Με μια δύσβατη και βραχώδη περιοχή, δυτικά της πεδιάδας του Λεωνιδίου και στην κόγχη των απόκρημνων βουνών κρέμεται σχεδόν η Μονή της Σίντζας που είναι αφιερωμένη στον Άγιο Νικόλαο. H χρονολογία ίδρυσης της Μονής δεν είναι ακριβής, αλλά αναφέρεται η Μονή Σίντζα σε πατριαρχικό έγγραφο του 1622 με υπογραφή του Πατριάρχη Ιεροσολύμων Θεοφάνη.
Πάνω δε από τη θύρα στο υπέρθυρο υπάρχει η χρονολογία 1783, πιθανότατα χρονολογία ανακαίνισης. Σύμφωνα με τους μελετητές, η ανέγερση του μοναστηριού τοποθετείται ανάμεσα στο 1200-1300 μ.Χ.
Η μονή Αγ. Νικολάου Σίντζας βρίσκεται σε απόσταση 6 χιλιομέτρων βορειοδυτικά του Λεωνιδίου. Το Λεωνίδιο, πρωτεύουσα της Τσακωνιάς, στην εύφορη κοιλάδα που τη διασχίζει ο χείμαρρος Δαφνώνας, διαδέχτηκε την πόλη των αρχαίων Βρασιών ή Πρασιών. Αυτή υπήρξε μία από τις δεκαοκτώ πόλεις των Ελευθερολακώνων και είχε ιερά αφιερωμένα στον Ασκληπιό και τον Αχιλλέα.
Το Λεωνίδιο αναφέρεται για πρώτη φορά σε χρυσόβουλλο του Ανδρόνικου Β΄ Παλαιολόγου το 1293, στο οποίο γίνεται μνεία του ναού του Αγίου Λεωνίδη, από τον οποίο η πόλη πήρε το όνομά της.
Η νέα πόλη ιδρύθηκε από Πραστιώτες μετά την καταστροφή του Πραστού το 1826. Η μονή Αγίου Νικολάου κτίστηκε στο βάθος της κοιλάδας του Λεωνιδίου, σε ένα μονοκόμματο κοκκινόχρωμο βράχο, στον οποίο διακρίνονται κατά τόπους σκήτες που φιλοξένησαν ασκητές. Η διαμόρφωση του βράχου σε σκήτες υπολογίζεται ότι πραγματοποιήθηκε στα τέλη του 16ου ή στις αρχές του 17ου αιώνα. Η ευφυής χρησιμοποίηση των σπηλαιωδών ανοιγμάτων στο σημείο που επελέγη για να κτιστεί το μοναστήρι, επέτρεψε να τεθούν τα θεμέλια της μονής σε χώρο στερεό, στεγανό και ευρύχωρο και εκεί θεμελιώθηκε η αρχική μονή· ανατολικότερα είναι ευδιάκριτες οι αβαθείς σπηλιές των ασκηταριών. Καθ΄ ύψος σχηματίστηκαν δύο πτέρυγες κτισμάτων για κελιά και ξενώνες, ενώ το κεντρικό τμήμα της μονής κατέλαβε το καθολικό. Σπηλαιώδεις διαμορφώσεις χρησιμοποιήθηκαν ως αποθηκευτικοί και βοηθητικοί χώροι.
Ως προς την επωνυμία της μονής Σίντζας έχουν διατυπωθεί αρκετές απόψεις. Βασικά αναζητείται η σχέση με την τσακώνικη διάλεκτο, όπου «συτζά» σημαίνει «συκιά». Για την ίδρυση και την ονομασία της μονής πλάστηκαν ιστορίες, ενώ πίστευαν ότι στη σπηλιά όπου αναπτύσσεται η μονή, υπήρχε συκιά.
Σύμφωνα με μία άλλη άποψη, η επωνυμία Σίντζα προέρχεται από την τουρκική λέξη «since», που σημαίνει «κεραμένια», ενώ ως πιθανή προέλευση της ονομασίας αναφέρεται και το «sincap», που σημαίνει ενυδρίδα ή άλλο ζώο που το δέρμα του χρησίμευε για παραγωγή γουναρικών ή και το ίδιο το γουναρικό. Σε διαθήκη του 1819 η μονή αναφέρεται ως «Ινσίντζα».
Η ορθογραφία της ονομασίας Σίντζα έχει επικρατήσει με «ι» έναντι του «υ», όπως εμφανίζεται στα σιγίλλια που σχετίζονται με τη μονή, επειδή δεν υπάρχει έως σήμερα βεβαιότητα για την ερμηνεία «Συντζά = συκιά».
Προσεγγίζει κανείς το Μοναστήρι μέσω ενός ομαλού χωματόδρομου που απέχει από το Λεωνίδιο 1 ώρα και 30 λεπτά περίπου για τον πεζοπόρο, ενώ με το αυτοκίνητο γίνεται ευκολότερη η πρόσβαση. Σήμερα διακρίνει κανείς εύκολα το λευκό μοναστήρι από τον επαρχιακό δρόμο, αλλά κάποτε με την γκρίζα πέτρα του ενσωματωμένη αρμονικά στο δυτικό βάθος της πεδιάδας του Λεωνιδίου μέσα στην χαράδρα έμοιαζε σαν τμήμα του βράχου.
Δείτε τα βίντεο: