Μια μακάβρια υπόθεση βρυκολάκων είχε συνταράξει το 1846 την Κορινθία. Το νησάκι Σιδερώνα βρίσκεται στο επίκεντρο καθώς λέγεται πως εκεί εμφανίστηκαν βρυκόλακες.
Αναστατώνονται οι Αρχές και ειδοποιείται η Ιερά Σύνοδος. Στο σημείο σπεύδει ο επίσκοπος Αιγίνης και κάνει αγιασμούς, ευχέλαια και εξορκισμούς. Μάλιστα στα γενικά αρχεία του κράτους υπάρχει σχετική αναφορά του αρχιμανδρίτη Ζαχαρία Μαθά προς την Ιερά Σύνοδο με ημερομηνία 18 Ιανουαρίου 1848.
Όλα ξεκίνησαν όταν τρεις άντρες από το Σοφικό Κορινθίας πήγαν στο Κόρφο. Εκεί μέθυσαν και στη συνέχεια μπήκαν σε μία βάρκα. Ωστόσο μία ξαφνική καταιγίδα, αλλά και η κατάσταση μέθη στην οποία βρισκόντουσαν τους οδήγησαν στο μοιραίο. Πνίγηκαν κατά τη διάρκεια της νύχτας και τα σώματά τους ξεβράστηκαν στην ακτή.
Οι συγγενείς τους μετέφεραν τα πτώματα στο χωριό προκειμένου να τα θάψουν, ωστόσο ξεσηκώθηκαν οι υπόλοιποι κάτοικοι του χωριού και δεν επέτρεψαν να γίνει η ταφή, αφού σύμφωνα με μία παλιά δεισιδαιμονία όσοι πνίγονται στη θάλασσα γίνονται βρυκόλακες όταν θάβονται στη στεριά.
Οι οικογένειες των νεκρών όμως δεν ήθελαν να πετάξουν τα σώματα των δικών τους στη θάλασσα και αποφασίζουν να πάρουν τα φέρετρα και να πάνε να θάψουν τους τρεις νεκρούς στο νησάκι Σιδερώνα.
Πέντε μήνες αργότερα όμως το μυστικό μαθεύτηκε και οι κάτοικοι του χωριού ξεσηκώθηκαν και φώναζαν πως οι πνιγμένοι έγιναν βρυκόλακες και ανέβηκαν στο Σοφικό για να τρομάξουν τους κατοίκους. Τότε οι συγγενείς των τριών ανδρών επιστρέφουν στο νησάκι Σιδερώνα κάνουν εκταφές και ξαναθάβουν τους νεκρούς σε μία απομακρυσμένη τοποθεσία. Όμως το μυστικό πως οι πνιγμένοι κηδεύτηκαν στη στεριά μαθεύτηκε και στο Σοφικό ξέσπασε θύελλα. Κάτοικοι έλεγαν πως οι τρεις βρυκόλακες άρχισαν επιδρομές στο χωριό.
Μετά από καιρό όμως αποδείχθηκε πως όλα αυτά ήταν ένας μύθος που ξεκίνησε από ένα ψέμα κατοίκου του χωριού. Όπως διαπιστώθηκε το μύθο των βρυκολάκων των έπλασαν συντοπίτες των συγγενών των νεκρών επειδή οι οικογένειες τους είχαν διαφορές. Η μήπως όχι;