Την πρώτη μέρα συζήτησης του Προϋπολογισμού στη Βουλή τοποθετήθηκε ο Γιώργος Γαβρήλος, ειδικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, επισημαίνοντας τις άδικες, αντιλαϊκές και τελικά πολύ λίγες πολιτικές στήριξης της Εργασίας ώστε να αντιμετωπίσουν την βαθιά κοινωνική κρίση και τη φτώχια που τα νοικοκυριά βιώνουν σήμερα.
Εδώ τα βασικά σημεία της ομιλίας του Τομεάρχη Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης ΣΥΡΙΖΑ- ΠΣ:
Προϋπολογισμός μακριά από τις ανάγκες της Κοινωνίας
«Ο Προϋπολογισμός είναι πολύ πίσω από τις ανάγκες της κοινωνίας, των πολιτών των Συνταξιούχων, των εργαζόμενων, των μικρομεσαίων αλλά και της ίδιας της Οικονομίας. Αποτυπώνει ουσιαστικά, τη συνέχεια μιας αδιέξοδης και αντικοινωνικής κυβερνητικής πολιτικής. Οριζόντια φορολόγηση, στάσιμοι μισθοί, μηδενική ανάπτυξη, ανεξέλεγκτο ιδιωτικό χρέος και άρνηση να αντιμετωπίσει τα μεγάλα ζητήματα της ακρίβειας και της βιωσιμότητας των νοικοκυριών, και για το 2024. Συνεχίζει να δημιουργεί κοινωνικές αδικίες, αφήνοντας τους αδύναμους και τον κόσμο της εργασίας, έρμαια στην κρίση.
Η μικρή αύξηση των ονομαστικών μισθών, δεν καλύπτει την αγοραστική απώλεια των νοικοκυριών, κυρίως των μεσαίων και χαμηλών εισοδημάτων. Το ποσοστό της Εργασίας στο συνολικό ΑΕΠ, μειώνεται δραστικά, δεδομένου ότι τίποτα δεν δίνεται σε αυτούς από τη μικρή μεγέθυνση του ΑΕΠ. Οι μικρές αυξήσεις των μισθών, δεν απορροφούν τις αυξήσεις των αγαθών πρώτης ανάγκης και διατροφής, διευρύνοντας έτσι τις ανισότητες. Η επιλογή της Κυβέρνησης να μην ανακατανείμει δίκαια το εισόδημα, είναι δεδομένη και αποτυπώνεται και στον Προϋπολογισμό του 2024.
Έχετε σπείρει στην κοινωνία τον σπόρο των χαμηλών προσδοκιών, ώστε μέσα στην ανέχεια και το αδιέξοδο, το pass, το κουπόνι και τα 40 ευρώ αύξηση να φαίνονται κρατική στήριξη. Την ίδια ώρα έχετε κάνει σκοπό της διακυβέρνησής σας να κρατήσετε στα πούπουλα όλα τα μεγάλα συμφέροντα: εταιρείες ενέργειας, διυλιστήρια, εταιρείες τροφίμων, Μίντια, κατασκευαστικές, ημέτεροι και golden boys ζουν με σας, τις χρυσές εποχές της light φορολόγησης, των προστίμων- χάδια, των φωτογραφικών ρυθμίσεων, των παχυλών bonus και των απευθείας αναθέσεων.
Μια ακόμη δύσκολη χρονιά για τους εργαζόμενους και τους μικρομεσαίους
Από τα στοιχεία του Προϋπολογισμού για την Εργασία, φαίνεται ότι η αύξηση μισθών σε ποσοστό 6,5%, δεν αντιμετώπισε την μεταβολή πληθωρισμού σε διατροφή και διαρκή αγαθά, που ξεπερνά το 9,3% (Οκτώβρης 2023). Επιπλέον, στον προϋπολογισμό αποτυπώνεται η μικρή αύξηση- κοροϊδία, στον μισθό των δημοσίων υπαλλήλων, κατά 70ευρώ (550εκ), στην οικογενειακή παροχή από 20-50ευρώ, στο επίδομα θέσης ευθύνης κατά 30% και σε άλλα επιδόματα (σύνολο αύξησης 989 εκ). Η αύξηση κατά 8% στο εγγυημένο εισόδημα και οι μικρές αυξήσεις στις συντάξεις (3%), δεν απορροφούν τις πληθωριστικές πιέσεις που δέχονται τα κατώτερα εισοδήματα. Γίνεται, ακόμη, αναφορά στο ξεπάγωμα των τριετιών, που αποτελεί κοροϊδία για το σύνολο σχεδόν των εργαζομένων. Στη ρύθμιση δεν υπάρχει αναδρομικότητα και όφελος για την περίοδο 2012-2023.Αυτές είναι οι καλύτερες μέρες που τάζατε στους μισθωτούς και στον κόσμο της απόμαχης εργασίας της χώρας, το καλοκαίρι, όταν ζητούσατε την ψήφο του. Και τελικά τους σέρνετε σε μια παρατεταμένη συνέχιση της κρίσης φτώχιας, ακρίβειας και ανέχειας.
Η αύξηση φόρων στο εισόδημα φυσικών προσώπων, κατά 959 εκ. ευρώ, παρά την αύξηση του αφορολόγητου ορίου στα 1.000 ευρώ (135εκ ευρώ), εξανεμίζει τις αυξήσεις στους μισθούς και στις συντάξεις (αύξηση 17,9% από το 2023, λόγω αυξημένης παρακράτησης φόρου).
Σχετικά, δε, με τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα οφείλουμε βέβαια να θυμίσουμε και το πρόσφατο Φορολογικό Νομοσχέδιο και το οποίο επιβαρύνει οριζόντια όλους τους μικρούς και μεσαίους επιχειρηματίες και αυτοαπασχολούμενους με τέτοιο τρόπο, που τους οδηγεί στα λουκέτα και στο κλείσιμο. Εκτός λοιπόν αυτών, οι αυξήσεις των ασφαλιστικών εισφορών (936εκ) και το 2024, επιβαρύνουν ιδιαίτερα μισθωτούς, ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους. Για τους ελεύθερους επαγγελματίες θα υπάρξει και μια αύξηση εισφορών κατά 4%, ενώ οι οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία εκτοξεύονται στα 46 δις. Αυτό το μέλλον λοιπόν επιφυλάσσατε για την ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας και την μεσαία τάξη, που τόσο υπερασπιζόσασταν από την θέση της Αντιπολίτευσης.
Μια άλλη πολιτική είναι αναγκαία
Από τον Προυπολογισμό του 2024 λείπει η μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα και στον Ειδικό Φόρος Κατανάλωσης στα καύσιμα, με την ταυτόχρονη κατάργησή του για το αγροτικό και κτηνοτροφικό πετρέλαιο. Πρέπει άμεσα να αυξηθεί ο κατώτατος μισθός στα 880 ευρώ στον ιδιωτικό τομέα με ετήσια τη ρυθμική αναπροσαρμογή. Να αυξηθούν οι μισθοί στο δημόσιο τομέα κατά 10%. Να επανέλθει η ρύθμιση για την απόδοση της 13ης σύνταξης, να γίνει αύξηση των συντάξεων και σε όλους εκείνους που διατηρούν την προσωπική ακόμη διαφορά και πρέπει να αποδοθούν τα χρωστούμενα αναδρομικά σε 2,5 εκατομμύρια συνταξιούχους που αυτή τη στιγμή τους εμπαίζετε.
Πρέπει να επανέλθει η δικαιοσύνη στην εργασία με την αποκατάσταση των Συλλογικών Συμβάσεων, την κατάργηση των νόμων της Νέας Δημοκρατίας που έφεραν απορρύθμιση στην αγορά εργασίας και μεγάλες αδικίες κυρίως για τους νέους ανθρώπους που αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τη χώρα. Η εργασιακή αγορά έχει καταντήσει μια ζούγκλα και σεις κλείνετε το μάτι σε αυτή την κατάσταση, καταργώντας το ΣΕΠΕ και τους ελέγχους. Το ΣΕΠΕ να ενισχυθεί, οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του, ώστε να σταματήσει πια η κυβέρνηση να «κλείνει το μάτι» στα μεγάλα εργοδοτικά συμφέροντα και στους φίλους της. Ο ΕΦΚΑ χρειάζεται στελέχωση με νέες προσλήψεις και όχι περαστικούς καλοπληρωμένους τάχα μάνατζερ. Η τύχη του ασφαλιστικού μας συστήματος συνδέεται συνολικά με την προοπτική της οικονομίας, της εργασίας και του δημογραφικού της χώρας.
Την ώρα που η Κυβέρνηση συνεχίζει την απορρύθμιση της δημόσιας ασφάλισης, θεσπίζοντας τη νέα επικουρική ασφάλιση χωρίς ιδιαίτερες μελέτες και με ένα μεγάλο κενό που δημιουργεί για τις επόμενες δεκαετίες στα ταμεία του ΕΔΚΑ, εμείς προτάσσουμε την ανάγκη το ασφαλιστικό μας σύστημα να οργανωθεί πάνω σε ενιαία βάση με ενιαίους κανόνες. Χρειάζεται Χρηματοδότηση και βελτίωση της ποιότητας των παροχών με ενιαίο τρόπο αλλά όχι προς τα κάτω όπως, ο Υπουργός Εργασίας προανήγγειλε.
Πρέπει το κράτος να αποτελέσει τον εγγυητή της βιωσιμότητας του δημόσιου συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, έτσι ώστε, να μην «σκάσει» σε λίγο καιρό μια φούσκα που θα συμπαρασύρει το δημογραφικό αλλά και τις ζωές των νέων ανθρώπων».