Στην κρίση του συνόλου σχεδόν των θεσμών, που ταλαιπωρεί την πατρίδα μας και την κρατά στην υπανάπτυξη, δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση η Αυτοδιοίκηση. Το αντίθετο μάλιστα. Ο κομματισμός, η άγρια διαπάλη για την εξουσία, ο φανατισμός, μαζί με την ιδεολογική ρηχότητα και την αδιαφορία για τις αυτοδιοικητικές αξίες αλλά και την ουσιαστική κοινωνική προσφορά, έχουν οδηγήσει, μεταξύ πολλών άλλων, σε παρατεταμένη κρίση τους αυτοδιοικητικούς θεσμούς.
Στοιχεία αυτής της κρίσης συναποτελούν το ξεπερασμένο θεσμικό πλαίσιο, ο ασφυκτικός εναγκαλισμός της αυτοδιοίκησης από την κρατική/κυβερνητική εξουσία, η σκόπιμη οικονομική δυσπραγία σε Δήμους και Περιφέρειες και, κυρίως, η πρωτοφανής αδιαφορία των πολιτών, όπως αποδείχθηκε πρόσφατα, να προσέλθουν στην εκλογική διαδικασία. Ας μην επεκταθούμε στη γνωστή και δυσμενή αξιολόγηση των αυτοδιοικητικών θεσμών από τους πολίτες, στις τις κατά καιρούς δημοσκοπήσεις.
Ως προς τον ασφυκτικό εναγκαλισμό της αυτοδιοίκησης και την αντιμετώπισή της ως επέκταση και βραχίονα του κυβερνητικού μηχανισμού δεν απαιτείται μεγάλη προσπάθεια, για να αποδειχθεί. Τα στελέχη των κατά τόπους αυτοδιοικήσεων, μαζί με την πληθώρα ειδικών συνεργατών και συμβούλων τους, έχουν υποκαταστήσει τον κομματικό μηχανισμό στις κινητοποιήσεις και στις υποδοχές κυβερνητικών στελεχών. Μάλιστα, αυτή η δραστηριότητα είναι απόλυτα συνδεδεμένη με την επιπλέον χρηματοδότηση και, γενικά, την πιθανολογούμενη, ευνοϊκή αντιμετώπισή τους.
Στην περίπτωση του ελέγχου, δεν αφήνεται τίποτε στην τύχη. Πέρα από την επιλογή των επικεφαλής, με κριτήριο την αφοσίωση στο κόμμα ή την κομματική φράξια (η περίπτωση της Πελοποννήσου), αν συμβεί ο εκλεκτός να μην εκλεγεί, ακόμα δύο ή και τρείς φορές (π.χ. Δήμαρχος), η κομματική νομενκλατούρα, ελέγχοντας τους μηχανισμούς, επιβάλλει την παρουσία του στα δευτεροβάθμια αυτοδιοικητικά όργανα, αδιαφορώντας ή και προσβάλλοντας με αυτόν τον απαράδεκτο τρόπο, την απορριπτική βούληση των πολιτών. Τόσο καλά !!!
Ο απόλυτος έλεγχος Δήμων και Περιφερειών συνδέεται κύρια με την μικρή χρηματοδότηση, αφού ισχυρή αυτοδιοίκηση σημαίνει οικονομική αυτοδυναμία, αυτοτέλεια και ανεξαρτησία. Όμως, ο κυβερνητικός μηχανισμός δεν επιθυμεί αυτοδύναμη και ισχυρή αυτοδιοίκηση. Για την κατανόηση του μεγέθους του οικονομικού προβλήματος σημειώνεται πως στην Ελλάδα κατευθύνεται στην αυτοδιοίκηση το 3-4% του κρατικού προϋπολογισμού, ενώ στις χώρες της Ε.Ε., περίπου και κατά περίπτωση, το δεκαπλάσιο.
Πέρα, όμως, από θεσμοθετημένη κατανομή πόρων, που καλύπτουν στοιχειωδώς λειτουργικές ανάγκες και συντήρηση υποδομών, επιπλέον πόροι και εντάξεις έργων δίνονται στους αρεστούς και στους υπάκουους αυτοδιοικητικούς. ΄Ετσι εξηγείται η απουσία κινητοποίησης από τους εκπροσώπους των αυτοδιοικητικών θεσμών για την έλλειψη πόρων, την εγκατάλειψη έργων από την απουσία χρηματοδότησης, την επιλεκτική χρηματοδότηση Δήμων, την έλλειψη σύγχρονου θεσμικού πλαισίου και πολλά άλλα. Η σύγκρουση με τον εκάστοτε κυβερνητικό μηχανισμό, όσο δίκαιη και αν είναι, θα έχει εκλογικές συνέπειες, γι’ αυτό και αποφεύγεται.
Συμπεραίνοντας, ο ασφυκτικός εναγκαλισμός της αυτοδιοίκησης από το κράτος/κυβέρνηση, αντίθετα με αυτό που συμβαίνει στη φιλελεύθερη και δημοκρατική Ευρώπη, την οδηγεί σε αδυναμία επίτευξης των σπουδαίων στόχων της και σε απαξίωση και μάλιστα στη χώρα που την “γέννησε”.
Είναι θεμιτό και φυσικό οι επικεφαλής των αυτοδιοικητικών σχημάτων να έχουν ιδεολογική και κομματική επιλογή, με την αναγκαία όμως προσήλωση στις αυτοδιοικητικές αξίες, που σημαίνει, μεταξύ άλλων, πρόταξη και προώθηση των τοπικών αναγκών και προβλημάτων. Αλλά και από την κυβέρνηση είναι επιβεβλημένο, ο σεβασμός στην αυτοδιοικητική ανεξαρτησία, την οικονομική αυτοδυναμία και το θεσμικό εκσυγχρονισμό Δήμων και Περιφερειών.
Ας συμπορευθούμε κάποτε με την Ευρώπη και τους θεσμούς της. Κάποτε….
(Παναγιωτης Ε. Νίκας)