Τοποθετημένη σε στρατηγική θέση και έχοντας μια πανοραμική άποψη του Ιονίου, η Ίκλαινα Μεσσηνίας εμφανίζεται να είναι μία από της σημαντικότερες πρωτεύουσες της περιοχής την Εποχή του Χαλκού, και αναφέρεται ακόμη και στα βασιλικά αρχεία της Πύλου, τα οποία είναι γραμμένα σε γραμμική Β.
Στην Ίκλαινα ανακαλύφθηκε, το καλοκαίρι του 2010, πήλινη πινακίδα με πρώιμη γραμμική Β’. Η πινακίδα θεωρείται η αρχαιότερη πινακίδα Γραμμικης Β’ στην Ευρώπη και χρονολογείται πριν απο 3.500 χρόνια.
Η Ίκλαινα είναι ένα ιστορικό χωριό στο Δήμο Πύλου του νομού Μεσσηνίας. Βρίσκεται περίπου 14 χλμ. βόρειοανατολικά της σύγχρονης πόλης της Πύλου και 2 χλμ. Νοτιοανατολικά της εθνικής Πύργου – Κυπαρισσίας – Πύλου – Μεθώνης. Βρίσκεται σε υψόμετρο 190 μέτρων.
Στην περιοχή έχουν παρουσιαστεί στο φως σημαντικά αρχαιολογικά υπολείμματα της Εποχής του Χαλκού, περίπου -1600/ -1100, μέσω των ανασκαφών και της επιφανειακής έρευνας από την Αρχαιολογική Υπηρεσία και το πανεπιστήμιο του Μισσούρι-ST Louis υπό την καθοδήγηση του καθηγητή Μιχάλη Κοσμόπουλου. Τοποθετημένη σε στρατηγική θέση και έχοντας μια πανοραμική άποψη του Ιονίου, η Ίκλαινα εμφανίζεται να είναι μία από της σημαντικότερες πρωτεύουσες της περιοχής την Εποχή του Χαλκού, και αναφέρεται ακόμη και στα βασιλικά αρχεία της Πύλου, τα οποία είναι γραμμένα σε γραμμική Β.
Στην περιοχή ανακαλύφθηκε, το καλοκαίρι του 2010, πήλινη πινακίδα με πρώιμη γραμμική Β’. Η πινακίδα θεωρείται η αρχαιότερη πινακίδα Γραμμικης Β’ στην Ευρώπη και χρονολογείται πριν απο 3.500 χρόνια.
Η περιοχή φαίνεται να ήταν ένα μεγάλο κέντρο εμπορίου στο οποίο άκμασε η επεξεργασία κ το εμπόριο του χαλκού. Άλλες περίοδοι, από τις οποίες έχουν ανασκαφεί ευρήματα, είναι τα τέλη της Κλασικής εποχής και τα Βυζαντινά χρόνια.
Σήμερα το ομώνυμο χωριό βρίσκεται στο υψίπεδο μιας δύσβατης κοιλάδας, περιτριγυρισμένο από βουνά καλυμμένα από πυκνό ελαιόδασος. Στη μια άκρη του βρίσκεται η εκκλησία και το δημοτικό σχολείο, το οποίο έχει σταματήσει να λειτουργεί. Λέγεται ότι πήρε το όνομά της από την κόρη του βασιλιά Νέστορα, Νίγκλαινας, η οποία είχε τα λουτρά της στην περιοχή. Με την πάροδο των χρόνων το όνομα από Νίγκλαινα έγινε Ίκλαινα και είναι από τα λίγα χωριά της περιοχής που διατήρησαν το όνομά τους επί τουρκοκρατίας. και Ελληνοπρεπές.
Τρισδιάστατη αναπαράσταση του Ανακτόρου
Δείτε στο παρακάτω βίντεο μία τρισδιάστατη αναπαράσταση του Μυκηναϊκού Ανακτόρου της Ίκλαινας στη Μεσσηνία (περίπου 1600-1100 π.Χ).
Η αναπαράσταση πραγματοποιήθηκε το 2015 για λογαριασμό της Εφορείας Αρχαιοτήτων Μεσσηνίας για το πρόγραμμα “Ψηφιακή Πυλία” και βασίστηκε στην έρευνα και τις ανασκαφές του Μ. Κοσμόπουλου (Iklaina Archaeological Project).
Παραγωγή: Διάδρασις Υπηρεσίες Πληροφορικής.
3d μοντελοποίηση: Δημήτρης Τσαλκάνης (www.ancientathens3d.com).
Οι ανασκαφές της αρχαιολογικής εταιρείας στην Ίκλαινα
(Μιχ. Β. Κοσμόπουλος)
Εισαγωγή
Από τα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία που οι πινακίδες Γραμμικής Β από το Ανάκτορο του Νέστορα μας φανερώνουν είναι η διοικητική οργάνωση του μυκηναϊκού βασιλείου της Πύλου.
Οι περισσότεροι ερευνητές πιστεύουν ότι το βασίλειο ήταν διηρημένο σε δύο μεγάλες επαρχίες, την Δεύρο (ΔΕ) και την Πέρα (ΠΕ), (αντίστοιχα δυτικά και ανατολικά του όρους Αἰγαλέον). Κάθε επαρχία ήταν διηρημένη σε νομούς και κάθε νομός διοικούνταν από την πρωτεύουσά του που είχε το ίδιο όνομα –είναι σαν να λέμε Νομός Ρεθύμνου με πρωτεύουσα το Ρέθυμνο.
Συνολικά 9 νομοί και πρωτεύουσες αναφέρονται στην ΔΕ και 7 στην ΠΕ, των οποίων τα ονόματα σώζονται. Από τους 9 νομούς της ΔΕ και τους 7 της ΠΕ, ένας προσφέρεται πιο πολύ για τέτοια έρευνα, ο a-pu2. Ο a-pu2 αναφέρεται σε αρκετές πινακίδες και ως όνομα νομού και ως πρωτεύουσα του νομού. Δεν είμαστε σίγουροι πως θα προφερόταν το όνομα, αλλά για συντομία μπορούμε να την αποκαλούμε Αφύ. Άλλες πιθανές παραλλαγές είναι Αφύ, Αλφύ, ή Αρφύ.
Το Αφύ έχει ταυτισθεί από τους Richard Hope Simpson και John Bennet με τη θέση της Ίκλαινας. Τον Ιούλιο του 1954, ο Σπ. Μαρινάτος ήρθε στην Ίκλαινα και κατά τη διάρκεια σύντομης τετραήμερης ανασκαφής ανακάλυψε τμήματα μεγάλου κτηρίου. Μετά δεν επέστρεψε ξανά στην Ίκλαινα, και μέχρι τη δεκαετία του 1990 η θέση έμεινε ανεξερεύνητη.
Ο καθηγητής κος. Γ. Κορρές ενέταξε την Ίκλαινα στον κατάλογο των θέσεων που χρήζουν περαιτέρω έρευνας και μου συνέστησε να συνεχίσω την ανασκαφή του Μαρινάτου.
Το Συμβούλιο της Αρχαιολογικής Εταιρείας ευγενώς ενέκρινε τη σχετική άδεια και έτσι ιδρύθηκε το 1998 η Αρχαιολογική Έρευνα Ίκλαινας.
Μετά από χρόνια επιφανειακής έρευνας, η επίσημη έναρξη της ανασκαφής έγινε το 2006. Πριν την ανασκαφή έγινε αγιασμός του χώρου από τον πατέρα Ιερεμία σε γιορταστική ατμόσφαιρα με τη συμμετοχή πολλών Ικλαινάιων. Στο σημείο αυτό θα ήθελα να εξάρω τη φιλοξενία το και τη ζεστασιά με την οποία το χωριό μας υποδέχθηκε και για την οποία όλα τα μέλη της ανασκαφής εκφράζουμε τις ευχαριστίες μας.
Αποτελέσματα της ανασκαφής
Η πρώτη φάση της θέσης ορίζεται από μικρό στρώμα καταστροφής, μάλλον ένα σπίτι, που περιορίζεται μέχρι στιγμής στο κεντρικό τμήμα της ανασκαφής και που χρονολογείται στα τέλη της ΜΕ/αρχές ΥΕ περιόδου, περ. -1700 -1600.
Μετά την καταστροφή του σπιτιού αυτού άλλα σπίτια κτίσθηκαν στα βόρεια του σπιτιού αυτού στην ΥΕ Ι/ΙΙ περίοδο. Πέντε σπίτια της περιόδου αυτής εντοπίσθηκαν, εκ των οποίων η Οικία Α σώζεται αρκετά καλά. Πρόκειται για οικία που χρησιμοποιήθηκε κατά την ΥΕ ΙΙΒ/ΙΙΙΑ1 (περ. -1480/ -1390) περίοδο. Από την οικία αυτή σώζονται τουλάχιστον 3 δωμάτια και το δάπεδο, επί του οποίου βρέθηκε κατά χώρα μαγειρικό τριποδικό αγγείο.
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα, από αρχιτεκτονικής απόψεως, στοιχεία του οικισμού είναι ο μακρύς τοίχος που ξεκινά από την Οικία Α και κατευθύνεται προς τα νότια/ νοτιοδυτικά, προς τον τύμβο, που σκεπαζόταν από πυκνή βλάστηση. Όταν καθαρίσθηκε πια η βλάστηση, φάνηκε ότι οι ογκόλιθοι σχημάτιζαν μεγάλο οικοδόμημα κατασκευασμένο με τον κυκλώπειο τρόπο. Το οικοδόμημα αυτό είναι ένα άνδηρο (πλατφόρμα), συνολικού μήκους 23 μ. και πλάτους 8μ.
Όσον αφορά τη χρήση του, χτίσθηκε για να δημιουργήσει επίπεδη επέκταση του ισοπέδου που εκτείνεται προς τα νότια. Ο λόγος για τον οποίο χρειάσθηκε επέκταση του ισοπέδου ήταν για να δημιουργηθεί αρκετά μεγάλη επιφάνεια για την ανέγερση κτιριακού συγκροτήματος που, εάν κρίνει κανείς από το πάχος του ανδήρου, θα έπρεπε να ήταν διώροφο. Η πτέρυγα του συγκροτήματος που υψωνόταν στο σημείο εκείνο έχει χαθεί για πάντα. Ευτυχώς όμως, το συγκρότημα αυτό συνεχιζόταν στο ισόπεδο προς τα νότια. Το συγκρότημα αυτό χτίσθηκε γύρω από (πιθανώς) ορθογώνια αυλή και είχε 3 πτέρυγες.
Είναι σημαντικό ότι κανένα ΥΕ ΙΙΙΑ2 (-1390/ -1330/15) ή υστερώτερο όστρακο δεν βρέθηκε εδώ. Η έκπληξη σημειώθηκε, όμως, από τη ανασκαφή των χώρων Τ1/Τ3, όπου από το 2009 άρχισαν να έρχονται στο φως θραύσματα από τοιχογραφίες.
Συνολικά πάνω από 2500 θραύσματα τοιχογραφιών, τα περισσότερα μικρα, αλλά ορισμένα αρκετά μεγάλα για να φανούν οι παραστάσεις που απεικόνιζαν. Ανάμεσα στις παραστάσεις ξεχωρίζει παράσταση πλοίου με τρείς ανθρώπινες μορφές και δύο δελφίνια.( Εικόνα δεξιά)
Ο τύπος του πλοίου που απεικονίζεται βρίσκει παράλληλα σε απεικονίσεις της τελικής ΜΕ και πρώιμης μυκηναικής περιόδου, αλλά οι μορφές και τα δελφίνια παραπέμπουν σε αντίστοιχες τοιχογραφίες της Θήρας και της Κέας. Άλλα θραύσματα απεικονίζουν γυναικείες μορφές, μάλλον σε πομπή, τα οποία βρίσκουν παράλληλα όχι τόσο στις θηραικες. αλλά σε πρώιμες ελλαδικές τοιχογραφίες, όπως εκείνες από την Καδμεία της Θήβας και την Οικία της Ράμπας στις Μυκήνες.
Το Κτιριακό Συγκρότημα του Κυκλωπείου Ανδήρου, καθώς και τα σύγχρονα προς αυτό σπίτια στον οικισμό καταστρέφονται κάπου στα τέλη της ΥΕ ΙΙΙΑ1. Η όλη περιοχή του Ανδήρου εγκαταλείπεται και δεν πρόκειται να ξαναχτισθεί ποτέ. Την καταστροφή του συγκροτήματος του Κυκλώπειου Ανδήρου ακολουθεί νέα οικοδομική δραστηριότητα, αυτή τη φορά στο βόρειο τμήμα του οικισμού. Για να χτισθούν τα νέα κτίσματα ισοπεδώνεται η περιοχή και καλύπτονται τα σύγχρονα με το Κυκλώπειο συγκρότημα σπίτια που ήδη υπήρχαν στο σημείο αυτό (συμπεριλαμβανομένης και της Οικίας Α και του Κτιρίου Β), και τα όστρακα από την ισοπέδωση αυτή ρίχνονται σε λάκκους.
Τα νέα κτίσματα που εγείρονται στον οικισμό κατά την ΥΕ ΙΙΙΑ2 (μετά το -1390) έχουν διαφορετικό προσανατολισμό από τα προηγούμενα. Τα πρώιμα μυκηναϊκά κτίρια είναι προσανατολισμένα βδ-να. Τα ύστερα μυκηναϊκά κτίρια όχι μόνο έχουν διαφορετικό προσανατολισμό β-ν, αλλά αγνοούν τελείως τα παλαιότερα.
Το νέο οικοδομικο συγκρότημα που εγείρεται κατά την ΥΕ ΙΙΙΑ2 (μετά το -1390) περιλαμβάνει μεγαροειδές κτίριο με τουλάχιστον τρία δωμάτια και προστώο, το οποίο ονομάσαμε Μέγαρο Γ.
Όπως ανασκάπταμε το δωμάτιο, φάνηκε σιγά σιγά εστία περιβαλλόμενη από τέσσερεις επίπεδες πλάκες που χρησίμευαν ως βάσεις για στύλους που υποβάσταζαν τη σκεπή, όπως συμβαίνει και σε άλλα παρόμοια κτίρια. Στην επόμενη φάση το δάπεδο του κεντρικού δωματίου σκεπάζεται και διαχωρίζεται σε μικρότερα τμήματα με τους πράσινους τοίχους, ενώ στα νότια χτίζεται σειρά δωματίων, εκ των οποίων τα Γ4- Γ7 ήταν αποθηκευτικά.
Στην ίδια φάση χρονολογούνται και νέα κτίσματα που εγείρονται στα νότια του Μεγάρου Γ. Το χαρακτηριστικό των κτισμάτων αυτών είναι ότι από το εσωτερικό τους ξεκινούν υπόνομοι, που φαίνονται καθαρά στη φωτογραφία. Οι υπόνομοι αυτοί είναι μεγάλοι και κτιστοί, καλυμμένοι με μεγάλες επίπεδες πλακες. Συνολικά πέντε υπόνομοι εντοπίσθηκαν, εκ των οποίων ο ένας, ο μεγαλύτερος, είναι ο κεντρικός, τον οποίο τροφοδοτούν οι μικρότεροι. Η κεραμική από τα δάπεδα των δωματίων καθώς και από τα θεμέλια των τοίχων είναι ΥΕ ΙΙΙΑ2-ΙΙΙΒ, στην οποία χρονολογείται η φάση αυτή της ζωής του οικισμού.
Η μεγαλύτερη έκπληξη, όμως, ήρθε από έναν αποθέτη πλάι στον κεντρικό υπόνομο, ο οποίος περιείχε καμμένα απορρίματα και μπάζα. Μέσα στο καμμένο χώμα βρέθηκε θραύσμα πινακίδας Γραμμικής Β. Η πινακίδα αυτή είναι οπισθογραφική δηλ. έχει επιγραφές και στις δύο πλευρές που δεν είναι πολύ συνηθισμένο. Το σημαντικό είναι ότι χρονολογείται στην ΥΕΙΙΒ -ΙΙΙΑ1 περίοδο, το οποίο την καθιστά την αρχαιότερη μυκηναϊκή στρωματογραφημένη πινακίδα της ηπειρωτικής Ελλάδας. Φαίνεται ότι οι εργαστηριακές εγκαταστάσεις χρησιμοποιούνται κατά την ΙΙΙΑ2- και μέχρι το τέλος της ΙΙΙΒ. Γύρω στα -1200, ο οικισμός καταστρέφεται, αυτή τη φορά οριστικά. Σε ορισμένα σημεία η καταστροφή σημαδεύεται από φωτιά, σε άλλα από εκτεταμένο γκρέμισμα των τοιχων.
Συμπεράσματα
Τα αρχαιολογικά δεδομένα μας επιτρέπουν την ακόλουθη ανασύνθεση της ιστορίας της Ίκλαινας. Ο ΥΕ ΙΙΒ/ΙΙΙΑ1 ηγεμόνας (15ος- αρχές 14ου αι.) φαίνεται ότι γίνεται τόσο ισχυρός που χτίζει μεγάλο κτιριακό συγκρότημα πάνω στο κυκλώπειο άνδηρο, με ισόδομη κατασκευή και ορθοστάτες, χτισμένο γύρω από αυλή και διακοσμημένο με μινωικής έμπνευσης τοιχογραφίες. Ο συνδυασμός των στοιχείων αυτών είναι συμβατός με τη χρήση του συγκροτήματος αυτού ως διοικητικού κέντρου της περιοχής. Με βάση αυτά, η υπόθεση η οποία διαμορφώνεται σιγά-σιγά είναι ότι κατά την πρώιμη μυκηναϊκή περίοδο η Ίκλαινα αποτέλεσε πρωτεύουσα πρώιμου κρατιδίου, με πρωτο-ανάκτορο.
Είναι αξιοσημείωτο ότι στον ίδιο τον Εγκλιανό σημειώνεται ήδη από το -1600 έντονη οικοδομικη δραστηριοτητα, με 2 ή 3 μνημειωδη κτιρια στη νδ. και βα. άκρη του πλατώματος, κάτω από το ανάκτορο, με το χώρο ανάμεσά τους να ενώνεται με ανοικτη αυλη και αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά που περιλαμβάνουν ορθοστάτες και ισοδομική κατασκευή.
Η καταστροφή της Ίκλαινας, η οριστική εγκατάλειψη του Κυκλωπείου συγκροτήματος, και η ριζική αλλαγή στον πολεοδομικό ιστό της πόλης γύρω στα τέλη της ΥΕ ΙΙΙΑ1 είναι συμβατή με την εγκαθίδρυση νέας πολιτικής ηγεσίας που δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από τον Εγκλινό. Πιστεύω ότι ήταν αποτέλεσμα σύγκρουσης με τον ηγεμόνα του Άνω Εγκλιανού, μίας σύγκρουσης στην οποία ο Εγκλιανός νίκησε και ενσωμάτωσε την Ίκλαινα στο κρατίδιό του. Μετά την ενσωμάτωση αυτή, η Ίκλαινα υποβιβάζεται σε μία πρωτεύουσα νομού με σημαντικές διοικητικές αρμοδιότητες και οικονομική ανάπτυξη ως βιοτεχνικό κέντρο εξαρτώμενο από τον Εγκλιανό (όπως φανερώνουν και οι πινακίδες), μέχρι την οριστική κατάρρευση του κρατιδίου της Πύλου στα τέλη της ΥΕ ΙΙΙΒ.
Περισσότερα: Iklaina Archaeological Project