Με πολλές επισημότητες και πλούσια αρθρογραφία άρχισε να λειτουργεί, μετά από πολλά χρόνια, η καστρονησίδα Μπούρτζι στο Ναύπλιο.
Τί κάνει η τοπική αυτοδιοίκηση όταν δεν έχει πρόταση και μνήμη; Φωτογραφίζεται με επίσημους, με πλατιά χαμόγελα και κάνει δηλώσεις ευτυχίας, επειδή άνοιξε το συμβολικό μνημείο της πόλης.
Τί δεν κάνει;
Δεν καταθέτει μια πρόταση για τι θα ήθελε να έχει το Μπούρτζι, ώστε να είναι ένα σημείο αναφοράς και να αποτελεί συγκριτικό πλεονέκτημα.
Δεν διαμαρτύρεται γιατί ένα μνημείο το εκμεταλλεύεται το ΤΑΙΠΕΔ. μέσα από την ΕΤΑΔ (η Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤΑΔ) Α.Ε. είναι η εταιρεία διαχείρισης και αξιοποίησης της ιδιωτικής ακίνητης περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου). Ιδιωτική ακίνητη περιουσία ένα μνημείο; Ακόμα και τα εισιτήρια που βγάζουμε σήμερα για να μπούμε στο Μπούρτζι είναι έσοδα για το Υπερταμείο.
Δεν κάνει καμία αναφορά σε ανθρώπους και πρόσωπα που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο να διατηρηθεί αυτό το μνημείο. Το τελευταίο από πολιτική σκοπιμότητα. Γιατί, όπως κάποιοι ακόμα πιστεύουν ότι η γη είναι επίπεδη, έτσι και κάποιοι αυτοδιοικητικοί πιστεύουν ότι δεν υπάρχει τίποτα πριν από αυτούς και δεν θα υπάρξει και τίποτα μετά από αυτούς.
Ας προσπαθήσουμε να κάνουμε μια ανασκόπηση στην πρόσφατη ιστορία της καστρονησίδας Μπούρτζι.
Πρόκειται για φρουριακό συγκρότημα της Α΄Βενετοκρατίας, που κτίστηκε για να προστατεύει το λιμάνι του Ναυπλίου.
Εκτός των άλλων (ακόμα και έδρα κυβέρνησης στον Ελληνικό Εμφύλιο), το Μπούρτζι χρησιμοποιείται και ως φυλακή, το διάστημα 1829- 1830 (αποφάσεις δικαστηρίων με ποινή φυλάκισης «εν τω Βουρτζίω Ναυπλίου»).
Στα τέλη του 1833 η Καστρονησίδα ορίζεται ως τόπος παραμονής των δημίων. Η έξοδός τους από αυτήν επιτρέπεται μόνο κατά τη διάρκεια των εκτελέσεων. Ο πρώτος δήμιος είναι ο Χασάν Αρναούτ, Αλβανός καταδικασμένος εις θάνατον λόγω ληστειών, ο οποίος ορκίστηκε δήμιος στις 20/10/1833, με οκταετή θητεία.
Μετά την κατάργηση της θανατικής ποινής με λαιμητόμο, το 1913,το Μπούρτζι δεν κατοικείται πια. Μέχρι τότε και για 80 χρόνια, το Μπούρτζι ήταν κατοικία των δημίων. Αυτή η ιστορία της καστρονησίδας οδήγησε εμένα και τον Κ. Καράπαυλο να διατυπώσουμε την πρόταση λειτουργίας στο Μπούρτζι ενός μικρού μουσείου εγκληματολογίας (δημόσια πρόταση στις 13-9-2011. Αναλυτική αναφορά σε επόμενη παρέμβαση). Η Καστρονησίδα εγκαταλείπεται στη μοίρα της, παρουσιάζοντας σημαντικές φθορές στη λιθοδομή, κυρίως στο παραλιακό μέτωπο.
Μερικά χρόνια αργότερα εμφανίζεται στο προσκήνιο ο Παναγιώτης (Τάκης) Κωστούρος και το 1929 ζητά και παίρνει από τον ΕΟΤ το Μπούρτζι, για είκοσι πέντε χρόνια.
Ο Παναγιώτης (Τάκης) Κωστούρος γεννήθηκε στο Ναύπλιο το 1891, γιος του μεγαλέμπορου καπνών Ιωάννη Κωστούρου και της Ελένης. Ο Ιωάννης Κωστούρος είχε έξι παιδιά. Η Ιουλία, ο Παναγιώτης και ο Γεώργιος, επειδή ήταν φυματικοί, πήγαν στην Ελβετία για να γιατρευτούν. Η Ιουλία και ο Γεώργιος έχασαν τη μάχη πολύ νωρίς. Ο Παναγιώτης επιστρέφει στην Ελλάδα και το 1929 παίρνει από τον ΕΟΤ το Μπούρτζι, αρχίζοντας αμέσως τις εργασίες. Ψαράδες βουτούν στον βυθό για να ανασύρουν πέτρες που είχαν βυθιστεί. Κατασκευάζεται ο βόρειος μόλος στην Καστρονησίδα και πίστα χορού.
Τον Ιούνιο του 1931 το Μπούρτζι ανοίγει για χοροεσπερίδες ενώ λειτουργεί και εστιατόριο «Το δροσερότερο ελληνικό μπαρ». Μάλιστα, τον Αύγουστο του 1931, δόθηκε στο Μπούρτζι το γεύμα του θεμέλιου λίθου του Γυμνασίου Ναυπλίου. Κάθε Κυριακή διοργανώνονταν χοροί υπό τους ήχους τζαζ μουσικής. Το 1932 το Μπούρτζι απέκτησε δική του βάρκα μεταφοράς.
Το καλοκαίρι του 1935 στην Κατρονησίδα αρχίζει να λειτουργεί και η ξενοδοχειακή μονάδα. Σημαντικό ρόλο στη σχεδίαση παίζει ο Γερμανός αρχιτέκτονας Wulf Schaffer (1907-1994), γνωστός από τη μελέτη του για τις ιστορικές φάσεις της πόλης του Ναυπλίου. Σύμφωνα με αναφορά της Μ. Αδάμη, ο W. Schaeffer αναλαμβάνει με εντολή της Ελληνικής Κυβέρνησης την αποκατάσταση του επιθαλάσσιου οχυρού και τη μετατροπή του σε ξενοδοχείο. Το ξενοδοχείο των 7 δωματίων έχει όλες τις σύγχρονες ανέσεις: ζεστά νερά, λουτρά και ηλεκτροφωτισμό, που έφτανε στο Μπούρτζι με υποβρύχιο καλώδιο. Διέθετε ακόμα και αίθουσα με πιάνο.
Από το 1937 έως το 1940, το Μπούρτζι έζησε ημέρες δόξας. Ήταν το ξενοδοχείο πολυτελείας της πόλης. Δεν υπάρχει επίσημος που να έρχεται την πόλη και να μην επισκέπτεται την Καστρονησίδα για διανυκτέρευση ή για φαγητό.
Το 1940, ο Ανδρέας Εμπειρίκος θα επιλέξει το Μπούρτζι για το γαμήλιο ταξίδι του, μετά τον γάμο του με τη Μάτση Χατζηλαζάρου. Ο Εμπειρίκος, μανιώδης και ικανότατος φωτογράφος, θα κάνει μια σειρά εκπληκτικών φωτογραφιών δικών του και της Μάτσης, στο Μπούρτζι.
Γράφει μάλιστα ο Α. Εμπειρίκος: «Ευθύς μετά το γάμο μου στα 1940 με την μεγάλην νεοελληνίδα ποιήτριαν Μαρίαν Χατζηλαζάρου, η νεαρά γυναίκα μου και εγώ φύγαμε για το Ναύπλιο, όπου πήγαμε να περάσουμε λίγες μέρες στο Μπούρτζι, το οποίον είχαμε και οι δυο μας αγαπήσει από μακριά και πριν ακόμη το γνωρίσουμε από φωτογραφίες και αφηγήσεις».
Την περίοδο του βομβαρδισμού της Κρήτης, τον Μάιο του 1941 από τα γερμανικά στούκας, τα οποία απογειώνονται από τα αεροδρόμια του Άργους και Κουτσοποδίου, οι ανώτεροι αξιώτικοι της γερμανικής αεροπορίας διαμένουν στο Μπούρτζι.
Αμέσως μετά τον πόλεμο, το Μπούρτζι παραμένει σημείο αναφοράς ως ξενοδοχείο πολυτέλειας της πόλης. Η πρώτη επίσκεψη του βασιλιά Παύλου Α’ το 1948 μετά το πόλεμο στο Ναύπλιο με το τραίνο, ακολούθησε γεύμα στο Μπούρτζι με τους άρχοντες της πόλης.
Τον Ιανουάριο του 1950 είναι από τα πρώτα ξενοδοχεία που επιτρέπεται να μαγειρεύουν καθημερινά στο εστιατόριο φαγητά με κρέας, με αγορανομική διάταξη.
Την περίοδο του 1950-1960, νότια της προβλήτας κατασκευάζεται λιθορριπή για την προστασία του μικρού λιμανιού.
Το 1951, επισκέπτεται το Μπούρτζι ο φωτογράφος Τζόαν Λι Φέρμορ. Η επίσκεψη συνοδεύεται από εξαιρετικές φωτογραφίες, οι οποίες περιλαμβάνουν και φωτογραφίες γυμνών γυναικών.
Το 1955, γίνεται συζήτηση για να συνδεθεί με τηλέφωνο και σταθερή τροφοδοσία με νερό. Μέχρι τότε, το νερό μεταφερόταν με βυτία από βάρκες. Τα δωμάτια αυξάνονται σε 14, τα οποία μπορούν να φιλοξενήσουν συνολικά 24 άτομα. Ένα από τα δωμάτια ήταν η μόνιμη κατοικία του Τάκη Κωστούρου, από τη στιγμή από ανέλαβε το Μπούρτζι μέχρι και την ημέρα που τον έδιωξαν.
Το 1958, η Καστρονησίδα είναι στις δόξες της. Εδώ γυρίζεται η πρώτη ελληνική φιλμ νουάρ ταινία «Ο άνθρωπος του τραίνου». Την ταινία έχει σκηνοθετήσει ο Ντίνος Δημόπουλος και το σενάριο είναι του Γιάννη Μαρή. Πολλές σκηνές της διαδραματίζονται στο Μπούρτζι.
Το καλοκαίρι του 1963, ο τότε πρόεδρος του ΕΟΤ Κώστας Ηλιάσκος (Έλληνας τραπεζίτης και πρόεδρος του ΕΟΤ 1962-1964) κατηγορεί τον Κωστούρο για απρεπή εμφάνιση μπροστά στους τουρίστες και κινεί τις διαδικασίες για να κηρυχτεί έκπτωτος. Η βασική κατηγορία είναι ότι υποδέχεται τους επισκέπτες γυμνός από τη μέση και πάνω. Ο Κωστούρος υποβάλλει μήνυση στον πρόεδρο του ΕΟΤ, έχοντας την συμπαράσταση όλων των φορέων της πόλης.
Το 1965, ο δήμαρχος Ναυπλίου Δημήτρης Σαγιάς ζητά με έγγραφο από την Κυβέρνηση και από τον ΕΟΤ τη δεκαετή παράταση της μίσθωσης της Καστρονησίδας στον υπάρχοντα ενοικιαστή.
Παρά τις καταγγελίες, ο Κωστούρος παραμένει στο Μπούρτζι μέχρι το 1970. Το 1968, στην αρχή της δικτατορίας, επισκέπτεται το Ναύπλιο ο Μ. Μπαλόπουλος, πρόεδρος τότε του ΕΟΤ και γνωστός αργότερα για το “σκάνδαλο των κρεάτων”. Για πρώτη φορά διατυπώνεται η άποψη το Μπούρτζι να μετατραπεί σε καζίνο.
Οι τελευταίοι από τους πολλούς επωνύμους επισκέπτες στο Μπούρτζι είναι η Τζάκι και ο Ωνάσης, τον Σεπτέμβριο του 1969, έναν χρόνο μετά το γάμο τους.
Το 1970, μετά από σαράντα χρόνια, ο Π. Κωστούρος και η γυναίκα του, Μαλβίνα (όλοι λένε ότι ήταν εξαιρετική μαγείρισσα), διώχνονται από το Μπούρτζι.
Τρία χρόνια αργότερα,ο Κωστούρος πέθανε, με τον καημό της αποχώρησης από την Καστρονησίδα.
Ας αναλογιστούμε ότι ο Κωστούρο,ς με δικά του χρήματα, ανέλαβε το Μπούρτζι ως ένα ερείπιο και το διαμόρφωσε σε ένα σύγχρονο, για εκείνη την εποχή, ατμοσφαιρικό ξενοδοχείο.
Αυτή η πόλη του χρωστά τουλάχιστον μια δημόσια αναφορά… (φανταστείτε ότι δεν έγινε καμία αναφορά από τον δήμαρχο και είναι και συνεπώνυμος!!!!!!!)