Η πανελλαδική απεργία που πραγματοποιήθηκε την Παρασκευή έστειλε ηχηρό μήνυμα αντίστασης, δύο χρόνια μετά το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη.
Χιλιάδες εργαζόμενοι, ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα των συνδικάτων και των φορέων, έκλεισαν χώρους δουλειάς και κατέκλυσαν τους δρόμους, απαιτώντας ασφαλείς μεταφορές, καλύτερες συνθήκες εργασίας και πραγματική λογοδοσία.
Στο Ναύπλιο, οι κινητοποιήσεις συνεχίζονται, με τα συνδικάτα να καλούν σε νέες δράσεις, επιμένοντας ότι η μάχη αυτή δεν τελείωσε.
Η ανακοίνωση του ΚΚΕ
«Σήμερα απεργώ»… Αυτή η φράση ακουγόταν την περασμένη Παρασκευή από χιλιάδες στόματα στις απεργιακές συγκεντρώσεις στην περιοχή μας και σε όλη τη χώρα. Η μεγάλη απεργία στα δυο χρόνια από το έγκλημα των Τεμπών, αποτελεί ελπιδοφόρο στοιχείο, με τους εργαζόμενους να ανταποκρίνονται μαζικά στο αγωνιστικό κάλεσμα των συνδικάτων και φορέων, και στο προσκλητήριο των συγγενών των θυμάτων.
Το «σήμερα απεργώ» αποτυπώθηκε στην πράξη στους χώρους δουλειάς, με ποσοστά συμμετοχής που προκάλεσαν πραγματικό «μπλακάουτ» σε κάθε κλάδο. Και όπως τελικά αποδείχθηκε, η απεργία αποτέλεσε αποφασιστικό παράγοντα για να στεφθούν με επιτυχία τα συλλαλητήρια. Με μαζικότητα, ζωντάνια, μαχητικότητα.
Προσέδωσε ταυτόχρονα στη μαύρη επέτειο χαρακτηριστικά διεκδίκησης, σύγκρουσης με τους πραγματικούς ενόχους, την πολιτική του κέρδους που γεμίζει τη ζωή των εργαζομένων με «κοιλάδες των Τεμπών».
Γι’ αυτό από την πρώτη μέρα επιστρατεύτηκαν οι πάντες για να αποτρέψουν τη μαζική συμμετοχή των εργαζομένων: Πρώτα και κύρια, αξιοποιήθηκαν οι αντεργατικοί νόμοι που δίνουν στην εργοδοσία τα όπλα για να καταστέλλει την απεργιακή κινητοποίηση, να εμποδίζει τη συνδικαλιστική δράση. Εκβιασμοί και απολύσεις εργαζομένων και συνδικαλιστών ήταν στην «ημερήσια διάταξη» όλες τις προηγούμενες βδομάδες, όμως έπεσαν στο κενό.
Επιστρατεύτηκαν βεβαίως και γνωστοί εργατοπατέρες των ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – ΣΥΡΙΖΑ, που σαν γνήσιοι υπονομευτές πολέμησαν λυσσαλέα την απεργία. Όταν όμως είδαν, ότι το απεργιακό κύμα δεν σταματά με τίποτα, επιχείρησαν να εκφυλίσουν το περιεχόμενό της, να μη συνδεθεί με τις διεκδικήσεις του λαού για ασφαλείς μεταφορές, για μέτρα ασφάλειας στους χώρους δουλειάς, για να μη ζουν σε κάθε βήμα τους το «πάμε κι όπου βγει». Επιδίωξαν να βγάλουν «άβρεχτη» την εργοδοσία, να προστατευτεί το καπιταλιστικό κέρδος από την οργή και την αγανάκτηση των εργαζομένων.
Αυτά τα παραμέρισαν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι με το «λουκέτο» που επέβαλαν σε μεγάλους ομίλους και της απόφασης να κατέβουν στους δρόμους για όλα όσα σμπαραλιάζουν τις ζωές τους: Τους χώρους δουλειάς – παγίδες θανάτου, τους μισθούς πείνας, τη μισοδουλειά – μισοζωή, την ακρίβεια, τις δομές – ρημαδιό σε Υγεία και Παιδεία κ.ο.κ.
Η ιστορική αυτή απεργιακή συμμετοχή αφήνει πολύτιμη παρακαταθήκη. Αφήνει χιλιάδες εργαζόμενους «ένα μπόι» πιο ψηλούς, αφού πολλοί ήταν εκείνοι που
έκαναν για πρώτη φορά το βήμα. Αφήνει σωματεία πιο ισχυρά στους χώρους δουλειάς και ταυτόχρονα ανεβάζει τον πήχη των απαιτήσεων για την οργάνωση της πάλης την «επόμενη μέρα».
Σήμερα, η σκυτάλη περνά στα νέα μεγάλα συλλαλητήρια που οργανώνουν τα συνδικάτα σε όλη τη χώρα αλλά και στο Ναύπλιο ως έναν ακόμα σταθμό κλιμάκωσης αυτού του μεγάλου αγώνα. Αυτός είναι ο δρόμος για να μεγαλώσει το ρεύμα αμφισβήτησης, να μετατραπεί η δυσπιστία σε οργανωμένη συλλογική διεκδίκηση, σε σύγκρουση με προοπτική την ανατροπή του σάπιου συστήματος, του κράτους και των θεσμών που το υπηρετούν και το θωρακίζουν.