Τα λησμονημένα πρόσωπα της Απελευθέρωσης του Ναυπλίου παρουσίασε ο Τόλης Κοΐνης κατά την ομιλία του στην εκδήλωση του Προοδευτικού Συλλόγου Ναυπλίου «Ο Παλαμήδης», στην αίθουσα του Βουλευτικού στο Ναύπλιο στις 26 Νοεμβρίου:
«Τιμούμε την απελευθέρωση της πόλης μας.
Δεν τιμούμε ένα στιγμιαίο γεγονός. Δεν τιμούμε μια νυχτερινή έφοδο μόνο, αλλά μια επίπονη προσπάθεια 20 μηνών.
Επέλεξα, για την φετινή επέτειο, τα πρόσωπα. Τα πρόσωπα που η εικόνα τους έχει απωλεσθεί από την συλλογική μνήμη της πόλης.
Γιατί; Για πολλούς λόγους… και σκόπιμους και τυχαίους. Θα προσπαθήσουμε να τα δούμε ένα προς ένα.
Ξεκινάμε. Με έναν δεσπότη. Γρηγόριος, Μητροπολίτης Ναυπλίας και Άργους. Ο τελευταίος που εκλέχτηκε με αυτόν τον τίτλο. Μετά υπήρξε τοποτηρητής και ο επόμενος που εκλέχτηκε ήταν πλέον επικεφαλής της Μητροπόλεως Αργολίδος, όπως είναι και σήμερα ο τίτλος.
Είχε το παρατσούκλι ο Καλαμαράς. Δείγμα της αγάπης που έδειχνε στα Γράμματα. Μυημένος στην Φιλική Εταιρεία. Έχουν βρεθεί και τα συνθηματικά αναγνωριστικά του. Ένα Ν κεφαλαίο με τρεις τελίτσες. Ίσως από το Ναυπλίας. Έδρασε συνωμοτικά, μύησε πολλούς ιερείς και προκρίτους στο μυστικό της εταιρίας και φιλοξένησε για ένα κρίσιμο διάστημα τον Παπαφλέσσα.
Πήγε αυτόβουλα όμηρος στους Τούρκους στην Τρίπολη. Ήξερε ότι ήταν εντολή ανήμερα του Ευαγγελισμού να ξεσηκωθούν οι σκλάβοι. Κατανοούσε όμως ότι η Οθωμανική φρουρά του Ναυπλίου μπορούσε να οργανώσει πογκρομ κατά των Ελλήνων του Άργους και να μην αφήσει κανέναν (όπως έγινε στις Κυδωνιές, στη Χίο και στην Πόλη). Θυσιάστηκε αυτοβούλως. Παρουσιάστηκε στον τοποτηρητή του Πασά στην Τρίπολη. Τον έκλεισαν στα υπόγεια του Σαραγιού μαζί με τους άλλους αρχιερείς. Και πέθανε από λιμώδες νόσημα λίγο μετά την απελευθέρωσή του στον Αχλαδόκαμπο.
Η εκκλησία έχει αγιοποιήσει τους ιεράρχες που πέθαναν κατ αυτόν τον τρόπο στην Τρίπολη. Εμείς, ευτυχώς υπάρχει το άγαλμά του στην πόρτα του Αγίου Πέτρου στο Άργος. Στο Ναύπλιο υπάρχει έστω ένας δρόμος με το όνομά του;
Συνεχίζουμε με τους δυο Αρχιμανδρίτες τον Διονύσιο Βούλγαρη, ηγούμενο της Μονής Αυγού και τον παπά Αρσένη Κρέστα. Και την πέτρα που λέγεται Γκούρι Βιτόρεζε…
Πέτρα της Βιτόριζας… η «Αγια- Λαύρα της Αργολίδας». Εκεί σε αυτή την πέτρα δώσανε τον όρκο της Επανάστασης οι Κρανιδιώτες και ευλόγησαν αυτοί οι δυο Αρχιμανδρίτες τα όπλα. 2000 κίνησαν από την Ερμιονίδα και έφτασαν στις 28 του Μάρτη του 1821, στο Χαϊντάρι, με στόχο να πάρουν το Ανάπλι.
Ο Διονύσιος βρήκε ηρωικό θάνατο στο Κατσίγκρι, στις 10/4/1821. Ήταν μέρα του Πάσχα. Οι Έλληνες που πολιορκούσαν το Ναύπλιο είχαν στρατοπεδεύσει εκεί. Έκαναν έξοδο οι Τούρκοι, τους έπιασαν πάνω στο γλέντι, διέλυσαν το στρατόπεδο. Μόνο ο Διονύσιος με τους καλόγερους του Αυγού δεν μεθοκοπούσαν – λόγω ιερατικού σχήματος -. Ήταν νηφάλιοι. Κράτησαν άμυνα στους Τούρκους για να προλάβουν οι άλλοι να φύγουν. Βρήκαν ηρωικό θάνατο στο πεδίο της μάχης. Τα κεφάλια του ηγούμενου και των καλογέρων κομμένα τα έφεραν οι Τούρκοι και στόλισαν την Πύλη της Ξηράς…
Ο παπά Αρσένης Κρέστας παρέμεινε σε όλες τις φάσεις της πολιορκίας του Ναυπλίου, μαζί με τους Κρανιδιώτες, έξω από τα τείχη της πόλης μας. Σκοτώθηκε στα Δερβενάκια, δυο μέρες πριν από την άλωση του Παλαμηδιού. Για να αποκρούσει, κάτω από τις διαταγές του Κολοκοτρώνη, την προσπάθεια διάσπασης της πολιορκίας του Ναυπλίου από τους Τούρκους.
Οι δυο αυτοί ιερωμένοι ήταν ο πρώτος και ο τελευταίος νεκρός της πολιορκίας του Ναυπλίου. Υπάρχει κάτι στην πόλη μας που να διατηρεί την μνήμη τους; Για σκεφθείτε…
Συνεχίζουμε με έναν χασάπη. Έναν νεαρό χασάπη που αναδείχτηκε σε στρατιωτικό ηγέτη. Στάικος Σταϊκόπουλος, από την Ζάτουνα. Δούλευε σε Ύδρα και Σπέτσες. Ήρθε από τους πρώτους στην πολιορκία του Ναυπλίου. Μυημένος στην Φιλική Εταιρία.
Πώς αναδείχθηκε αυτός ο νεαρός σε αρχηγό;
Στις 12 Απρίλη του 1821. Οι Σπετσιώτες με καταδρομική ενέργεια αποβιβάστηκαν και κατέλαβαν τους Μύλους. Η Μπουμπουλίνα κατέβηκε από το πλοίο. Την ίδια μέρα είχε φτάσει από την Καλαμάτα στο Άργος ο Παπαφλέσσας. Συναντήθηκαν σε πανηγυρικό κλίμα στο Άργος και αποφάσισαν τη συνέχιση της πολιορκίας του Ναυπλίου. Συγκροτήθηκε ένα διοικητικό σώμα, μια Καγκελαρία, και ορίστηκε (με πρόταση και επιμονή του Παπαφλέσσα) ο Σταϊκόπουλος για αρχηγόςτης πολιορκίας.
Έδειξε πυγμή. Επανέφερε τους διασκορπισμένους Έλληνες στο Κατσίγκρι, Ξανάφτιαξε το στρατόπεδο, τοποθέτησε φυλάκια, όρισε περιπόλους και οργάνωσε τη στοιχειώδη επιμελητεία.
Ένας νεαρός που μέχρι τότε ήταν άσχετος με τον στρατό… Δεν είχε υπηρετήσει σε κανέναν στρατό και ούτε είχε κάνει κλέφτης.
Γρήγορα, άρχισαν οι διχόνοιες. Οι στρατιώτες που ήταν από την περιφέρεια του Άργους ήθελαν την αντικατάστασή του από τον Δημήτριο Τσώκρη, που μόλις είχε έρθει κυνηγημένος από την Κωνσταντινούπολη.
Η διχόνοια εκδηλώθηκε έντονα στις 25 Απρίλη του 1821. Όταν οι Τούρκοι έστειλαν 3.500 μισθοφόρους Τουρκαλβανούς, με τον Κεχαγιάμπεη να διαλύσουν στην Επανάσταση. Οι περισσότεροι Έλληνες ακολούθησαν τον Τσώκρη, για να υπερασπίσουν το Άργος στην γέφυρα του Ξεριά. Ο Σταϊκόπουλος δεν τους ακολούθησε. Όταν η μάχη στον Ξεριά εξελίχθηκε σε καταστροφή και οι Τούρκοι μπήκαν στο Άργος, τότε εμφανίστηκε ο Σταϊκόπουλος σαν από μηχανής Θεός και κατέλαβε το κάστρο της Λάρισας του Άργους, όπου κατέφθασε και ο Παπαφλέσσας.
Ο Σταϊκόπουλος παρέμεινε στην πολιορκία του Ναυπλίου, όχι σαν αρχηγός. Ο Κολοκοτρώνης μετά τη μάχη στο Βαλτέτσι όρισε αρχηγό της πολιορκίας του Ναυπλίου τον Νικηταρά, τον οποίο μετά από ένα μήνα η Πελοποννησιακή Γερουσία τον αντικατέστησε.
Στον Σταϊκόπουλο ανέθεσαν να εκκαθαρίσει την διαδρομή Ναύπλιο-Τρίπολη από στρατιωτικά φυλάκια που είχε τοποθετήσει ο Κεχαγιάμπεης. Την αποστολή την εκτέλεσε με απόλυτη επιτυχία. Σε όλες τις επόμενες φάσεις της πολιορκίας του Ναυπλίου και κατά την επιδρομή του Δράμαλη, ήταν στις δυνάμεις που ακολουθούσαν τα σχέδια του Κολοκοτρώνη, που ήταν και μακρινός του θείος. Ο Κολοκοτρώνης με το κύρος του νικητή στα Δερβενάκια τον όρισε ξανά αρχηγό της πολιορκίας τον Οκτώβριο του 1822.
Είχε προηγηθεί μια χαλάρωση, γιατί ο Γέρος είχε αρρωστήσει και είχε αποτραβηχτεί στην Τρίπολη… και μόλις ξαναγύρισε ανέθεσε την αρχηγία της πολιορκίας του Ναυπλίου στον Στάϊκο. Τον επέλεξε κυρίως για την αυστηρότητά του. Τότε είχε παρατηρηθεί μεγάλη μαύρη αγορά μεταξύ των Ελλήνων της περιοχής μας και των πολιορκημένων Τούρκων. Τρόφιμα ανταλλάσσονταν με λίρες και χρυσαφικά. Σε τέτοια φαινόμενα, ο Στάϊκος ήταν αμείλικτος. Σε ένα παρόμοιο επεισόδιο που ήθελε να τιμωρήσει κάποιον στρατιώτη πού κυνήγησε και σκότωσε ένα ελάφι στο Μοναστήρι της Κατακεκρυμμένης στο Άργος, σκότωσε κατά λάθος έναν εξάδελφό του. Λένε πως από εκεί προήλθε η ψυχικήνόσος που τον ταλαιπώρησε και τον έφερε στην έσχατη εξαθλίωση λίγο πριν από τον θάνατό του το 1834 στο Ναύπλιο.
Στην αυστηρότητά του και το παράτολμο θάρρος του το Ναύπλιο οφείλει τη λευτεριά του. Ναι μεν τον έχουμε τιμήσει με το όνομά του σε δυο βασικές οδούς στο Ναύπλιο και την Άρεια (το άγαλμα είναι δωρεά απογόνων του)… αλλά στην κοινή μνήμη της πόλης αρχίζει να χάνεται. Ρώτησα κάποτε μαθητές να μου πουν ποιού είναι το άγαλμα μπροστά στην Πύλη της Ξηράς… η απάντησή τους ήταν η πλήρης σιωπή…
Όμως εκτός από τον Σταϊκόπουλο σημαντικότατο ρόλο στην οργάνωση της πολιορκίας έπαιξαν και οι δυο αδελφοί Σταματελόπουλοι, ο γνωστός Νικηταράς και ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο καπετάν Νικόλας.
Αυτοί ήταν και οι δυο επαγγελματίες στρατιωτικοί. Είχαν υπηρετήσει στα Ελληνικά στρατεύματα που είχαν οργανωθεί στην Επτάνησο, πρώτα από Γάλλους, μετά από Ρώσους και τέλος από Βρετανούς και είχαν πολεμήσει στη Νότιο Ιταλία στη διάρκεια των Ναπολεόντειων πολέμων. Γνώριζαν πως πρέπει να οργανωθεί ένα στρατόπεδο. Και αυτή η γνώση στάθηκε πολύτιμη. Ο καπετάν Νικόλας ήταν ο επικεφαλής του στρατοπέδου στο Κατσίγκρι από Μάη του 1821 μέχρι Αύγουστο 1822. Διακρίθηκε κατά την συντεταγμένη μεταφορά του στρατοπέδου στα Ίρια όταν κατέφθασε ο Δράμαλης και στην ταχεία επανασύστασή του.
Σκοτώθηκε στο Κοφίνι τον Αύγουστο του 1822. Είχαν κάνει οι Τούρκοι μια έξοδο. Στόχος τους ήταν να συλλέξουν τρόφιμα και να γυρίσουν πίσω. Ο Νικόλας έπιασε έναν Τούρκο να έχει ανέβει σε μια συκιά. Του ζήτησε να παραδοθεί. Εκείνος προσποιήθηκε ότι παραδίδει τα όπλα. Αλλά, τελευταία στιγμή τον πυροβόλησε.
Υπάρχει έστω ίχνος της μνήμης του στην πόλη μας;
Ο Νικηταράς έδρασε έξω από το Ναύπλιο σε δύο φάσεις. Και στις δύο η δράση του ήταν καθοριστική. Αν και έχει ξεχαστεί και αυτή από τη συλλογική μας μνήμη.
Η πρώτη συνδέεται με μια μεγάλη νίκη. Γύρω στις 20 Μαϊου του 1821 ο Νικηταράς, νικητής της μάχης στα Δολιανά, καταφθάνει στο Κατσίγκρι. Οι Τούρκοι πιστεύοντας πως το στρατόπεδο ήταν διαλυμένο, έκαναν έξοδο προς συλλογή τροφών. Σύμπασα η Οθωμανική φρουρά του Ναυπλίου συνοδεύοντας Έλληνες δούλους βγήκε και τράβηξε κατά την σημερινή οδό Αγίου Αδριανού. Μετά το ΚΕΜΧ, στη θέση που ονομαζόταν Κατόγλι διασκορπίστηκαν για να θερίσουν στάχια και να μαζέψουν ό,τι άλλο μπορούσαν. Ο Νικηταράς είχε αναπτύξει περιμετρικά τις δυνάμεις του και άρχισε κυκλωτική κίνηση. Οι Τούρκοι όταν το αντιλήφθηκαν τράπηκαν σε άτακτη φυγή. Οι δούλοι αφέθηκαν ελεύθεροι. Εγκαταλείφθηκαν και δυο κανόνια. Μόλις πλησίασαν υποχωρούντες και κυνηγημένοι από τους Έλληνες στο Ναύπλιο και βρέθηκαν κάτω από την προστασία των πυροβόλων των φρουρίων δεν ανασυντάχτηκαν. Γιατί ο Νικηταράς διέταξε να βάλουν φωτιά στα σπαρτά.
Η δεύτερη εμφάνιση του Νικηταρά, προ των πυλών του Ναυπλίου, έγινε τον Δεκέμβριο του 1821. Στις 4 του Δεκέμβρη οι Έλληνες σχεδίασαν μια γενική έφοδο από στεριά και θάλασσα κατά των τειχών της πόλης. Η αιχμή του δόρατος θα ήταν ο Νικηταράς. Είχε χωθεί μέσα στην τάφρο μπροστά από τα τείχη της Πύλης της Ξηράς, είχε τοποθετήσει σκάλες για να κάνουν ρεσάλτο, αλλά ένα παλικάρι γλίστρησε και εκπυρσοκρότησε η πιστόλα του. Τότε οι Τούρκοι αντιλήφθηκαν τον Νικηταρά και άρχισαν να πυροβολούν από τα τείχη. Τραυματίστηκε. Οι Τούρκοι άνοιξαν την Πύλη της Ξηράς για να τον συλλάβουν. Τα παλικάρια του έδωσαν τιτάνια μάχη. Τον έσωσαν μεταφέροντας τον στα χέρια.
Μετά την αποτυχία αυτή οι Έλληνες αποσύρθηκαν. Έστειλαν ένα μεγάλο μέρος του στρατεύματος στην Κόρινθο. Και οι πιο μεγάλοι πήγαν στην αρχή στο Άργος και μετά τη δολοφονία του Αντώνη Οικονόμου, μετακόμισαν στη Νέα Επίδαυρο. Εκεί συνήλθε η Εθνοσυνέλευση. Η πρώτη. Αυτή που έβαλε ταφόπετρα στην Φιλική Εταιρία και τις δομές της, έδωσε την εξουσία στους πολιτικούς. Και παραμέρισε τους στρατιωτικούς.
Ο Νικηταράς δεν συμμετείχε σε αυτά… ήταν τραυματίας στο Άργος. Οι Τούρκοι έκαναν και πάλι έξοδο για τρόφιμα. Έφτασαν μέχρι τη Δαλαμανάρα. Πάλι όμως βρήκαν το μπελά τους από τον Νικηταρά. Συγκέντρωσε ό,τι διαθέσιμο στράτευμα βρήκε και με αντεπίθεση τους ανάγκασε να οπισθοχωρήσουν κακήν κακώς στο Ναύπλιο.
Μην μου πείτε, ότι η μνήμη του ήρωα έχει μείνει ζωντανή… Ναι, μεν έχουμε το μνημείο του, αλλά το κρύψαμε σε μιαν άκρη της πλατείας των Δικαστηρίων, ώστε να μην εμποδίζει άλλες δραστηριότητες… παλαιότερα τοποθέτηση τραπεζοκαθισμάτων, τώρα τη στάθμευση των αυτοκινήτων.
Φιλέλληνες…
Άλλα ξεχασμένα πρόσωπα. Πλήρως λησμονημένα. Στο μνημείο τους στην παραλία μνημονεύονται μόνο τρεις, Μαιζόν, Φαμπβιέρ και Ντεριγνύ… Φορείς και οι τρεις της επίσημης πολιτικής της Γαλλίας. Έδρασαν κατόπιν εντολών ή συμφωνίας με τους ανωτέρους τους. Αντίθετα, στην αψίδα που υπάρχει στην Φραγκόκλησα αναγράφονται οι πεσόντες στα διάφορα πεδία μαχών. Ναι, εκεί μνημονεύονται οι άλλοι, εκείνοι που ήρθαν με την καρδιά φλογισμένη με το πνεύμα της ελευθερίας και άφησαν τα κόκκαλά τους στην Ελλάδα.
Θα αναφερθούμε σε τρεις μόνον, από τους πολλούς. Με κριτήριο ότι συμμετείχαν αποφασιστικά στην απελευθέρωση του Ναυπλίου. Πρώτος ο λοχαγος Λίνσινγκ από την Βυρτεμβέργη. Εκείνη την εποχή η Γερμανία δεν είχε ενωθεί, και τα κρατίδια ήταν εντελώς αυτόνομα. Ο Λίνσινγκ, ήρθε το 1821 και κατατάχθηκε στο τακτικό στράτευμα που συγκρότησε ο Δημήτριος Υψηλάντης. Υπό τις διαταγές του οποίου βρέθηκε τα ξημερώματα της 4ης Δεκεμβρίου 1821 εδώ, ανάμεσα Πυροσβεστική και Σταθμό. (Από τον Σταθμό και κάτω ήταν όλο βάλτοι)
Όταν οι Οθωμανοί επιχείρησαν γενική έξοδο – μετά τον τραυματισμό του Νικηταρά- οι τακτικοί έδωσαν λυσσαλέα μάχη και τους απώθησαν. Έπεφταν πάνω τους βόμβες από το Παλαμήδι και βολές υπέρ φιλίων τμημάτων από την πύλη της Ξηράς και αυτοί διατήρησαν τις γραμμές τους και με εφ’ όπλου λόγχη αντιμετώπισαν γενναία τους Τούρκους. Την κρίσιμη στιγμή, ως από μηχανής Θεός ο Κολοκοτρώνης επιτέθηκε για αντιπερισπασμό στο Παλαμήδι και οι Τούρκοι γύρισαν στις θέσεις τους, στέλνοντας ενισχύσεις επάνω. Σε αυτή την μάχη σκοτώθηκε ο Λίνσινγκ, ο Υψηλάντης μετέφερε τον νεκρό στο Άργος και τον έθαψε με στρατιωτικές τιμές –κατά την περιγραφή του Λαμπρινίδη.
Δεύτερος, ο Γκαμπριέλε Ντε Γκουμπερνάντις. Ιταλός από το Πεδεμόντιο. Είχε υπηρετήσει, όπως και ο προηγούμενος και ο επόμενος, στα συμμαχικά στρατεύματα που είχε συγκροτήσει ο Βοναπάρτης. Είχε πολεμική εμπειρία από την εκστρατεία στην Ισπανία. Αυτός βρέθηκε μετά την ήττα του Πέτα, να διορίζεται από τον Υψηλάντη αρχηγός του τακτικού. (Γιατί από τον Υψηλάντη, που ήταν μόνο Πρόεδρος της Βουλής τότε; Για τον απλούστατο λόγο ότι η Κυβέρνηση είχε διαλυθεί.) Ο Ντε Γκουμπερνάντις σχεδίασε από κοινού με τον Σταϊκόπουλο τη νυχτερινή έφοδο στο Παλαμήδι το βράδυ 29 προς 30 Νοεμβρίου 1822. Ναι, ήταν από τους πρώτους που μπήκαν στο άπαρτο κάστρο.
Γιατί όμως δεν τον μνημονεύουμε, αν και την παρουσία του την καταγράφει και ο Λαμπρινίδης και οι ιστορικοί της Επανάστασης; Ο λόγος είναι ότι το καλοκαίρι του 1823 προσπάθησε να κάνει πραξικόπημα και απέτυχε. Ήθελε να καταλάβει τα κάστρα του Ναυπλίου από τους οπαδούς του Κολοκοτρώνη και να τα παραδώσει στην αντίπαλη παράταξη (Κουντουριώτη, Μαυροκορδάτο, Κωλέτη κλπ.) Απέτυχε. Μετά από αυτό προτίμησε να πάει και να καταταγεί στον Αιγυπτιακό Στρατό, θέτοντας προϋπόθεση να μην έρθει να πολεμήσει στην Ελλάδα, από τότε χάνονται τα ίχνη του.
Τέλος, έχουμε τον Μικέλε Γκράμσι, Ιταλό φιλέλληνα από τη Νάπολη. Αυτός είχε υπηρετήσει στο πυροβολικό. Ήρθε εδώ φιλέλληνας. Τοποθετήθηκε στο Μπούρτζι, που από τις 19 Ιουνίου 1822 ήταν Ελληνικό. Στην κρίσιμη φάση, που οι Τούρκοι επιχειρούσαν να σπάσουν το ναυτικό αποκλεισμό που είχε επιβάλλει η Μπουμπουλίνα, τα κανόνια από το Μπούρτζι έπαιξαν σπουδαίο ρόλο. Νοέμβριο του 1822 και ενώ στο Ναύπλιο είχε πέσει ανείπωτη πείνα στους Τούρκους, ένα πλοίο με Βρετανική σημαία (μάλλον Μαλτέζικο) πέρασε λόγω ομίχλης τον αποκλεισμό πλησίασε στο λιμάνι, αλλά ο Γκράμσι με μια εύστοχη κανονιά του έσπασε τα κατάρτια και έτσι μπόρεσαν και το πλησίασαν Σπετσιώτικα πλοία στα οποία παραδόθηκε. Ο Γκράμσι αγάπησε τόσο την Ελλάδα, έμεινε και μετά την Επανάσταση εδώ, έκανε το όνομά το Μιχάλης Γκράμψης και πέθανε στην Ελλάδα.
Ο κατάλογος των προσώπων που έχουν χαθεί από τη συλλογική μνήμη της πόλης μας συνεχίζεται.
Αναγνώστης Γκελμπερής. Από τον Κοσμά της Κυνουρίας. Έμπορος, συνεργάτης της οικογένειας Περούκα από το Άργος. Από την αρχή του αγώνα ήρθε και πολέμησε επικεφαλής σώματος συγχωριανών του στο Ναύπλιο. Τραυματίστηκε στις 4 Δεκέμβρη 1821. Μεταφέρθηκε αιχμάλωτος μέσα στην πόλη και διαμελίστηκε ζωντανός από όχλο στον οποίο πρωτοστατούσε η Εβραϊκή παροικία του Ναυπλίου.
Παπα Γιώργης Βελίνης. Γαμπρός του Παπαλεξόπουλου. Από το Πλατανήτι. Παπάς μυημένος στη Φιλική εταιρία. Αναγκάστηκε λίγο πριν από την Επανάσταση να φύγει από το Ναύπλιο καταζητούμενος από τους Οθωμανούς. Πήγε στη σημερινή Ρουμανία και κατατάχτηκε στις δυνάμεις του Αλεξάνδρου Υψηλάντη. Μετά την ήττα στο Δραγατσάνι, γύρισε εδώ, συμμετείχε στην πολιορκία της πόλης. Και ήταν ο πρώτος παππάς του μητροπολιτικού ναού του Αγίου Γεωργίου, επιμελήθηκε της μετατροπής του από τζαμί σε εκκλησία. Και ήταν μέλος της πρώτης δημογεροντίας όταν απελευθερώθηκε η πόλη.
Παπα Γιώργης Καγκάνης. Στενός φίλος του Παπαφλέσσα, παππάς στο Ανυφί. Συμμετείχε στην πολιορκία της πόλης μας, ως ένοπλος αγωνιστής. Βρήκε ηρωικό θάνατο το 1825 στο Μανιάκι στο πλευρό πάντοτε του Παπαφλέσσα.
Παπα Θεοδόσιος Μπούσκος ή Οικονόμου. Παπάς στην Ασίνη, Ο πρώτος εφοριακός του Ναυπλίου!!!! Είχε αναλάβει την οικονομική διαχείριση της πολιορκίας. Μετά την απελευθέρωση διατήρησε την ενορία της Ασίνης και έγινε ο Οικονόμος της Μητροπόλεως Αργολίδος μετέτρεψε δε το επώνυμό του σε Οικονόμου.
Οι τρεις αυτοί παππάδες δεν ήταν μόνο πάντοτε στο πλευρό των αγωνιστών, αγωνίστηκαν με το όπλο στο χέρι και οι ίδιοι και ήταν εκείνοι που λειτούργησαν το πρωί της 30ης Νοεμβρίου 1822 στον Άγιο Ανδρέα στο Παλαμήδι, στην πρώτη ελεύθερη θεία λειτουργία.
Αυτός που δεν μπόρεσε να λειτουργήσει εκείνο το πρωί στον Άγιο Ανδρέα του Παλαμηδιού, ήταν ο επίσκοπος Βρεσθένης Θεοδώρητος, ο οποίος ήταν όμηρος στα χέρια των Τούρκων μέσα στην πόλη του Ναυπλίου. Πώς είχε βρεθεί εδώ;
Τον Ιούνιο του 1822 είχε επέλθει συμφωνία μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων για παράδοση των φρουρίων με αντάλλαγμα την μεταφορά των Τούρκων στην Μικρά Ασία. Έδωσαν το Μπούρτζι στους Έλληνες και 5 ομήρους – παιδιά των καλύτερων Οθωμανικών Οικογενειών της πόλης- και επέτρεψαν να εγκατασταθεί μια επιτροπή υπό τον Πρόεδρο της Πελοποννησιακής Γερουσίας επίσκοπο Βρεσθένης Θεοδώρητο για να κάνει καταμέτρηση περιουσιών.
Η επιτροπή αυτή εγκλωβίστηκε στο Ναύπλιο, όταν ήρθε ο Δράμαλης (μετά από ένα περίπου μήνα) και κρατήθηκαν όμηροι τα μέλη της για να ανταλλαχθούν με τα 5 Τουρκόπουλα. Η ομηρία κράτησε μέχρι τον Δεκέμβριο του 1822.
Ο Βρεσθένης Θεοδώρητος ήταν μια από τις σημαντικότερες μορφές του αγώνα. Οργάνωσε το πρώτο στρατόπεδο στα Βέρβενα, την πρώτη αποθήκη υλικού στα Δολιανά, πρόεδρος της πελοποννησιακής Γερουσίας, αντιπρόεδρος της Βουλευτικού, ακόμα και όταν πάρθηκε απόφαση να διωχθούν από διοικητικές θέσεις οι ιερείς, αυτόν δεν τον κούνησε κανένας. Δεν δέχτηκε καμία τιμή για την προσφορά του. Αρνήθηκε μετεπαναστατικά την Μητρόπολη Αχαϊας και πέθανε πάμπτωχος σε ένα κελί της Μονής Πετράκη. Πουθενά δεν διασώζεται η μνήμη του στην πόλη μας.
Πρόσωπα της ιστορίας μας είναι και οι …εχθροί. Οι Οθωμανοί του Ναυπλίου. Απόγονοι των οικογενειών που ήρθαν εδώ το 1715 και τους μοίρασε ο ίδιος ο Σουλτάνος όλη την Αργολίδα σε τσιφλίκια. Ο Λαμπρινίδης διασώζει τα ονόματά τους. Είναι καταγεγραμμένα στις συνθήκες παράδοσης της πόλης. Εναντίον τους ξεσηκώθηκαν οι δούλοι και οι μισακαραίοι. Εναντίον τους ξεσηκώθηκαν και τα μορφωμένα αστικά στρώματα που είχαν αρχίσει να σχηματίζονται στο Άργος, στην Ύδρα, τις Σπέτσες και την Ερμιονίδα.
Ονομαστότερος όλων ο τελευταίος Μουχαβούζης της πόλης μας, ο Αλή Πασάς ο Αργείτης. Πάμπλουτος. Είχε σχεδόν όλο το τετράγωνο πίσω από το «Τριανόν» για Σαράγι. Και όλη την Χαλέπα στο Άργος για τσιφλίκι. (Μια από τις πιο παραγωγικές περιοχές δίπλα στον Ξηριά). Με αυτά τα λεφτά, φυσικό είναι να συντηρεί μεγάλο χαρέμι (τουλάχιστον 4 γυναίκες) και πολύ υπηρετικό προσωπικό.
Είχε πάει να πολεμήσει κατά του Αλή Πασά των Ιωαννίνων και γύρισε τον Ιούλιο του 1822 με τον Δράμαλη. Εγγυήθηκε τη ζωή του Θεοδώρητου και των άλλων ομήρων. Με την πολιτική του επιδείνωσε τις συνθήκες επιβίωσης των αμάχων ομοεθνών του στην πολιορκούμενη πόλη μας. Μείωνε τις μερίδες στους πολίτες για να κρατήσει δυνατό το στρατό. Οι Οθωμανοί πέθαιναν της πείνας… κατάντησαν να τρώνε και πτώματα συγγενών τους. Ο Αλής σχεδίαζε μέχρι τέλους ηρωική έξοδο.
Μετά την άλωση του Παλαμηδιού κατάλαβε πως δεν γινόταν τίποτε. Δέχτηκε τους όρους του Κολοκοτρώνη. Δεν υπέγραψε τη συμφωνία. Γιατί τότε ο Σουλτάνος θα του έκοβε το κεφάλι, κατά το Τουρκικό έθιμο. Έμεινε αιχμάλωτος στο Ναύπλιο τρία χρόνια. Και ανταλλάχτηκε το 1825 με Έλληνες αιχμαλώτους. Ήταν ο τελευταίος Τούρκος που εγκατέλειψε το Ναύπλιο.
Η πόλη μας γιορτάζει την λευτεριά της. Γιορτάζει και δεν λησμονάει. Τα πρόσωπα του αγώνα ζουν… όταν τα θυμόμαστε…
Ποιος θυμάται τον καλόγερο Παφνούτιο και τον Βιολιτζή Πορτοκάλη που μετέφεραν τη σκάλα τη βροχερή νύχτα της 29 Νοεμβρίου μέχρι την Γιουρους Τάπια;
Ποιος θυμάται τον Μοσχονησιώτη; Νικόλαος και Δημήτριος, πατέρας και γιος. Από τις Κυδωνιές (αυτοί δεν το έλεγαν Αϊβαλί) Πρόσφυγες στην Αργολίδα. Δούλευαν στα καράβια. Το μικρό ναυτόπουλο σκαρφάλωσε ξυπόλητο στην σκάλα, αφόπλισε τον Αλβανό φρουρό, και έδωσε το σύνθημα στους άλλους.
Μετεπαναστατικό επάγγελμα χαμάλης (τουτέστιν λιμενεργάτης) είχαν την πιάτσα τους τότε μπροστά στην τάπια του Μόσχου (δλδ στη Βιβλιοθήκη μπροστά).
Ευτυχώς, δόθηκε το όνομα του σε δρόμο της Πρόνοιας, όπου ήταν και το σπιτάκι του.
Τί μπορούμε να πούμε;…
Μόνο οι στίχοι από την ωδή του Κάλβου για τον Ιερό λόχο.
Ας μη βρέξει ποτέ
το σύννεφον, και ο άνεμος
σκληρός ας μη σκορπίσει
το χώμα το μακάριον
που σας σκεπάζει.
Ναύπλιο, 26/11/2023
Τόλης Κοΐνης
Μαθηματικός»