home design 800x400

home design 1170Χ320

Επίτιμοι Δημότες Καλαμάτας Νίκος Χριστοδουλίδης και Γεώργιος Γ’

Στη Μεσσηνιακή πρωτεύουσα ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου.
Επίτιμοι Δημότες Καλαμάτας ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου

Σε ειδική τελετή που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 21 Δεκεμβρίου 2024 στο Μέγαρο Χορού Καλαμάτας ανακηρύχθηκαν Επίτιμοι Δημότες της Καλαμάτας, η Α.Ε. ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Νικόλαος Χριστοδουλίδης και η Α.Μ. ο Αρχιεπίσκοπος Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου κ. Γεώργιος Γ’, κατόπιν Αποφάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου. Την Κυβέρνηση εκπροσώπησε ο Υφυπουργός Εξωτερικών κ. Γεώργιος Κώτσηρας και τη Βουλή των Ελλήνων ο Βουλευτής κ. Μίλτος Χρυσομάλλης. 

Ανακήρυξη επίτιμου δημότη του Μητροπολίτη Κύπρου

Ο Δήμαρχος, Θανάσης Βασιλόπουλος, προσφωνώντας το Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο, ανέφερε τα εξής:

«Μακαριώτατε, Με αισθήματα τιμής και σεβασμού σας καλωσορίζουμε, στην Καλαμάτα.

Στην πρώτη απελευθερωθείσα πόλη από τον Οθωμανικό ζυγό στις 23 Μαρτίου 1821. Στη γη της Ελευθερίας, της Ανεξαρτησίας, της Δικαιοσύνης. Στην πόλη με την μακραίωνη ιστορία, την πλούσια παράδοση, τον λαμπρό Πολιτισμό, το ελπιδοφόρο μέλλον. Σας υποδεχόμαστε και σας ευχαριστούμε για τη θετική σας ανταπόκριση, να σας αποδώσουμε μία από τις υψηλότερες διακρίσεις που μπορεί να προσφέρει η πόλη μας, την ανακήρυξή σας ως Επίτιμου Δημότη Καλαμάτας.

Μακαριώτατε, Η πορεία σας ως Ιεράρχης έχει ανεξίτηλα χαραχθεί από την πνευματικότητα, την ταπεινότητα και την αγάπη για τον συνάνθρωπο. Η διακονία σας στην Εκκλησία της Κύπρου, από τη θέση του Επισκόπου και στη συνέχεια ως Αρχιεπισκόπου, αποτελεί φωτεινό παράδειγμα προσφοράς, ενότητας και θυσιαστικής αγάπης.

Σε μια εποχή γεμάτη προκλήσεις, τόσο για την Εκκλησία όσο και για τον Ελληνισμό, η ηγεσία σας και η φωνή σας αναδεικνύονται ως πυξίδα ελπίδας και πυλώνας σταθερότητας.

Η Κύπρος, η γη των Αγίων, των Μαρτύρων και των Ηρώων, αποτελεί κομμάτι της κοινής Ιστορίας και του Πολιτισμού μας Ο Κυπριακός Ελληνισμός και η Εκκλησία της Κύπρου έχουν προσφέρει τα μέγιστα στον κοινό μας αγώνα για Δικαιοσύνη, Ειρήνη και Ελευθερία.

Μακαριώτατε, Η απόφασή μας, να Σας ανακηρύξουμε Επίτιμο Δημότη Καλαμάτας, αποτελεί μία πράξη αναγνώρισης και σεβασμού στο πρόσωπό Σας, αλλά συνάμα και στην Εκκλησία της Κύπρου, που για αιώνες στηρίζει και καθοδηγεί τον λαό της, ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές της Ιστορίας.

Από σήμερα, η Καλαμάτα γίνεται και δική σας πόλη. Με ανοιχτή καρδιά, με εκτίμηση και αγάπη στο πρόσωπό Σας, με την ελπίδα η πόλη μας να αποτελεί στο εξής ένα τόπο φιλοξενίας και πνευματικής αναψυχής, ενδυναμώνοντας του ισχυρούς δεσμούς φιλίας που ενώνουν Ελλάδα και Κύπρο.

Μακαριώτατε, Η Καλαμάτα και οι κάτοικοί της σας ευγνωμονούν για την παρουσία Σας!»

Επίτιμοι Δημότες Καλαμάτας ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου

Αντιφώνηση του Αρχιεπίσκοπου Κύπρου

Η Α.Μ. ο Αρχιεπίσκοπος Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου κ. Γεώργιος Γ’, ανέφερε αντιφωνώντας, μετά από προσφώνηση του Δημάρχου:

«Ανέρχομαι, με βαθιά συγκίνηση, στο βήμα τούτο μετά την ανακήρυξή μου σε επίτιμο δημότη Καλαμάτας, για να εκφράσω τις ειλικρινείς μου ευχαριστίες για τη μεγάλη τιμή που μου αποδώσατε.

Αισθάνομαι ότι η τιμή αποδίδεται στον δισχιλιόχρονο θεσμό που εκπροσωπώ και που έχει άμεση σχέση με την επιβίωση του Ελληνισμού στην Κύπρο, την Αυτοκέφαλη, δηλαδή, Εκκλησία μας, που αναδείχτηκε πυξίδα του γένους, κέντρο στο οποίο συνέρχονται όλες οι σωστικές ακτίνες του Ελληνισμού. Ως άτομο δεν νιώθω να έχω προσφέρει κάτι το σημαντικό για να δικαιούμαι της ιδιαίτερης αυτής τιμής. Κάθε Αρχιεπίσκοπος Κύπρου, όμως, από τη θέση του, είναι πρωταγωνιστής σε όλους τους αγώνες του λαού για ελευθερία, προκοπή και ανάπτυξη. Σ’ αυτόν, λοιπόν, τον θεσμό, που είναι η εστία και του θρησκευτικού και του εθνικού φρονήματος του Κυπριακού λαού νιώθω να απονέμεται, σήμερα, η τιμή.

Δεσμοί ανάμεσα στην Καλαμάτα και γενικότερα τη Μεσσηνία και την Κύπρο αναπτύχθηκαν πρόσφατα με τη λειτουργία Σχολών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, όπου φοιτούν και αρκετοί Κύπριοι. Εξάλλου η πόλη είναι αδελφοποιημένη με τον πρώην Δήμο Αγλαντζιάς, σημαντικού προαστίου της Λευκωσίας. Πέραν τούτων οι εγκάρδιες φιλικές σχέσεις του Μητροπολίτη Μεσσηνίας με όλους, σχεδόν, τους Ιεράρχες της Κύπρου, καθώς και οι σχέσεις του με τους θεολόγους μας που υπήρξαν φοιτητές του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, μας κάνουν να νιώθουμε οικείοι σ’ αυτήν την πόλη.

Δεσμός, ωστόσο, ακατάλυτος και ιδιαίτερα συνεκτικός ανάμεσά μας, παραμένει η κοινή Ελληνική μας καταγωγή, μαρτυρούμενη από αιώνες πολλούς·  οι κοινές αγωνίες για τα εθνικά μας θέματα· η χαρά για τις εθνικές επιτυχίες· η θλίψη για τις αποτυχίες· η ικανοποίηση για την συνεισφορά μας στον παγκόσμιο πολιτισμό.

Αποτελεί, όντως, προνόμιο να έχει γεννηθεί και να είναι κάποιος Έλληνας. Η Ελληνική ιδιότητα συνδέει το άτομο με ό,τι ευγενές και ωραίο έχει δημιουργήσει η ανθρωπότητα. Ο Ελληνισμός, με τους συνεχείς αγώνες του και τη θυσία των ηρώων του, απέκτησε ένα μέτρο για να μετρά το ηθικό του ανάστημα και να αυτοπροσδιορίζεται στην ιστορική του πορεία.

Στην παγκόσμια ιστορία δεκάδες λαοί και πολιτισμοί υπέκυψαν στον νόμο της φθοράς και εξαφανίστηκαν από προσώπου της γης. Ο Ελληνισμός, όμως, επί 4000 χρόνια, σε πείσμα των αντιξοοτήτων και των δυνάμεων που τον υπονομεύουν, των αδυναμιών και των λαθών του, φορτωμένος μνήμες ενός μοναδικού και πολυκύμαντου παρελθόντος, κάτοχος μιας σπουδαίας πολύτιμης κληρονομιάς που κατηύγασε τον κόσμο με τους καρπούς της, ζώντας σε μια αδιάκοπη διαστολή και συστολή των ορίων του ή και την παντελή, σε καιρούς δυσμενείς, εξαφάνιση της κρατικής του υπόστασης, επιμένει να ζει.

Εσείς, αδελφοί, οι κάτοικοι της Μεσσηνίας, ευνοηθήκατε από τον Θεό περισσότερο απ’ ότι εμείς. Ζείτε από τις πρώτες μέρες της Ελληνικής Επανάστασης ελεύθεροι. Εμείς ζούμε, ακόμα, μακριά από τη μητρική αγκάλη της Ελλάδος, με το όραμα της οποίας έζησαν και απέθαναν οι πρόγονοί μας, οι ήρωες και οι μάρτυρες των τελευταίων οκτώ αιώνων.

Όταν το 1878 την πρώτη Τουρκική κατοχή διαδεχόταν η Αγγλική, οι προπάτορές μας αναθάρρησαν. Νόμισαν πως η Μ. Βρετανία θα επαναλάμβανε, και για την Κύπρο, τη χειρονομία που έκανε, λίγο προηγουμένως, αποδίδοντας τα νησιά του Ιονίου στην Ελλάδα. Πλανήθηκαν, όμως, και απογοητεύθηκαν. Και ζούμε, σήμερα, σαν αποτέλεσμα των Βρετανικών μηχανορραφιών, μια δεύτερη Τουρκοκρατία, πολύ χειρότερη και επικινδυνότερη της πρώτης, με τη μισή πατρίδα μας, να βρίσκεται υπό κατοχή και να εκτουρκίζεται, και την άλλη μισή να διατρέχει άμεσα τον ίδιο κίνδυνο.

Όπως και εσείς, όμως, στους μακρούς αιώνες της δουλείας, είχατε συνειδητοποιήσει, έτσι και εμείς καταλαβαίνουμε ότι χωρίς την Ελλάδα δεν είναι δυνατό να επιβιώσουμε. Η Ελλάδα αποτελεί ιδέα που εξέθρεψε τον Κυπριακό Ελληνισμό, όπως και εσάς, από αρχαιοτάτων χρόνων. Χωρίς την Ελλάδα που ενσαρκώνει την αρετή και το υψηλό φρόνημα, η Κύπρος, όπως και κάθε τμήμα του Ελληνισμού, θα έχει τη μοίρα λαών χωρίς ιδανικά, που έμειναν απλώς μια υποσημείωση στην Ιστορία. Ιδιαίτερα σήμερα που μας ζώνουν φοβεροί κίνδυνοι, όλο και περισσότερο γίνεται αντιληπτό πως μια ασφυκτικά στενή σχέση της Κύπρου με τον Ελλαδικό χώρο είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωση του Ελληνισμού στο μαρτυρικό μας νησί.

Πέραν των θεωρητικών αυτών διαπιστώσεων που είναι, νομίζω, κοινά αποδεκτές από όλους, θα ήθελα, χρησιμοποιώντας την ευκαιρία αυτή να καταθέσω την αγωνία μου αυτής της στιγμής για την πορεία του Κυπριακού, του εθνικού μας θέματος. Παραφράζοντας τον Παπαρρηγόπουλο μπορώ να πω ότι «μέχρι τούδε εγράψαμεν ιστορίαν. Εφεξής η πορεία του εθνικού μας θέματος προσλαμβάνει τραγωδίας σχήμα».

Η Τουρκία, που κωλυσιεργώντας για 50 χρόνια, πέτυχε να ξεχασθεί από τη διεθνή κοινότητα η υφή του ζητήματός μας και να επέλθει κόπωση στον λαό μας, δεν κρύβει πια τις προθέσεις της. Πρόθεση και επιδίωξή της ανέκαθεν ήταν, και τώρα απλώς δεν αποκρύβεται, η «ανάκτηση» της Κύπρου. Η κατάληψη, δηλαδή, και τουρκοποίηση ολόκληρης της Κύπρου. Τρόπους και μεθόδους μεταχειρίζεται πολλούς. Όσο μάλιστα αυξάνεται ή παγιώνεται η δύναμή της, όπως γίνεται τώρα με την αναβαθμισμένη θέση της λόγω των εξελίξεων στη Συρία, σκληραίνει και η θέση της για την Κύπρο.  

Καλούμαστε όλοι οι Έλληνες να ανασυνταχθούμε. Όπως οι πρόγονοί μας, έτσι και εμείς, δεν θα πρέπει να αυταπατώμαστε και να περιμένουμε την ελευθερία μας από ξένα χέρια. Και να καταλάβουμε ότι αν δεν έχουμε ισχύ δεν μπορούμε να υλοποιήσουμε στόχους. Μα και ότι αν δεν έχουμε σαφείς στόχους η ισχύς δεν έχει αντίκρισμα. Και να προσπαθήσουμε να θεραπεύσουμε και τις δυο αυτές μειονεξίες μας.

Ευχαριστώντας και πάλιν για τη μεγάλη τιμή προς το πρόσωπό μου, την οποία, επαναλαμβάνω, θεωρώ ότι απευθύνεται προς τον θεσμό που εκπροσωπώ, και επικαλούμενος τις μεσιτείες προς τον Θεό των πολλών τοπικών  αγίων σας, του οσίου Θεοδώρου του εκ Κορώνης, του αγίου Ηλία του Αρδούνη, του οσίου Ιεροθέου του εκ Καλαμάτας, της αγίας Ξενίας της παρθενομάρτυρος και άλλων, επιτρέψτε μου να απευθύνω διάπυρον την προσευχή μου προς τον Θεόν όπως διασώζει «δια παντός ελευθέραν»   την Καλαμάτα και όλη την Ελλάδα, οδηγεί τους κατοίκους της στη βίωση των Χριστιανικών και Ελληνικών μας αξιών, και αξιώνει τους άρχοντες του λαού της, εσάς κ. Δήμαρχε και το Συμβούλιο σας, καθώς και τη Θρησκευτική Ηγεσία του τόπου στην πραγμάτωση των υψηλών στόχων σας προς όφελος  του λαού και της πατρίδος και δόξα του εν Τριάδι προσκυνουμένου Θεού μας.

Και πάλι σας ευχαριστώ κύριε Δήμαρχε και εύχομαι ολοψύχως ό,τι καλό να δώσει ο Θεός σε Σάς προσωπικά, στα Μέλη τού Δημοτικού Σας Συμβουλίου και σ’ όλο τον λαό τής Μεσσηνίας».

Επίτιμοι Δημότες Καλαμάτας ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου

Συμβολικά ενθυμήματα προς τον αρχιεπίσκοπο Κύπρου

Ο Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Καλαμάτας Αναστάσιος Ηλιόπουλος, ανέγνωσε την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, με την οποία ανεκηρύχθη Επίτιμος Δημότης ο Αρχιεπίσκοπος Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου κ. Γεώργιος «ως ένδειξη βαθύτατης τιμής προς το πρόσωπό Του και το αξίωμά Του από το σύνολο των συνδημοτών μας και επιπλέον ως αναγνώριση του κοινωνικού Του έργου και της προσφορά Του στην Ορθοδοξία».

Η απόφαση επεδόθη στον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο σε πάπυρο από τον Πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου.

Κατόπιν, ο Δήμαρχος επέδωσε στον Μακαριώτατο το χρυσό κλειδί της πόλης, αντίγραφο της «Προειδοποίησις εις τας ευρωπαϊκάς αυλάς» καθώς και επιστήθιο εγκόλπιο που φέρει ανάγλυφη οστέινη εικόνα της Παναγίας Υπαπαντής.

Επίτιμοι Δημότες Καλαμάτας ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου

Ανακήρυξη επίτιμου δημότη του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας

Ο Δήμαρχος, Θανάσης Βασιλόπουλος, προσφωνώντας το Εξοχώτατο Πρόεδρο, ανέφερε τα εξής: «Εξοχώτατε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας, κύριε Νικόλαε Χριστοδουλίδη,

Περιποιεί μεγάλη τιμή για την Καλαμάτα και τους Καλαματιανούς, η παρουσία Σας στην ιστορική πόλη μας, καθώς και η εκ μέρους Σας αποδοχή της πρότασης για την ανακήρυξή Σας ως Επίτιμο Δημότη Καλαμάτας. Η σημερινή τελετή, που θα μνημονεύεται για χρόνια, δεν είναι απλά μία συμβολική πράξη. Αποτελεί μια αναγνώριση των κοινών Αξιών και των Αγώνων που μας ενώνουν. Είναι ένας φόρος τιμής στην ιστορία και τον πολιτισμό μας, που πορεύονται παράλληλα εδώ και αιώνες, αλλά και μια υπόσχεση για το μέλλον που οικοδομούμε μαζί.

Η Καλαμάτα, η πόλη της ελευθερίας, μια πόλη ζωντανή και δυναμική, ένας προορισμός με πλούσια ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά, μετεξελίσσεται σε μία πόλη σύγχρονη, φιλόξενη και φιλική, που επενδύει στην εξωστρέφεια, την καινοτομία, τις νέες τεχνολογίες.  Μία πόλη που στέκει υπερήφανα μπροστά στις προκλήσεις του μέλλοντος, πρωτοστατώντας στα θέματα της κλιματικής αλλαγής, ούσα μία από τις 100 κλιματικά ουδέτερες και έξυπνες πόλεις της Ευρώπης έως το 2030.

Εξοχώτατε Πρόεδρε, Η πόλη της Καλαμάτα, όπου έχουμε την τύχη να δραστηριοποιείται μια σημαντική Κυπριακή κοινότητα, συνδέεται με την Κύπρο με ισχυρούς δεσμούς που σφυρηλατήθηκαν και ενδυναμώθηκαν στο πέρασμα των χρόνων.

Η αδελφοποίησή μας με τον Δήμο Αγλαντζιάς το 1994, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, καθώς με την ένωση αυτή, ενισχύσαμε τη φιλία και την ανταλλαγή πολιτιστικών, κοινωνικών και εκπαιδευτικών εμπειριών, οικοδομώντας σταθερές γέφυρες επικοινωνίας.

Ως λαοί, ωστόσο, δεν είμαστε κοντά μόνο σε περιόδους ευημερίας και ανάπτυξης.Σταθήκατε δίπλα μας και σε δύσκολες στιγμές, όπως μόνο οι αληθινοί αδελφοί μπορούν να το πράξουν. Δεν θα ξεχάσουμε ποτέ τη συγκινητική και έμπρακτη βοήθεια των Κυπρίων αδελφών μας μετά τους καταστροφικούς σεισμούς του 1986, που συντάραξαν την Καλαμάτα και δοκίμασαν τις αντοχές των ανθρώπων της πόλης. Ούτε, φυσικά, μπορούμε να λησμονήσουμε τη συμπαράσταση και την αλληλεγγύη σας μετά τις πυρκαγιές του 2007, στις τότε καταστροφικές πυρκαγιές.

Είναι αυτές οι στιγμές που παραμένουν ανεξίτηλες στη μνήμη μας και μας υπενθυμίζουν ότι στις δυσκολίες, η Κύπρος είναι πάντα δίπλα μας. Δεσμοί ιστορικοί μας περιβάλουν καθώς μας συνδέει το αίμα των ηρώων και η ψυχή των αγνοουμένων, που αναζητά δικαίωση μισό αιώνα μετά τα τραγικά γεγονότα του 1974. Γεγονότα που οδήγησαν σε νεκρούς, αγνοούμενους, εκτοπίσεις, κατοχή και διχοτόμηση του νησιού, με την ιαχή «δεν ξεχνώ» να παραμένει ζωντανή για όλο το Έθνος των Ελλήνων απανταχού της Γης, όπως και η ιερή υποχρέωση όλων ημών σε έναν κοινό αγώνα για ειρήνη και δικαιοσύνη.

Εξοχώτατε Πρόεδρε, Είθε η ανακήρυξή Σας ως Επίτιμος Δημότης να καλλιεργήσει περαιτέρω το πνεύμα συνεργασίας και κοινού σκοπού, Καλαμάτας και Κύπρου, ενισχύοντας τους δεσμούς φιλίας και αλληλεγγύης ανάμεσα στους λαούς μας».

Επίτιμοι Δημότες Καλαμάτας ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου

Ομιλία του Νίκου Χριστοδουλίδη

Στην ομιλία του, η Α.Ε. ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Νικόλαος Χριστοδουλίδης κατά την τελετή ανακήρυξή του σε Επίτιμο Δημότη Καλαμάτας και σε συνέχεια της αναγόρευσή του σε Επίτιμο Διδάκτορα του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, ανέφερε:

«Είναι με αισθήματα τιμής και υπερηφάνειας που βρίσκομαι σήμερα στο βήμα αυτό. Από τη μια, τα αισθήματά μου πηγάζουν από την εξόχως τιμητική απόφαση του Δήμου αυτής της ιστορικής πόλης να με ανακηρύξει Επίτιμο Δημότη, όπως επίσης η απόφαση του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου για απονομή του τίτλου του Επίτιμου Διδάκτορα του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών. Από την άλλη, τα αισθήματά μου πηγάζουν από την παρουσία μου σε μια πόλη και περιοχή με διακριτό αποτύπωμα στην ιστορική πορεία της Πελοποννήσου, αλλά και της Ελλάδος ευρύτερα, και δεσμούς, όχι τόσο γνωστούς όσο θα έπρεπε, με την ιδιαίτερη μου πατρίδα, την Κύπρο.

Αποδέχομαι τις δύο διακρίσεις εκ μέρους του κυπριακού λαού, τον οποίο έχω την τιμή να εκπροσωπώ με αισθήματα υπερηφάνειας, σεβασμού και βαθιάς εκτίμησης, καθώς, πρωτίστως, τις ερμηνεύω ως τιμές στον θεσμό του ανώτατου πολιτειακού αξιωματούχου της Κυπριακής Δημοκρατίας. Μέσω αυτού, οι διακρίσεις εκλαμβάνονται και ως αγάπη και εκτίμηση στον ίδιο τον κυπριακό λαό. Εκφράζω τις θερμές ευχαριστίες μου στον Δήμαρχο Θανάση Βασιλόπουλο και το Δημοτικό Συμβούλιο για την απόφασή τους να με ανακηρύξουν Επίτιμο Δημότη της πόλης, όπως επίσης στον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου Καθηγητή Θανάση Κατσή, τον Κοσμήτορα της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών και Πολιτισμικών Αγαθών Καθηγητή Γιώργο Ανδρειωμένο, τον Πρόεδρο του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών Θανάση Χρήστου και, μέσω αυτών, σε όλο το ακαδημαϊκό σώμα του Πανεπιστημίου για την τιμητική τους διάκριση.

Θέλω επίσης να μου επιτρέψετε να σας ευχαριστήσω και για την απόφαση διοργάνωσης ενός διεθνούς επιστημονικού συνεδρίου με αφορμή τη συμπλήρωση 50 χρόνων από την τουρκική εισβολή του 1974. Η απόφασή σας επιβεβαιώνει το αδιάλειπτο ενδιαφέρον που επιδεικνύουν για την Κύπρο η Μητρόπολη Μεσσηνίας, η Γενική Γραμματεία Θρησκευμάτων του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων της Ελλάδος, το Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων και το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου. Εκ μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά και του κυπριακού λαού, από τα βάθη της καρδιάς μου σας ευχαριστώ και σας συγχαίρω. Η ανάδειξη και προβολή του κυπριακού προβλήματος (και εντός του ελληνικού χώρου) είναι μείζονος σημασίας για τον κυπριακό ελληνισμό, γιατί πρόκειται για ένα υπαρξιακό πρόβλημα που αγγίζει την ίδια την παρουσία του λαού μας στα χώματα των προγόνων μας, αλλά την ίδια στιγμή αφορά και επηρεάζει το σύνολο του ελληνισμού.

Επίτιμοι Δημότες Καλαμάτας ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου

Κύριε Δήμαρχε,

Η απόφαση του Δήμου αυτής της ιστορικής πόλης να με ανακηρύξει Επίτιμο Δημότη της είναι εξαιρετικά τιμητική και, όπως προανέφερα, την αποδέχομαι εξ ονόματος του κυπριακού λαού, τον οποίο έχω το προνόμιο να εκπροσωπώ.

Με την Ελλάδα μάς ενώνουν αδελφικοί δεσμοί, δεσμοί αίματος εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Ειδικά όμως με την Καλαμάτα και ευρύτερα με τη Μεσσηνία μάς συνδέουν κοινοί αγώνες από αρχαιοτάτων χρόνων, στους οποίους θα αναφερθώ με λεπτομέρεια σε πολύ λίγο.

Ως πρώτη μου αναφορά, να σημειώσω ότι το 1974 οι δημότες της Καλαμάτας, όπως και ο λαός της Μεσσηνίας, μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες αδελφούς μας, φώναξαν δυνατά παρόντες, όταν η Κύπρος ζητούσε βοήθεια και συμπαράσταση, για να αντιμετωπίσει την παράνομη επίθεση από τους Τούρκους εισβολείς. Το πάνθεον των ηρώων μας φέρει τα ονόματα Μεσσηνίων στρατιωτικών που θυσίασαν τη ζωή τους για την ελευθερία της Κύπρου, ενώ αρκετοί είναι οι Μεσσήνιοι αδελφοί μας που παραμένουν πενήντα χρόνια μετά στον κατάλογο των αγνοουμένων της κυπριακής τραγωδίας.

Την ίδια στιγμή, υπάρχει και μια άλλη σημαντικότατη διάσταση. Εκείνες τις τραγικές για την Κύπρο μέρες, απλοί και ανώνυμοι άνθρωποι από τη Μεσσηνία, όπως και από κάθε γωνιά της Ελλάδας, άνοιξαν τα σπίτια τους, για να υποδεχθούν προσφυγόπουλα από την Κύπρο και να τα φιλοξενήσουν, μέχρι οι οικογένειές τους να μπορέσουν να ορθοποδήσουν μετά από την τουρκική εισβολή, που είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν τα πάντα σε λίγες ώρες. Ποτέ δεν θα ξεχάσουμε την αγάπη σας και την ανθρωπιά σας, για τα οποία είμαστε παντοτινά ευγνώμονες.

Αυτή την αγάπη και την αλληλεγγύη ανταπέδωσε μερικά χρόνια αργότερα σύσσωμη η Κύπρος, όταν η Πελοπόννησος, και ειδικά η Καλαμάτα, δέχθηκε το καταστροφικό πλήγμα από τον πολύνεκρο σεισμό του 1986 και τις καταστροφικές πυρκαγιές του 2007. Το κυπριακό κράτος, αλλά πρωτίστως ο λαός μας έσπευσαν με κάθε τρόπο να προσφέρουν από το υστέρημά τους το αντίδωρο της ευγνωμοσύνης. Αυτό το πελώριο κύμα αλληλεγγύης μάς έφερε ακόμη πιο κοντά.

Αργότερα, με πρωτοβουλία των Κυπρίων Μεσσηνίας και του συλλόγου τους «Ο Πενταδάκτυλος», ο οποίος ιδρύθηκε το 1989, προέκυψε η αδελφοποίηση του Δήμου Καλαμάτας με τον Δήμο Αγλαντζιάς της Λευκωσίας. Χαίρομαι ειλικρινά, γιατί αυτή η σχέση των δύο πόλεων παραμένει ενεργή και λειτουργεί ως ακόμη μια γέφυρα ουσιαστικής επικοινωνίας, συνεργασίας και αλληλεγγύης των ανθρώπων από την Ελλάδα και την Κύπρο.

Χαίρομαι επίσης, γιατί οι Κύπριοι της Μεσσηνίας, περίπου 50 οικογένειες, έχουν αξιόλογη επαγγελματική και κοινωνική δραστηριότητα, ενώ Κύπριοι επιχειρηματίες δραστηριοποιούνται εδώ με επιτυχία, όπως επίσης φιλοξενούνται εδώ αρκετοί φοιτητές και φοιτήτριες από την Κύπρο.

Κύριε Πρύτανη,

Είναι ιδιαίτερα σημαντικό για εμένα ότι η τιμή του Επίτιμου Διδάκτορα προέρχεται από το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, στόχος της ίδρυσης και λειτουργίας του οποίου είναι η δημιουργική συμβολή στην ανάπτυξη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ελληνική περιφέρεια, με υψηλές ποιοτικές προδιαγραφές που να ανταποκρίνονται ως προς το περιεχόμενο των σπουδών, την έρευνα και τη διδασκαλία στις απαιτήσεις ενός σύγχρονου Πανεπιστημίου με εθνική, ευρωπαϊκή και διεθνή εμβέλεια. Μπορεί το Πανεπιστήμιό σας, κύριε Πρύτανη, να μην μετρά πολλά χρόνια λειτουργίας, όμως έχει δικαιωματικά πετύχει να δημιουργήσει ευδιάκριτο στίγμα στον χάρτη της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης της Ελλάδας και της ευρύτερης περιοχής. Μαζί με άλλα αρχαιότερα ιδρύματα της Ελλάδας υπηρετεί με επάρκεια τον μείζονα σκοπό της προαγωγής των Γραμμάτων και των Επιστημών, σε μία χώρα που αποτέλεσε ιστορικά γενέτειρα και αφετηρία της ελεύθερης σκέψης, της έρευνας, της παιδείας, της δημοκρατίας, της εξέλιξης.

Εξάλλου, κυρίες και κύριοι, μόνο μέσα από την προαγωγή της έρευνας, της εκπαίδευσης και της καλλιέργειας της κριτικής σκέψης συμβάλλουμε καθοριστικά στην ενίσχυση και απελευθέρωση των δυνατοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού μιας κοινωνίας, και ιδιαίτερα της Νέας Γενιάς, στην οποία όλοι επενδύουμε. Και γνωρίζω καλά ότι το Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου επιτελεί ιδιαίτερα αξιόλογο ρόλο σε αυτό το ζωτικό πεδίο. Το γνωρίζω και από συμπατριώτες μου, αφού περίπου 30%-35% φοιτούν στο Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών αυτό το διάστημα, από το 2007, όταν ξεκίνησε το Τμήμα.

Κυρίες και κύριοι,

Ευρισκόμενος στο βήμα αυτό, δεν θα μπορούσα να μην αναφερθώ με λίγη περισσότερη λεπτομέρεια στους δεσμούς της Κύπρου με την Πελοπόννησο και ειδικότερα με τη Μεσσηνία και την Καλαμάτα, οι οποίοι είναι μακραίωνοι και ισχυροί. Αρχίζοντας από τη μυθολογική παράδοση, στέκομαι στον βασιλιά της Αρκαδίας Αγαπήνορα, ο οποίος μετά την άλωση της Τροίας εγκαταστάθηκε στην Κύπρο και ίδρυσε την Παλαίπαφο. Στην αρχαιότητα, την πρωτοκαθεδρία στις σχέσεις Κύπρου – Πελοποννήσου κατέχει το Άργος. Η σχέση ανάγεται στη Μυκηναϊκή εποχή της Ύστερης Χαλκοκρατίας (12ος και 11ος αιώνες π.Χ.). Αλλά και κατά το τέλος της Κλασικής περιόδου, την εποχή της εκστρατείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η σχέση του Άργους με τη Σαλαμίνα της Κύπρου φαίνεται ότι ήταν έντονη, όταν βασιλιάς της κυπριακής πόλης ήταν ο Νικοκρέων, γιος του Πνυταγόρα.

Στον μεγαλύτερο σταθμό της νεότερης ελληνικής ιστορίας, την Ελληνική Επανάσταση του 1821, μερικές εκατοντάδες Κύπριοι αγωνιστές έσπευσαν στην Πελοπόννησο και πολέμησαν για την ελευθερία της Ελλάδας και του νησιού τους. Είναι ιστορικά τεκμηριωμένο ότι πολλοί από αυτούς πέρασαν και από τη Μεσσηνία, είτε ως επαναστάτες είτε λίγα χρόνια αργότερα ως δάσκαλοι, αξιωματικοί ή υπάλληλοι. Ο πιο γνωστός Κύπριος αγωνιστής που πέρασε από τη Μεσσηνία ήταν ο Χαράλαμπος Μάλης, μέλος της Φιλικής Εταιρείας και δεξί χέρι του Παπαφλέσσα στην προετοιμασία της Επανάστασης που μετέφερε οπλισμό στην Καλαμάτα τον Φεβρουάριο του 1821.

Από τους Μεσσηνίους που πέρασαν από την Κύπρο στα χρόνια της Αγγλοκρατίας, η πιο σημαντική προσωπικότητα ήταν ο Νικόλαος Καταλάνος, που γεννήθηκε το 1855 στο χωριό Νομιτσί της Μεσσηνίας, 60 περίπου χιλιόμετρα νότια της Καλαμάτας. Ήταν ένας από τους πρώτους καθηγητές που διορίστηκαν στο νεοσύστατο τότε Παγκύπριο Γυμνάσιο της Λευκωσίας το 1893, και παρότι από το 1896 σταμάτησε να διδάσκει φυσικομαθηματικά στο πρώτο Γυμνάσιο της Κύπρου, παρέμεινε στην Κύπρο, όπου εργάστηκε ως εκδότης εφημερίδων και αναδείχθηκε ως ένας από τους πρωταγωνιστές του εθνικού κινήματος και ηγέτης με τεράστια λαϊκή επιρροή. Τον Απρίλιο του 1921 ο Καταλάνος εξορίστηκε αδίκως από την Κύπρο με αφορμή τα επεισόδια κατά τον εορτασμό στη Λευκωσία της εκατοστής επετείου από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Ήταν ο πρώτος πολιτικός εξόριστος των Βρετανών. Στην Αθήνα, όπου εξορίστηκε, έζησε σε ένα φτωχικό ημιυπόγειο στην Πλατεία Δεξαμενής και απεβίωσε τον Μάιο του 1933, γράφοντας στο τελευταίο του σημείωμα, λίγες στιγμές προτού πεθάνει, για την Κύπρο.

Η Λευκωσία, όπου έζησε για 28 χρόνια, τον τίμησε τον Σεπτέμβριο του 1960, λίγες εβδομάδες μετά την ανακήρυξη της κυπριακής ανεξαρτησίας, με την ανέγερση της προτομής του στην κεντρική πλατεία της πόλης, τη σημερινή Πλατεία Ελευθερίας. Πρόσφατα, ένας νέος Κύπριος ιστορικός, ο Μιχάλης Σταυρή, παλιός μου φοιτητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, ολοκλήρωσε μια εξαιρετική διδακτορική διατριβή για τον Νικόλαο Καταλάνο. Και σήμερα θέλω να σας ανακοινώσω ότι η Κυβέρνησή μου, σε συνεργασία με την Πρεσβεία μας στην Αθήνα, επεξεργάζεται την απόδοση, με έναν σεμνό τρόπο, τιμής στον Καταλάνο για την προσφορά του στην Κύπρο με την ανέγερση μιας τιμητικής πλάκας είτε εδώ στην Καλαμάτα είτε στη γενέτειρά του, στο Νομιτσί.

Επίτιμοι Δημότες Καλαμάτας ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου

Κυρίες και κύριοι,

Η Κύπρος συνδέθηκε με την Καλαμάτα και σε μια από τις πιο μαύρες σελίδες της νεότερης ιστορίας της πρωτεύουσας της Μεσσηνίας, με τις ημέρες κατάληψής της από τα ναζιστικά στρατεύματα στα τέλη του Απριλίου 1941. Εδώ, στο λιμάνι της Καλαμάτας και στους απέραντους ελαιώνες γύρω από την πόλη, μαζί με χιλιάδες στρατιώτες των συμμαχικών δυνάμεων, συνελήφθησαν αιχμάλωτοι και αρκετές εκατοντάδες άνδρες του «Κυπριακού Συντάγματος» του βρετανικού στρατού, από τις 2.000 περίπου που συνελήφθησαν συνολικά στην Ελλάδα. Ήταν το τέλος της διαδρομής του συμμαχικού εκστρατευτικού σώματος προς τα λιμάνια του νότου και της μεγάλης επιχείρησης εκκένωσης. Εδώ σκοτώθηκαν και μερικοί Έλληνες Κύπριοι στρατιώτες, ενώ πολύ περισσότεροι ήταν αυτοί που δεν παραδόθηκαν στους Γερμανούς ή κατάφεραν να δραπετεύσουν και βρήκαν καταφύγιο και φιλοξενία σε πολλά χωριά της Μεσσηνίας και της Λακωνίας. Μάλιστα, ανάμεσά τους ήταν και Τουρκοκύπριοι στρατιώτες που υιοθέτησαν ελληνικά ονόματα και πέρασαν μεγάλο διάστημα της κατοχής στην Πελοπόννησο.

Ένας από αυτούς, ο στρατιώτης Μεχμέτ Αλή του Μεχμέτ, με το ψευδώνυμο Μιχάλης Παπακώστας ή «Μαύρος» από τη Χρυσοχού της Επαρχίας Πάφου, κρύφτηκε στη Σαϊδόνα, πολύ κοντά στην Καλαμάτα, και ήταν ο πρώτος αντάρτης της περιοχής. Εκεί έδωσε και μια από τις πρώτες μάχες εναντίον των Ιταλών στην περιοχή τον Μάρτιο του 1942. Τελικά, ο Κύπριος αντάρτης συνελήφθη, καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε στα τέλη Ιουλίου 1942 στην Τρίπολη.

Η Μεσσηνία, όπως προανέφερα, έχει και μεγάλη συνεισφορά στην εκπροσώπηση παιδιών της Πελοποννήσου στην απέλπιδα προσπάθεια υπεράσπισης της Κύπρου απέναντι στην τουρκική εισβολή του 1974. Έχουν μετρηθεί τουλάχιστον 80 Μεσσήνιοι Ελδυκάριοι, υπηρετούντες στην Εθνική Φρουρά και άνδρες της Α΄ Μοίρας Καταδρομών που πολέμησαν στην Κύπρο τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1974. Από αυτούς τέσσερις σκοτώθηκαν και πέντε παραμένουν αγνοούμενοι μέχρι σήμερα από τις μάχες της Ελληνικής Δύναμης Κύπρου (ΕΛ.ΔΥ.Κ.) στα υψώματα δυτικά της Λευκωσίας. Οι συμπολεμιστές τους, με διάφορες εκδηλώσεις στην Καλαμάτα, συντηρούν βαθιά στις καρδιές τους τη μνήμη της Κύπρου, ενώ σε όλη τη Μεσσηνία υπάρχουν διάσπαρτα μνημεία τέκνων της που έπεσαν στην Κύπρο το μαύρο εκείνο καλοκαίρι. Θεωρώ σήμερα ελάχιστο μου χρέος την αναφορά των ονομάτων των Μεσσηνίων πεσόντων και αγνοουμένων:

Α΄ Μοίρα Καταδρομών: Δεκανέας Παναγιώτης Γιαννόπουλος από το Κρυονέρι Τριφυλίας, πεσών.

ΕΛ.ΔΥ.Κ. – Εθνική Φρουρά:

Πεσόντες: Δεκανέας Δημήτριος Γκούρος από το Ρωμύρι Πυλίας, Δεκανέας Θεόδωρος Μασούρας από τη Μέλπεια, Λάμπρος Νικητόπουλος από το Τσουράκι Καρύταινας.

Αγνοούμενοι: Δεκανέας Ευάγγελος Ζαχαρέας από την Καλαμάτα, Δεκανέας Παναγιώτης Ηλιόπουλος από την Τριφυλία, Δεκανέας Ιωάννης Ξυδιάς από την Πλατανόβρυση Πυλίας, Δεκανέας Δημήτριος Σκουρλής από την Άνω Μέλπεια και Δεκανέας Ανδρέας Σταθόπουλος από το Ζευγολατιό.

Συνολικά, οι επιζήσαντες Μεσσήνιοι που πολέμησαν στην Κύπρο το 1974 ανέρχονται σε 66.

Κυρίες και κύριοι,

Θα ήθελα να κλείσω αυτή την επώδυνη ενότητα της ομιλίας μου με μια κατ’ εξαίρεση αναφορά σε έναν Πελοποννήσιο, αλλά όχι Μεσσήνιο, γενναίο άνδρα, ο οποίος συνέδεσε το όνομά του με μια από τις πιο καθηλωτικές σελίδες ηρωισμού και αυτοθυσίας του αγώνα εναντίον της τουρκικής εισβολής του 1974. Αναφέρομαι στον καταγόμενο από την Πάτρα λοχαγό Νικόλαο Κατούντα, διοικητή λόχου της 31ης Μοίρας Καταδρομών, του οποίου τα ίχνη χάθηκαν στις 22 Ιουλίου του 1974, αφού έδωσε με επική γενναιότητα άνιση μάχη κατά των υπεράριθμων και υπέρτερων σε μέσα Τούρκων εισβολέων στην περιοχή της κατεχόμενης σήμερα Κερύνειας. Η καταγόμενη από την Καλαμάτα σύζυγός του Σταυρούλα διεξήγαγε έναν πολύχρονο και επίμοχθο αγώνα για τη διακρίβωση της τύχης, όχι μόνο του αγνοούμενου μέχρι σήμερα συζύγου της, αλλά και των υπολοίπων αγνοουμένων της τουρκικής εισβολής. Απευθυνόμενος στην ίδια και την κόρη τους Σύλβια, καθώς τιμούν με την παρουσία τους την εκδήλωση αυτή, θέλω να τους εκφράσω την απέραντη ευγνωμοσύνη των Ελλήνων της Κύπρου για αυτά που ο Νικόλαος Κατούντας προσέφερε στη Μεγαλόνησο, δείγματα της οποίας είναι εκδηλώσεις, αλλά και πράξεις Αρχών και σωματείων της Κύπρου. Και βέβαια, η απόδοση τιμής στον Νικόλαο Κατούντα από τον Δήμο της Καλαμάτας με την ανέγερση προτομής στην κεντρική πλατεία της πόλης και την ονοματοδοσία δρόμου παράπλευρα του κτηρίου του Πανεπιστημίου αποτελεί ακόμη έναν ισχυρό δεσμό στις σχέσεις Μεσσηνίας και Κύπρου.

Κυρίες και κύριοι,

Η πεντηκοστή επέτειος από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, που συμπληρώνεται φέτος, προσφέρεται με τον έντονο χρονικό συμβολισμό της για συλλογικό προβληματισμό, αποκόμιση διδαγμάτων και επαναβεβαίωση αρχών και θέσεων σε σχέση με τη διαχείριση της συνεχιζόμενης από το 1974 κατοχής μεγάλου τμήματος της επικράτειας του ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους της Κυπριακής Δημοκρατίας, μέλους του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το 2004.

Το εγκληματικά προδοτικό Πραξικόπημα της Χούντας στις 15 Ιουλίου, που ανέτρεψε τον νόμιμο Πρόεδρο Μακάριο, χρησιμοποιήθηκε ως πρόσχημα από την Τουρκία, για να εισβάλει λίγες ημέρες αργότερα στην Κύπρο και να υλοποιήσει έναν διαχρονικό στόχο, διαπράττοντας ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα στη σύγχρονη μεταπολεμική ιστορία της Ευρώπης. Τα 50 χρόνια της συνεχιζόμενης κατοχής, από τα 64 συνολικά χρόνια ζωής της Κυπριακής Δημοκρατίας, μπορεί να φαίνονται μικρό διάστημα στον μακρύ ιστορικό χρόνο ή στην ευρύτερη οπτική του Ανατολικού Ζητήματος των τελευταίων αιώνων. Ωστόσο, για όλους εμάς, για την Κύπρο και για τους κατοίκους της, τα τραγικά γεγονότα του Πραξικοπήματος, της εισβολής και της κατοχής μέχρι σήμερα μεγάλου τμήματος της πατρίδας μας αφήνουν βαρύτατη σφραγίδα στην καθημερινότητά μας, στο μέλλον του τόπου μας και των παιδιών μας.

Πενήντα τα χρόνια φέτος. Πολλά, πάρα πολλά. Μια ολόκληρη γενιά, η δική μου γενιά, αυτή των παιδιών του πολέμου, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην προσφυγιά, στην κατοχή, στην ωμή και σκληρή πραγματικότητα μιας Κύπρου διαιρεμένης διά της ισχύος των όπλων. Τα παιδιά του πολέμου, που χώθηκαν στην αγκαλιά της μάνας τους τις τραγικές εκείνες ημέρες του 1974, που έπαιζαν και μάθαιναν γράμματα στα αντίσκηνα, απέκτησαν πλέον τα δικά τους παιδιά, με την πατρίδα όμως de facto διχοτομημένη και νιώθοντας ακόμα αδικαίωτα και προδομένα. Την ίδια ώρα, μια άλλη γενιά, αυτή των δικών μας παππούδων, έφυγε χωρίς να ταφεί στα πατρογονικά χώματα, με ανεκπλήρωτη την επιθυμία και τον πόθο της επιστροφής.

Επίτιμοι Δημότες Καλαμάτας ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου

Κυρίες και κύριοι,

Η Κυπριακή Δημοκρατία υπέστη το 1974 ένα διπλό όλεθρο που την τραυμάτισε, τη διαίρεσε, τη λύγισε και, παρά τις έκνομες προσπάθειες για αφανισμό της, δεν την κατέστρεψε. Ναι, μετράμε σήμερα 50 συναπτά τραγικά καλοκαίρια και πολλαπλές ανοικτές πληγές. Ενάντια όμως στις επιθυμίες κάποιων, μετρούμε την ίδια στιγμή και 50 χρόνια, στα οποία ο κυπριακός ελληνισμός δεν συμβιβάστηκε, δεν παραιτήθηκε, δεν ξέχασε. Παρά τις δυσκολίες, τον πόνο, τα προβλήματα, δεν υποκύψαμε και μισό αιώνα μετά δεν συνηθίσαμε. Πορευθήκαμε και αγωνιστήκαμε χωρίς να συμβιβαστούμε με την κατοχή. Εξάλλου, με το άδικο και το απαράδεκτο ο νουνεχής και ηθικά συγκροτημένος άνθρωπος δεν μπορεί να συμβιβαστεί. Αντίθετα, ο κυπριακός ελληνισμός εργάστηκε σκληρά, πίστεψε σε αρχές και αξίες οικουμενικές, ανέδειξε και ενίσχυσε περαιτέρω την κρατική υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας, καταβάλλοντας συνεχώς προσπάθειες για τερματισμό της κατοχής και επανένωση της χώρας και του λαού της.

Χωρίς ποτέ να ξεχνά, ο κυπριακός λαός στάθηκε όρθιος, ανασύνταξε δυνάμεις, στέγασε προσωρινά τους εκτοπισμένους του, μεγάλωσε τα παιδιά του. Ο κυπριακός ελληνισμός, προς απογοήτευση διαφόρων, δεν ξέχασε: καρτερεί, ελπίζει και αγωνίζεται.

Στέκομαι, λοιπόν, σήμερα μπροστά σας, σε μια ιστορική πόλη του Ελληνισμού, που φιλοξενεί ένα από τα πλέον φερέλπιδα ακαδημαϊκά ιδρύματα της Ελλάδος, μισό αιώνα μετά από την πιο τραγική και ολέθρια στιγμή της νεότερης κυπριακής ιστορίας, ο πρώτος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας που γεννήθηκε λίγους μόλις μήνες πριν από εκείνον τον μαύρο Ιούλιο και μεγάλωσε μαζί με τα άλλα παιδιά του πολέμου, της προσφυγιάς, του «Δεν Ξεχνώ», της αδιάκοπης αναζήτησης της ελπίδας, μετά από πολλές και συνεχιζόμενες απογοητεύσεις.

Στέκομαι μπροστά σας, δηλώνοντας με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο ότι δεν υπάρχει, κυρίες και κύριοι, για εμάς άλλη επιλογή από τον τερματισμό της κατοχής και την επανένωση της πατρίδας μας. Οφείλουμε να απαλλαγούμε από την κατοχή και τη διαίρεση, που διαβρώνουν τις δυνάμεις και τις δυνατότητες της Κύπρου για περαιτέρω πρόοδο και ευημερία, και ακυρώνουν το όραμα της ενιαίας, κοινής ευημερούσας πατρίδας. Ο μόνος δρόμος είναι η εντατικοποίηση των προσπαθειών, η σωστή ανάγνωση των διεθνών εξελίξεων, η κατανόηση των γεωστρατηγικών ισορροπιών, η θωράκιση της διεθνούς υπόστασης της Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της ενίσχυσης όλων των παραγόντων ισχύος του κράτους και η ανάδειξη του ρόλου μας, με πράξεις και όχι λόγια, ως πυλώνα ασφάλειας και σταθερότητας στην ιδιαιτέρως σημαντική περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής.

Μέσα από αυτή τη συλλογιστική, από την πρώτη μέρα που ανέλαβα τα καθήκοντα του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, ξεκίνησα μια διεθνή εκστρατεία, για να επαναφέρουμε το Κυπριακό σε τροχιά διαπραγματεύσεων με στόχο την αναζήτηση λειτουργικής και βιώσιμης λύσης, στη βάση του συμφωνημένου πλαισίου, του διαπραγματευτικού κεκτημένου και των αρχών και αξιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ζητούμενο ήταν –και παραμένει– η απελευθέρωση και η επανένωση της χώρας και του λαού της μέσα σε συνθήκες δημοκρατίας, ασφάλειας, ίσων δικαιωμάτων και ευκαιριών για όλους τους νόμιμους κατοίκους της, πραγματικής ειρήνης, προόδου και ευημερίας. Με ικανοποίηση βλέπω ότι η μεγάλη αυτή προσπάθεια αποδίδει σταδιακά καρπούς και παραμένω συγκρατημένα αισιόδοξος για τη συνέχεια. Δεν υποβαθμίζω ούτε τα προβλήματα, ούτε τις δυσκολίες, ούτε τις προκλήσεις. Είμαι απόλυτα ρεαλιστής.

Την ίδια στιγμή, γνωρίζω πολύ καλά ότι η παρούσα κατάσταση πραγμάτων στην Κύπρο δεν μπορεί να αποτελεί το μέλλον της πατρίδας μας. Στηρίζουμε με ειλικρινή και ουσιαστικό τρόπο τις πρωτοβουλίες της Διεθνούς Κοινότητας. Στηρίζουμε εποικοδομητικά την πρωτοβουλία του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και επενδύουμε στη νέα αυτή προσπάθεια, έχοντας την έντονη πεποίθηση ότι εάν υπάρξει θετική ανταπόκριση από την τουρκική πλευρά, είναι δυνατόν να δημιουργηθούν οι συνθήκες, για να τεθεί με αξιώσεις το Κυπριακό στις ράγες της διαπραγματευτικής διαδικασίας και να οδηγηθούμε σε μια αμοιβαία επωφελή κατάσταση πραγμάτων.

Θέλω να επαναλάβω ότι έχω πλήρη επίγνωση των δυσκολιών, των εμποδίων, των προκλήσεων. Έχουμε πλήρη αντίληψη του συσχετισμού δυνάμεων και, βεβαίως, είμαστε αρκούντως ρεαλιστές, για να μην αιθεροβατούμε. Ωστόσο, ακριβώς επειδή είμαστε πραγματιστές, ακολουθούμε με συνέπεια μια στρατηγική που βασίζεται στη Θουκυδίδεια κατανόηση των διεθνών σχέσεων και τη σημασία που αποκτούν οι παράγοντες ισχύος και οι συνέργειες με άλλες δυνάμεις, ειδικότερα ισχυρούς δρώντες του διεθνούς συστήματος για την επίτευξη αυτού του εθνικού στόχου. Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο, αξιοποιούμε την ιδιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας ως κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ισχυροποιούμε το πλέγμα των συνεργειών που διατηρούμε με τρίτες χώρες, ενισχύουμε το πολιτικό και διπλωματικό μας αποτύπωμα με πράξεις και όχι απλά λόγια, και διευρύνουμε τους παράγοντες ισχύος της χώρας μας.

Μακαριότατε, Σεβασμιότατε, κύριε Δήμαρχε, κύριε Υπουργέ, κύριε Περιφερειάρχη, κύριε Πρύτανη,

Η παρουσία σας στην εκδήλωση αυτή, δηλώνοντας ευαισθησίες και προτεραιότητες, εμπεριέχει συμβολισμούς και στέλνει μηνύματα που προσλαμβάνω ως εγκαρδιωτικά. Ειλικρινά σας ευχαριστώ θερμά.

Από το βήμα αυτό, στο οποίο έχω την τιμή να βρίσκομαι απόψε, θέλω να αποτίνω φόρο τιμής στους Ελλαδίτες αδελφούς με καταγωγή από τη Μεσσηνία, που έπεσαν μαχόμενοι με ανδρεία και αυταπάρνηση το 1974 εναντίον των Τούρκων εισβολέων, προασπιζόμενοι την ελευθερία και την εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εκφράζω την ευγνωμοσύνη της κυπριακής πολιτείας και σύμπαντος του κυπριακού ελληνισμού προς όλους τους Ελλαδίτες, οι οποίοι αγωνίστηκαν για την απόκρουση της ιταμής τουρκικής εισβολής.

Οφειλόμενη η ειδική αναφορά στην Ελληνική Δύναμη Κύπρου, της οποίας η μάχη στο στρατόπεδό της στα μέσα Αυγούστου του 1974 όχι μόνο έσωσε τη Λευκωσία, αλλά, χωρίς υπερβολή, συγκαταλέγεται ανάμεσα στις πιο ηρωικές μάχες που έδωσε ο ελληνικός στρατός στην ιστορία του. Όπως έχω προαναφέρει, ανάμεσα στους Ελλαδίτες αξιωματικούς της Εθνικής Φρουράς και της ΕΛ.ΔΥ.Κ. και τους στρατιώτες της ΕΛ.ΔΥ.Κ. που πολέμησαν με αυτοθυσία και σκοτώθηκαν προασπίζοντας την Κυπριακή Δημοκρατία εκείνο το μαύρο καλοκαίρι του 1974 περιλαμβάνονται και δεκάδες από την Πελοπόννησο, αρκετοί από τους οποίους με καταγωγή από τη Μεσσηνία. Τους θυμόμαστε όλους, πεσόντες, αγνοούμενους μέχρι σήμερα και βετεράνους πολεμιστές του 1974, και τους τιμάμε με ευγνωμοσύνη. Είναι η ελάχιστη και στοιχειώδης υποχρέωσή μας.

Θέλω επίσης να εκφράσω τη γνήσια ευγνωμοσύνη και την απεριόριστη εκτίμηση των Ελλήνων Κυπρίων για την έμπρακτη και σταθερή στήριξη και συμπαράσταση που η Ελληνική Δημοκρατία και ο αδελφός ελληνικός λαός προσφέρουν στα 50 αυτά χρόνια στον αγώνα μας για επιβίωση και δικαίωση. Αποτελείτε τον πιο σημαντικό μας σύμμαχο, τον πιο σθεναρό υποστηρικτή των προσπαθειών μας, τον πιο ανιδιοτελή συμπαραστάτη μας. Αντλούμε δύναμη από τη βοήθειά σας και στηριζόμαστε στη δική σας ουσιαστική συμβολή για την ευόδωση του αγώνα που διεξάγουμε.

Κυρίες και κύριοι,

Σας ευχαριστώ όλες και όλους για την παρουσία σας απόψε, που ενισχύει πραγματικά τα μηνύματα καρτερίας, επανένωσης και ελπίδας, τα οποία στέλνει η εκλεκτή αυτή εκδήλωση, στο πλαίσιο της τιμητικής για μένα απόφασή σας. Η παρουσία και η υποδοχή σας ενισχύουν, όμως, και ένα αίσθημα που κουβαλώ από τα εφηβικά μου χρόνια: Η Κύπρος δεν κείται μακράν όσο είναι στις καρδιές των Ελλαδιτών αδελφών μας.

Σας ευχαριστώ πάρα πολύ».

Επίτιμοι Δημότες Καλαμάτας ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου

Συμβολικά ενθυμήματα προς τον πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας

Ο Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Καλαμάτας Αναστάσιος Ηλιόπουλος, ανέγνωσε την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, με την οποία ανεκηρύχθη Επίτιμος Δημότης ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Νικόλαος Χριστοδουλίδης «ως ένδειξη βαθύτατης τιμής προς το πρόσωπό Του και το αξίωμά Του από το σύνολο των συνδημοτών μας».

Η απόφαση επεδόθη στον Εξοχώτατο Πρόεδρο σε πάπυρο από τον Πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου.

Ακολούθως, ο Δήμαρχος επέδωσε στον Εξοχώτατο Πρόεδρο το χρυσό κλειδί της πόλης, αντίγραφο της «Προειδοποίησις εις τας ευρωπαϊκάς αυλάς» καθώς και ορειχάλκινο γλυπτό με την αναπαράσταση της πόλης της Καλαμάτας.

Επίτιμοι Δημότες Καλαμάτας ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας και ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου

Η ειδική τελετή ολοκληρώθηκε με ρεσιτάλ τραγουδιού που επιμελήθηκε το  Δημοτικό Ωδείο Καλαμάτας, από τη μέτζο σοπράνο Θεοδώρα Μπάκα και την Πόπη Μαλαπάνη στο πιάνο.

Σημειώνεται ότι της τελετής ανακήρυξης προηγήθηκε η τελετή αναγόρευσης του κ. Χριστοδουλίδη σε Επίτιμο Διδάκτορα του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, μετά από ομόφωνη απόφαση του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών, που εδρεύει στην πόλη της Καλαμάτας. 

Σχόλια

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

ΕΥΧΕΣ ΕΟΡΤΩΝ

efxes fragkioudakis 2024 2025
poulas banner 2024
doris banner efxes2024
epimelitirio argolidas efxes xmas2024
newsletter banner anagnostis