home design 800Χ400

Όταν οι Αρχαίοι Τιρύνθιοι εκδιώχθηκαν στο σημερινό Πόρτο Χέλι

Μετά την καταστροφή της Αρχαίας Τίρυνθας από τους Αργείους βρίσκουν καταφύγιο στην πόλη των Αλιέων.

Το 468π.Χ. οι Αργείοι καταστρέφουν τις Μυκήνες και την Τίρυνθα, που ήταν σύμμαχοι της Σπάρτης και οι Δωριείς Τυρίνθιοι αναζητούν καταφύγιο στους συγγενείς φυλετικά Δρύοπες Ερμιονίτες μετά από χρησμό του ιερού του Απόλλωνα. Αυτοί τους παραχωρούν την πόλη των Αλιέων όπου ενισχύουν και οργανώνουν τον οικισμό που υπήρχε στη θέση αυτή ήδη από τη νεολιθική περίοδο και θα συγκατοικήσουν για 150 χρόνια περίπου με τους γηγενείς Δρύοπες.

Η Αρχαία Πόλη των Αλιέων ή Αλύκη ή Αλιάδα κατά τον Θουκυδίδη ήταν χτισμένη σε ένα εξαιρετικό φυσικό λιμάνι στη νοτιοανατολική πλευρά του όρμου απέναντι από το Πόρτο Χέλι, στη θέση Μπουζέικα, και κατοικήθηκε από την Πρωτοελλαδική περίοδο (3000/2800-2000/1800 π.Χ.). Αποτελούσε ένα από τα λιμάνια της Ερμιονίδας μαζί με εκείνο της Ερμιόνης και του Μάσητα και είχε ιπποδάμεια ρυμοτομία με ορθογώνιο πολεοδομικό σχέδιο, με κάθετους σε κεντρικές λεωφόρους δρόμους, με επιμελημένη αποχέτευση και οικίες ευρύχωρες και άνετες οι περισσότερες με διάταξη νησίδων. Την εποχή της ακμής της υπολογίζεται πως είχε 400-500 σπίτια και 2.500 κατοίκους ενώ η συμμαχία της πόλης με τους Σπαρτιάτες και τους Αθηναίους στη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου την έκανε θέρετρο πολεμικών συγκρούσεων και σύμμαχο σε μάχες.

Η επιρροή των Τιρυνθίων παρέμεινε σταθερή, (δεδομένου ότι νομίσματα του 4ου αιώνα που κόπηκαν στην πόλη έφεραν ποικίλα εθνικά τους χαρακτηριστικά σημεία όπως την κατανομή του ημίθεου Ηρακλή και του θεού Απόλλωνα και τον ιερό του φοίνικα αλλά και η ταυτόχρονη χρήση του Αργειακού αλφαβήτου ταυτόχρονα με το παλαιότερο αργολικό) μέχρι και τη σύμπραξη των παλαιών κατοίκων της πόλης με τον Δημήτριο τον Πολιορκητή το 303π.Χ. για τον αφανισμό των Τιρυνθίων και την εξαφάνισή τους από το προσκήνιο την πόλη τους. Μετά την καταστροφή, λεηλασία και λαφυραγωγία της πόλης των Αλιέων παύει πλέον να διαδραματίζει ρόλο στις εξελίξεις της περιοχής. Ακολουθούν χρόνια εξαθλίωσης για τους εναπομείναντες Αλιείς που εξακολουθούν να κατοικούν στο ανατολικό τμήμα της μισοερειπωμένης πόλης και στη γειτονική ύπαιθρο κάτω από την επικυριαρχία της Ερμιόνης όπου και μετά την επίθεση του εκστρατευτικού σώματος των Σπαρτιατών το 279 π.Χ. οδηγείται στην εγκατάλειψη.

Η πόλη των Αλιέων, τα κατάλοιπα της οποίας εκτείνονται στις πλαγιές μιας φυσικά προστατευμένης ακρόπολης που κάλυπτε 180 στρέμματα ήταν ουσιαστικά πόλη οχυρή. Ένα τείχος περιέβαλλε την πόλη μήκους 186μ. και πλάτους 2,5μ. ενισχυμένου με τουλάχιστον 19 τετραγωνικούς και κυκλικούς πύργους. Έχουν αναγνωριστεί πέντε μεγάλες πύλες της πόλης. Το λιμάνι το οποίο βρισκόταν βόρεια της ακροπόλεως εντός του όρμου του σημερινού Πορτοχελίου το όριζαν δύο πύργοι με κυκλική κάτοψη, διαμέτρου 9,2μ. του τείχους της πόλης το άνοιγμα των οποίων μπορούσε να φραχθεί με ένα ξύλινο δοκάρι. Εκτός από τα λιμενικά έργα (αποβάθρες) στο βυθό της θάλασσας (η στάθμη της θάλασσας έχει ανέβει από την αρχαιότητα κατά 2μ. με αποτέλεσμα να βυθιστεί το βόρειο τμήμα της πόλης) βρίσκονται κατοικίες που χαρακτηρίζονται από τα μικρά τους δωμάτια οι οποίες ήταν κτισμένες στην ακτή κατά μήκος του τείχους και δύο ναοί του Απόλλωνα. Η ακρόπολή της βρισκόταν στην κορυφή του λόφου στη θέση Καστράκι (Μπιζάνι), και εντός αυτής υπήρχε θρησκευτικό κέντρο, οικίες και βιοτεχνικές εγκαταστάσεις. Αργότερα, στους Ρωμαϊκούς χρόνους κατασκευάζονται θέρμες και τμήμα πιθανότατα έπαυλης κοντά στον κυκλικό πύργο, στο ορεινο ανατολικό άκρο της ακρόπολης.

Σύμφωνα με τα ευρήματα η αλιεία της πορφύρας, ένα όστρακο με χρωστική ουσία που έδινε ένα βαθύ κόκκινο χρώμα, (δραστηριότητα στην οποία όφειλαν και το όνομά τους) και άλλων αλιευμάτων, η πλούσια παραγωγή ελαιολάδου, η παραγωγή κρασιού και δημητριακών και το διαμετακομιστικό εμπόριο προς και από την πελοποννησιακή ενδοχώρα αποτελούσαν την κύρια πλουτοπαραγωγική πηγή των Αλιέων. Η αλιεία της συγκεκριμένης πορφύρας, η πιο ακριβή κατά την αρχαιότητα που ευδοκιμούσε στα παράλια της Αλιάδας συντελούσε στην ανάπτυξη και της γειτονικής Ερμιόνης, η οποία μονοπωλούσε την κατεργασία της και τη διάθεση της πολύτιμης βαφής της.

Οι πρώτες ανασκαφές της πόλης των Αλιέων έγιναν κατά τα έτη 1958-9 από την Ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία με την ανασκαφή νεκροταφείου εκτός των τειχών της ακροπόλεως ενώ τις δεκαετίες 1960 και 1970 πραγματοποιήθηκε ανασκαφική έρευνα και αποτύπωση από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών από τα Πανεπιστήμια Indiana και Pennsylvania υπό την επίβλεψη της Δ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων. Σήμερα από την πόλη των Αλιέων, που αποτελεί το πιο ολοκληρωμένο παράδειγμα ανασκαμμένης τυπικής ελληνικής πόλης, σώζεται μέρος της Ακρόπολης καθώς και είναι ορατά τα υποθαλάσσια έργα και κτίσματα τα οποία μπορεί κανείς να τα δει με βάρκα. Επίσης, αρκετά ευρήματα των ανασκαφών (κεραμικά, αιχμές δόρατος, αγάλματα, κοσμήματα και χάλκινα νομίσματα) που δίνουν πλήθος πληροφοριών για τη ζωή, το πολίτευμα, τη θρησκεία και την κοινωνική δομή των κατοίκων, παρουσιάζονται στο αρχαιολογικό μουσείο Ναυπλίου.

Σχόλια

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Exit mobile version