναβάθμιση της μονάδας LNG της Ρεβυθούσας που δρομολογήθηκε το 2012, ο αγωγός ΤΑΡ, η από το 2014 ωρίμανση του έργου της υπόγειας αποθήκης φυσικού αερίου στη νότια Καβάλα, η ένταξη του FSRU Αλεξανδρούπολης στα ευρωπαϊκά χρηματοδοτούμενα προγράμματα PCIs, η υλοποίηση του Ελληνοβουλγαρικού αγωγού IGB και η υπογραφή μνημονίου συνεργασίας Ελλάδας – Βουλγαρίας – Ρουμανίας από το 2014 για την επέκταση του αγωγού προς όλα τα Ανατολικά Βαλκάνια ως «Κάθετος διάδρομος» (Vertical Corridor), αποτελούν στοιχεία της εμπροσθοβαρούς εθνικής στρατηγικής στη νοτιοανατολική Ευρώπη.
Η στρατηγική συνεργασία της χώρας με το Ισραήλ, την Κύπρο και την Αίγυπτο, ο σχεδιασμός και η ένταξη στα χρηματοδοτούμενα ευρωπαϊκά προγράμματα του αγωγού EastMed και του καλωδίου EuroAsia Interconnector, που συμπλήρωσαν το 2013, την από το 2011 εθνική προσπάθεια ανάδειξης των σημαντικών ελληνικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου στο Ιόνιο και νότια της Κρήτης, έχουν διαμορφώσει σοβαρές συνθήκες ανάδειξης της Ελλάδας σε νέα ελπιδοφόρα πηγή τροφοδοσίας ολόκληρης της ΕΕ με φυσικό αέριο από μια νέα πηγή (ανατολική Μεσόγειος) μέσω μιας νέας όδευσης (προς Ιταλία). Ο σχεδιασμός αυτός συμπληρώνεται με την πρόσφατη απόφαση για υλοποίηση και δεύτερου νέου καλωδίου Αίγυπτος – Ελλάδα.
Από το 2014 η Ελλάδα βρίσκεται στη διεθνή κορυφή των χωρών που αξιοποιούν την πράσινη ενέργεια. Είμαστε η 6η καλύτερη χώρα στην κατά κεφαλήν παραγωγή φωτοβολταϊκής ενέργειας σε παγκόσμιο επίπεδο και η 7η καλύτερη ευρωπαϊκή χώρα στη συμμετοχή της αιολικής ενέργειας στην παραγωγή ηλεκτρισμού. Ταυτόχρονα, το 2014 το ελληνικό πρόγραμμα «Εξοικονομώ κατ’ Οίκον» και η ελληνική στρατηγική εξοικονόμησης ενέργειας αξιολογήθηκαν ως τα 2α καλύτερα της Ευρώπης. Στην ίδια φιλόδοξη κατεύθυνση κινείται σήμερα ο σχεδιασμός για το ελληνικό Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας RRF.
Μήπως τελικά μπορούμε να τα καταφέρουμε καλύτερα από ό,τι ακόμα και εμείς οι ίδιοι νομίζουμε;
* Καθ. Γιάννης Μανιάτης, πρ. Υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής (liberal.gr)