Η αρχαιολογική έρευνα έχει αποκαλύψει τα αρχαιότερα ίχνη κατοίκησης στο Άργος στο λόφο του Προφήτη Ηλία, τη λεγόμενη Ασπίδα στα τέλη της Νεολιθικής εποχής γύρω στο 4000 – 3500 π.Χ.
Ο λόφος της Ασπίδας ξανακατοικήθηκε 1500 χρόνια αργότερα, δηλαδή γύρω στο 2000 π.Χ. σε μια εποχή που ονομάζουμε Μέση εποχή του Χαλκού η Μεσοελλαδική εποχή και η οποία διαρκεί από το 2000 έως το 1600 π.Χ.. Τότε στην κορυφή του λόφου αναπτύσσεται ένας ιδιαίτερα σημαντικός προϊστορικός οικισμός από τον οποίον ήρθαν στο φως πολυάριθμα κτίσματα.
Η ανάπτυξη του Άργους
Στις αρχές της Μυκηναϊκής εποχής (γύρω στο 1600 π.Χ.) ο σημαντικός αυτός οικισμός εγκαταλείπεται και αναπτύσσεται η κάτω πόλη, ανατολικά του λόφου. Την ακμή του Μυκηναϊκού Άργους μαρτυρούν οι πολυάριθμοι και πλούσιοι τάφοι του νεκροταφείου της Δειράδας στους Ν.Δ. πρόποδες του λόφου.
Το Άργος φτάνει στην ακμή του κατά τη διάρκεια της Γεωμετρικής και Αρχαϊκής εποχής ( 800 – 500 π.Χ. ).
Από τους μεγαλύτερους άνδρες της Πελοποννησιακής ιστορίας, ο Φείδων βασίλευσε μεταξύ 770–730 π.Χ.. Κατέστησε το Άργος δεσπόζουσα δύναμη της Πελοποννήσου και αυτός πρώτος έκοψε Ελληνικά νομίσματα από χαλκό και άργυρο με έμβλημα τη χελώνα. Στο τέλος του 8ου π.Χ. αιώνα το Άργος εξελίσσεται στο σημαντικότερο κέντρο μεταλλουργίας στην Ελλάδα.
Από τον 7ο αιώνα μ.Χ. αρχίζει η ο έντονος ανταγωνισμός με την άλλη μεγάλη δύναμη της Πελοποννήσου την Σπάρτη η οποία κράτησε για πολλούς αιώνες.
Από τον 6ο αιώνα π.Χ. , ο λόφος της Ασπίδας χρησιμοποιείται ως χώρος λατρείας, στη ΝΔ πλαγιά ιδρύεται το ιερό του Απόλλωνα Δειραδιώτη.
Οι Περίεργες Ασπίδες
Εκτός των άλλων, για τις περίεργες ασπίδες υπάρχουν πολλές αναφορές , όπως αυτό που λέγεται , ότι κατά την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου προηγούντο ιπτάμενες ασπίδες.
Αλλά, ακόμα υπάρχει αναφορά και σχετικά με τον Άβαντα και την μαγική ασπίδα.
Ο Άβας ήταν ο πρώτος που έτρεξε στον πατέρα του και τον πληροφόρησε για τον θάνατο του Δαναού και ήταν τόση η χαρά του Λυγκέα στο άκουσμα αυτό που δώρισε στον γιό του την ασπίδα που όπως λέγεται πρώτος αυτός κατασκεύασε αφού θεωρείτε και ο εφευρέτης της. Ο Άβας την κρέμασε στο ιερό της Ήρας και καθιέρωσε αγώνες τα γνωστά Ηραία κατά τους οποίους ο νικητής την έπαιρνε και την περιέφερε στην πόλη συνοδευόμενος από πομπή.
Για την ασπίδα αυτή όμως, άλλος λένε ήταν αυτός που την είχε και συγκεκριμένα κάποιος έφηβος που έτρεψε σε φυγή ολόκληρο στράτευμα με την μαγική δύναμη της άσπίδος του, η οποία αργότερα περιήλθε στον Δαναό, πού την ανήρτησε, αφιερώνοντας την στο Ηραίον του Άργους.
Ό Λυγκεύς ετόλμησε να ξεκρεμάσει το αφιέρωμα και να το προσφέρει στον γιό του Άβαντα, ο οποίος μόνον με αυτή καθυπέταξε τους αντιπάλους του, διότι η παρουσία της άσπίδος έτρεπε σε φυγή τους εχθρούς. Με την παράδοση αυτή συνδεόταν και το πανάρχαιο έθιμο σύμφωνα με το οποίο οι νικητές των αγώνων του Άργους ελάμβαναν εκτός από τον στέφανο και για έπαθλο μια ασπίδα. Αυτή την παράδοση περί Αβαντείας άσπίδος χρησιμοποίησε εντέχνως ο Βιργίλιος, για να κολακεύσει τον αυτοκράτορα Αύγουστο, που νίκησε τον Αντώνιο στο Άκτιο (31 π.Χ.).Οι θεοί τάχθηκαν τάχα υπέρ του Οκταβιανού Αυγούστου και τον έκαναν ικανό να παραλάβει την θαυματουργή ασπίδα, την οποία ο Αινείας φεύγοντας από την Τροία κρέμασε στην πύλη του ναού του Απόλλωνος στο Άκτιο.