Η Στεμνίτσα με τα επιβλητικά πυργόσπιτα με τοξωτά υπέρθυρα, με τα πέτρινα καλντερίμια που ανηφορίζουν περνώντας κάτω από τις καμάρες των σπιτιών και χάνονται μέσα στις καρυδιές και τις κερασιές, κεφαλόβρυσα στη σκιά αιωνόβιων πλατάνων και με μια ζωντανή πλατεία γεμάτη καφενεία και ταβέρνες συνθέτουν ένα από τα ομορφότερα χωριά της Αρκαδίας. Η σχολή αργυροχρυσοχοΐας, που στεγάζεται σ’ ένα επιβλητικό πέτρινο κτίριο στο κέντρο του χωριού, συνεχίζει την παραδοσιακή τέχνη – οι Στεμνιτσιώτες ήταν διάσημοι για τις επιδόσεις τους στη μεταλλουργία και οι καμπάνες ορισμένων από τις πιο φημισμένες εκκλησίες των παραδουνάβιων χωρών λέγεται ότι φτιάχτηκαν από τα χέρια τους. Εξ ου και τα εργαστήρια αργυροχρυσοχοΐας που διαθέτει το χωριό, όπου μπορείτε να αγοράσετε χειροποίητα κοσμήματα αλλά και αντίγραφα σπάνιων νομισμάτων.
Ανάμεσα στον μύθο και την ιστορία
Η περιοχή είναι γνωστή από την αρχαιότητα με το όνομα «Υψούς», αφού, σύμφωνα με τη μυθολογία, χτίστηκε από τον Υψούντα, ένα από τους πενήντα γιους του Λυκάοντα, βασιλιά της Αρκαδίας. Παρόλο που γίνεται αναφορά για την Υψούντα από τον Παυσανία στα «Αρκαδικά», δεν είναι ακόμη γνωστό πότε ακριβώς μετονομάστηκε σε Στεμνίτσα. Υπάρχει, ωστόσο, η εικασία ότι αυτό έγινε κατά τον 7ο αιώνα μ.Χ., επειδή πιθανόν, στο διάστημα μεταξύ 7ου και 10ου αιώνα μ.Χ., εγκαταστάθηκαν Σλάβοι στη Στεμνίτσα και την Πελοπόννησο γενικότερα, καθώς «Στεμνίτσα» σημαίνει στα σλαβικά «τόπος δασώδης και σκιερός».
Κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας (1204-1430) η Στεμνίτσα ανήκε σε ένα από τα 22 φέουδα της νότιας Γορτυνίας, τα οποία παραχωρήθηκαν στον Γάλλο ευγενή Ούγκο ντε Μπυγέρ. Πάντως, μέχρι τα μέσα του 14ου αιώνα, η Στεμνίτσα, κατά πάσα πιθανότητα, δεν ήταν ιδιαίτερα σημαντικός οικισμός. Τον 16ο αιώνα εμφανίζεται για πρώτη φορά σε γραπτά κείμενα και σε χάρτη. Το πρώτο κείμενο που αναφέρεται στη Στεμνίτσα είναι ένα οθωμανικό κατάστιχο καταγραφής φορολογουμένων της περιόδου 1512-20. Κατά την επανάσταση του 1821, ο ρόλος της Στεμνίτσας υπήρξε καθοριστικός. Ήταν το καταφύγιο του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, ο οποίος την αποκαλούσε μάλιστα «απόρθητη χωροπούλα» και γενέτειρα του Ιωάννη (Γενναίου) Κολοκοτρώνη. Διεκδίκησε τον τίτλο της πρωτεύουσας του επαναστατημένου ελληνικού έθνους καθώς και της έδρας της πρώτης Πελοποννησιακής Γερουσίας. Στις 27 Μαΐου του 1821 η πρώτη Πελοποννησιακή Γερουσία συνήλθε στη Χρυσοπηγή της Στεμνίτσας. Μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους, η Στεμνίτσα έγινε πρωτεύουσα του Δήμου Υψούντος, ο οποίος μετονομάστηκε σε Δήμο Τρικολώνων, το 1836 και μέχρι το 1912, έτος κατά το οποίο μετέπεσε σε Κοινότητα. Μέχρι το 1995 εξακολούθησε να αποτελεί ξεχωριστή κοινότητα και το 1996 ανακηρύχθηκε σε Δήμο, λόγω της ιστορικής της σημασίας. Κατά την περίοδο 1999-2010 υπήρξε έδρα του σύγχρονου Δήμου Τρικολώνων και από το 2011 ανήκει στον Δήμο Γορτυνίας.
Στην κεντρική πλατεία του οικισμού, απέναντι από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου βρίσκεται το μεγαλοπρεπές, πολυώροφο καμπαναριό, το οποίο σχεδίασε και κατασκεύασε από λευκή πελεκητή πέτρα ο Τήνιος Θεοτίκος το 1877. Οι καμπάνες είναι έργο ντόπιων καμπανοποιών.
Στη Στεμνίτσα υπάρχουν πολλές Βυζαντινές εκκλησίες που λειτουργούν μέχρι και σήμερα. Η σημαντικότερη είναι η Παναγία η Μπαφέρω του 12ου αιώνα. Η εκκλησία αυτή, χτισμένη στο ύψωμα του “Κάστρου”, με το παράξενο όνομα άγνωστης ετυμολογίας, είναι μια μονόκλιτη βασιλική με ημικυλινδρικό θόλο. Η στοά στη βόρεια πλευρά είναι μεταγενέστερη προσθήκη του 1910. Ο γραπτός διάκοσμος σώζεται σχεδόν ολόκληρος. Από τα καλύτερα δείγματα είναι η Πλατυτέρα στη αψίδα του ιερού. Η Παναγία παριστάνεται κατενώπιον και ο Ιησούς σε εγκόλπιο, εικονογραφικός τύπος που έχει την προέλευσή του στην Ανατολή. Εντυπωσιακή επίσης τοιχογραφία είναι η Άκρα Ταπείνωση, στα αριστερά της κόγχης του ιερού, που διατηρείται όμως αποσπασματικά. Στον περίβολο της Παναγίας της Μπαφέρως, που παλιά ήταν το νεκροταφείο του χωριού, στέκεται ακόμη ο ναός του Αγίου Νικολάου, ανακαινισμένος, όπως μας πληροφορεί επιγραφή, τον 16ο αιώνα.
Το Ηρώο είναι μνημείο αφιερωμένο στους Αγωνιστές του 1821 και βρίσκεται στην κορυφή του λόφου “Κάστρο”. Από το σημείο αυτό εκπληκτική είναι η θέα προς τον οικισμό και το φαράγγι του Λουσίου.
Το διαβατικό (ή Καμάρα) είναι ένα χαρακτηριστικό σημείο του οικισμού και αποτελεί το πέρασμα προς την παλιά «εθνική οδό», που ένωνε τη Στεμνίτσα με τη Τρίπολη.
Το Λαογραφικό Μουσείο από τα πιο αξιόλογα στο είδος του. Παρουσιάζονται αναπαραστάσεις παραδοσιακών εργαστηρίων, εσωτερικό στεμνιτσιώτικου σπιτιού, μεταβυζαντινές εικόνες, έργα μεταλλοτεχνίας, κεραμικής, ξυλογλυπτικής, κεντήματα, φορεσιές, εκκλησιαστικά σκεύη, φιγούρες θεάτρου σκιών φιλοτεχνημένες από τον καραγκιοζοπαίκτη Λάμπρου Καραδήμα κ.ά.
Πρόκειται για ένα ερειπωμένο προεπαναστατικό κτήριο, το Χάνι, που βρίσκεται έξω από τον οικισμό, πάνω στην παλιά «εθνική οδό». Διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην επανάσταση του 1821. Στη Στεμνίτσα θα συναντήσει κανείς την Σχολή Αργυροχρυσοχοΐας, το διδασκαλείο, αλλά και τις παλαιότερες, διατηρημένες κρήνες του χωριού.
Πού να πάτε, τί να δοκιμάσετε
Η ιδιαίτερη τοπική κουζίνα στα εστιατόρια της πλατείας της Πελοποννησιακής Γερουσιάς, τα ντόπια κρέατα και τυροκομικά και τα χειροποίητα ζυμαρικά (χυλοπίτες, λαζάνια, τραχανάς) νοστιμίζουν το μενού των εστιατορίων της Στεμνίτσας. Χοιρινό λαγωτό με καρυδάτη σκορδαλιά, αρνάκι με σέλινο ή, ακόμα καλύτερα, με μυρώνια (αρωματικά χόρτα), πίτες με τραχανά και αλανιάρης κόκορας με χυλοπίτες, αρνίσια παϊδάκια από ντόπια κρέατα που κόβονται επιτόπου και γίδα ή ζυγούρι βραστό (με το ζωμό σερβιρισμένο χωριστά) είναι μερικά από τα κλασικά πιάτα.
Ενώ για ένα μερακλίδικο ελληνικό καφέ ή ένα ζεστό τσάι του βουνού με συνοδεία πορτοκαλόπιτας ή φρέσκου γαλακτομπούρεκου το «Μικρό Καφέ» κάνει την διαφορά.
Ως προς τα τοπικά προϊόντα, τα ντόπια χειροποίητα ζυμαρικά (τραχανάς, χυλοπίτες, λαζάνια, κριθαράκι), τα τυροκομικά, τα γλυκά του κουταλιού και το μέλι από έλατα της περιοχής θα σας βάλουν στον πειρασμό να γεμίσετε το πορτμπαγκάζ σας.
Η Στεμνίτσα είναι η κλασική στάση για ζυμαρικά καρυδάτο και καλτσούνια, αλλά και για μήλα και σκόρδα, τα οποία θα βρείτε μόνο στο «Παντοπωλείον εν Στεμνίτσα» του χωριού.