Η υγεία αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα και όχι ως δημόσιο κοινωνικό αγαθό, η πρόσβαση στο οποίο θεσπίζεται ισότιμα για όλους, τόνισε στην ομιλία του ο βουλευτής Αρκαδίας Γιώργου Παπαηλιού στην εκδήλωση του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία με θέμα την υγεία στην Τρίπολη.
Όπως σημείωσε ο ίδιος:
“1) Οι βασικοί πυλώνες του κοινωνικού κράτους, η υγεία και η εκπαίδευση, βρίσκονται στο στόχαστρο της νεοφιλελεύθερης πολιτικής της ΝΔ, η οποία τους ακυρώνει, απαξιώνοντάς τους συστηματικά.
2) Η υγεία αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα και όχι ως δημόσιο κοινωνικό αγαθό, η πρόσβαση στο οποίο θεσπίζεται ισότιμα για όλους.
Προτεραιότητά της (της πολιτικής της ΝΔ) είναι η διευκόλυνση της εισόδου ιδιωτών στο ΕΣΥ-στο δημόσιο σύστημα υγείας αλλά και η εξολοκλήρου παραχώρηση τομέων του συστήματος σε ιδιώτες.
Έτσι αφήνονται οι δημόσιες δομές υγείας, κυρίως στην περιφέρεια, να υπολειτουργούν ή ακόμη και να μη λειτουργούν.
Δεν λαμβάνονται ουσιαστικά μέτρα, ώστε αυτές να στελεχωθούν, με την πρόσληψη μόνιμων ιατρών και νοσηλευτών, την παροχή κινήτρων σε νέους γιατρούς και ουσιαστικές αυξήσεις μισθών.
Σε αυτό το πλαίσιο, η υποχρηματοδοτηση και η υποστελέχωση αποτελούν τα σημαντικότερα προβλήματα.
Αυτά επηρεάζουν όλες τις λειτουργίες της πολιτικής υγείας σε όλα τα πεδία: Στις θέσεις του ιατρικού προσωπικού όλων των ειδικοτήτων, που παραμένουν κενές, αφού δεν προσλαμβάνονται καινούργιοι μόνιμοι ιατροί, στην ακραία καταπόνηση του υπηρετούντος ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, στην έλλειψη αλλά και στην αδρανοποίηση του εξοπλισμού που παραμένει εν πολλοίς αναξιοποίητος, στα χειρουργεία (στις μακρές λίστες αναμονής).
Καταργείται ο θεσμός της πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης των ιατρών, αφού πλέον, παράλληλα με τα καθήκοντά τους στο ΕΣΥ, επιτρέπεται να ασκούν ιδιωτικό έργο, με τη θεσμοθέτηση απογευματινών ιατρείων και απογευματινών χειρουργείων επί πληρωμή («κυβέρνηση τιμοκαταλόγων»)
Η κυβέρνηση νομοθετεί με γνώμονα την εξυπηρέτηση των ιδιωτιών της υγείας, εις βάρος κυρίως των οικονομικά ασθενέστερων ασθενών-πολιτών, των οποίων η οικονομική κατάσταση επιδεινώνεται συνεχώς. Έτσι παγιώνεται η «κουλτούρα» άμεσων πληρωμών και στον ιδιαίτερα ευαίσθητο τομέα της υγείας που απευθύνεται στους «έχοντες και κατέχοντες». Οι «μη έχοντες και κατέχοντες» οδηγούνται σε αποκλεισμό από τις (δωρεάν) υπηρεσίες υγείας.
3) Όλα αυτά αποτυπώνονται (και) στην οργάνωση και λειτουργία της πολιτικής υγείας στην περιφέρεια, εν προκειμένω στην Αρκαδία.
Ειδικότερα, το Παναρκαδικό Νοσοκομείο θα μπορούσε και θα έπρεπε να αποτελέσει περιφερειακό νοσοκομείο (για ολόκληρη την Περιφέρεια Πελοποννήσου).
Αντ΄ αυτού, έχει σοβαρά κενά και ελλείψεις ως προς τις υποδομές και ως προς τη λειτουργία πολλών κλινικών του και του ΤΕΠ, αφού ελλείπει η μόνιμη στελέχωσή τους σε κρίσιμες ειδικότητες ιατρών και σε μόνιμο νοσηλευτικό προσωπικό – εμβληματική είναι η περίπτωση αυτής των ακτινολόγων, αφού στο νοσοκομείο υπηρετεί ένας, ενώ είναι γνωστό, ότι νοσοκομείο χωρίς επαρκή αριθμό ακτινολόγων δεν μπορεί να λειτουργήσει ή μάλλον δεν είναι νοσοκομείο.
Οι συνταξιοδοτούμενοι γιατροί δεν αντικαθίστανται (τελευταία το πρόβλημα είναι οξύ με τους χειρουργούς), αφού δεν υπάρχει έγκαιρος προγραμματισμός αντικατάστασής τους.
Όλα αυτά επιβάλλουν μία ενιαία προκήρυξη, για όλες οι κενές οργανικές θέσεις και όπου αλλού χρειάζεται,
Επιπλέον, ακομη και η λειτουργία του εξοπλισμού παραμένει εν πολλοίς αδρανής. Στο ακτινοδιαγνωστικό τμήμα, ο αξονικός τομογράφος υπολειτουργεί, αφού οι αξονικές γίνονται από ένα γιατρό και δεν λειτουργούν ο μαγνητικός τομογράφος και οι υπέρηχοι, ενώ οι μαστογραφίες γίνονται μόνον σε καρκινοπαθείς.
Η πρωτοβάθμια φρονρίδα υγείας είναι άκρως προβληματική. Το Κέντρο Υγείας Τρίπολης δεν λειτουργεί επί 24 βωρου βάσεως, με συνέπεια το Παναρκαδικό Νοσοκομείο να επιβαρύνεται με το έργο πρωτοβάθμιας φροντίδας. Στα περιφερειακά Κέντρα Υγείας όλο το προσωπικό είναι επικουρικό. Η έλλειψή του δεν επιτρέπει «να βγαίνουν» οι εφημερίες, ενώ ο εξοπλισμός τους είναι εν πολλοίς απαρχαιωμένος.
Τα Κέντρα Υγείας χρειάζονται επειγόντως υγειονομικό προσωπικό και ανασύνταξη, ώστε να είναι σε θέση να επιτελέσουν στοιχειωδώς την αποστολή τους.
Υπάρχει σοβαρή έλλειψη ασθενοφόρων, πληρωμάτων ασθενοφόρων και οδηγών, γεγονός που θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια, την υγεία και τη ζωή των κατοίκων, αφού πολλές φορές ασθενείς μεταφέρονται στις δομές υγείας με δικά τους μέσα.
Η ψηφισθείσα ρύθμιση-«μπάλωμα», να μπορούν να αποτελούν πληρώματα των ασθενοφόρων ακόμη και υπηρετούντες στις ένοπλες δυνάμεις, δεν λύνει το πρόβλημα ή μάλλον το επιτείνει, καθώς οι συγκεκριμένοι δεν έχουν την κατάλληλη εκπαίδευση για τις καταστάσεις στις οποίες καλούνται να αντιμετωπίσουν (τροχαία, βαριά τραυματίες κτλ).
Είναι αναγκαίοι, ο συντονισμός και η συνέργεια του ΕΚΑΒ κυρίως με τα Κέντρα Υγείας της Γορτυνίας και της Κυνουρίας, που βρίσκονται σε απομακρυσμένες περιοχές. Η πρόταση για την ίδρυση σταθμών του ΕΚΑΒ στις ι απομακρυσμένες περιοχές της Αρκαδίας σε θέσεις που θα επιλεγούν και που θα διευκολύνουν τη μεταφορά ασθενών από τα Κέντρα Υγείας στο Παναρκαδικό Νοσοκομείο και πάντως για τη δημιουργία κινητής μονάδας του ΕΚΑΒ, παραμένει επίκαιρη.
Η 6η ΥΠΕ καλύπτει μία τεράστια έκταση (Πελοπόννησος-Ιόνια-Δ. Ελλάδα-Ήπειρος), με συνέπεια να μη μπορεί να λειτουργεί αποτελεσματικά.
Η Νοσηλευτική Σχολή του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, στην Τρίπολη, χρειάζεται τη δημιουργία πολλαπλών υποδομών , ώστε να αποκτήσει ισχυρή διασύνδεση με το Παναρκαδικό Νοσοκομείο.
4) Οι επιμέρους προτεινόμενες λύσεις (μέτρα) πρέπει να ενταχθούν σε ένα συνολικό σχεδιασμό, που να περιλαμβάνει:
Την αποκατάσταση του δημόσιου χαρακτήρα του ΕΣΥ, ώστε να υπάρχει πλήρης και εγγυημένη κάλυψη των σύγχρονων υγειονομικών αναγκών.
Την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας (Κέντρα Υγείας και Τοπικές Μονάδες Υγείας) και στο θεσμό του οικογενειακού γιατρού, με προτεραιότητα την ενίσχυση των δημόσιων δομών.
Την αύξηση της χρηματοδότησης του ΕΣΥ και του ΕΟΠΥΥ, ώστε να υπάρξει σύγκλιση με το μέσο ευρωπαϊκό όρο στις δημόσιες δαπάνες υγείας (7,5 % του ΑΕΠ).
Την αντιμετώπιση της κρίσης στελέχωσης του ΕΣΥ, με τη θέσπιση μηχανισμού αυτόματης και μόνιμης κάλυψης των κενών θέσεων λόγω συνταξιοδότησης, τη μονιμοποίηση των συμβασιούχων και στοχευμένες προσλήψεις.
Τη γενναία μισθολογική αναβάθμιση των γιατρών και των υπόλοιπων εργαζομένων του ΕΣΥ και την ένταξη στα βαρέα και ανθυγιεινά του συνόλου του προσωπικού του.
Τον περιορισμό των ανισοτήτων μεταξύ Κέντρου και Περιφέρειας, με την καθιερωση ειδικών κινήτρων, θεσμικών και μισθολογικών, προσέλκυσης ιατρών σε άγονες, δυσπρόσιτες και απομακρυσμένες περιοχές και (την καθιερωση) υγειονομικού ισοδύναμου για τους πολίτες που χρειάζεται να μετακινηθούν εκτός του τόπου της κατοικίας τους, ώστε να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας.
Την κατάρτιση ενός εθνικού σχεδίου υποδομών για την υγεία.
Τη θεσμική αναδιοργάνωση του ΕΣΥ, χωρίς «κλείσιμο» ή συρρίκνωση υγειονομικών δομών, αλλά με συνέργειες αυτών.
Βάσει όλων αυτών, που αποτελούν τους βασικούς άξονες της πολιτικής για την υγεία του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, η υγεία μπορεί και πάλι να αποτελέσει δημόσιο κοινωνικό αγαθό για όλους τους πολίτες σε όλη την επικράτεια“.