Τα λαογραφικά θέματα συνήθως δείχνουν ότι υπάρχει μία αδιάσπαστη ενότητα ανάμεσα στο λαϊκό πολιτισμό, αρχαίο και νέο, με εκφράσεις του αρχαίου να έχουν μεταφερθεί στο νέο. Ερμηνεύονται δηλαδή και πολλά αρχαία προβλήματα με μόνη βοήθεια την κατάλληλη έκφραση τους στα αντίστοιχα γνωστά νεοελληνικά. Ας περιοριστούμε σ’ ένα από αυτά τα φαινόμενα, στην ποίηση του λαού μας και ας ζητήσουμε τη σχέση αυτής με την αρχαία, αφού πρώτα απαντήσουμε στο ερώτημα: Τι είδους ποίηση είναι η Δημοτική Ελληνική Ποίηση;
Η πιο υψηλή δημιουργία του Ελληνικού λαού είναι η τραγωδία. Από τη λέξη τραγωδία παράγεται η λέξη τραγούδι, σχέση η οποία δεν περιορίζεται μόνο στην προέλευση αλλά επεκτείνεται σε συγκεκριμένους δεσμούς μεταξύ της αρχαίας τραγωδίας και του Δημοτικού τραγουδιού. Κατά τους Fauriel και Κυριακίδη οι ρίζες του Ελληνικού δημοτικού τραγουδιού βρίσκονται στην ελληνική αρχαιότητα. Η συγκριτική μελέτη κειμένων των Δημοτικών τραγουδιών και των τραγουδιών της Μυκηναϊκής και της Αρχαίας Ελληνικής και της Μεσαιωνικής Ελληνικής δείχνει ότι υπάρχουν σχέσεις και νήματα τα οποία άλλοτε είναι ορατά και άλλοτε εννοούνται και τα οποία συνδέουν τις εποχές. Υπάρχουν συγκεκριμένοι παραδοσιακοί δεσμοί ανάμεσα στην αρχαία τραγωδία και στο Δημοτικό τραγούδι. Οι δεσμοί αυτοί δεν πρέπει να εξετάζονται ως προς τις εξωτερικές ομοιότητες αλλά ως προς την εσωτερική δομή του ποιητικού κειμένου. Τα Δημοτικά τραγούδια δεν είναι παράλληλες και ανεξάρτητες δημιουργίες ως προς τα τραγούδια της αρχαιότητας, απεναντίας συνδέουν τη μία εποχή με την άλλη και δίνουν σοβαρά στοιχεία για τη διαχρονική συνέχεια του Ελληνισμού στο πλαίσιο ενός είδους συνάφειας. Σε αυτά παρουσιάζονται στερεότυπες εκφράσεις που αυτούσιες συναντιόνται στις προηγούμενες εποχές. Όπως υπάρχουν κοινά γλωσσικά στοιχεία και μοτίβα στα ομηρικά έπη και στα νεοελληνικά δημοτικά τραγούδια. Ακόμα υπάρχουν στίχοι του “Διγενή Ακρίτα” με στοιχεία που απαντούν και στο νεοελληνικό δημοτικό τραγούδι και μερικές φορές αποκλειστικά στο ποντιακό.
Λέγοντας στερεότυπα γλωσσικά στοιχεία εννοούμε ολόκληρους στίχους, ημιστίχια, εκφράσεις και μεμονωμένες λέξεις στην ίδια ακριβώς θέση του στίχου. Η γλωσσική μορφή των τραγουδιών δεν έμεινε αναλλοίωτη αλλά συνεχώς τροποποιούνταν παρουσιάζοντας μορφολογική εξέλιξη.
Η γλώσσα του Δημοτικού τραγουδιού δεν είναι περιορισμένη, πεπαλαιωμένη και παρελθούσα. Απεναντίας λειτουργεί επαναστατικά ως σύμβολο αντιστάσεως στην ξύλινη γλώσσα και στον ομοιόμορφο πολιτισμό.
Η Ελληνική Δημοτική ποίηση, ανώνυμη και ομαδική, συνέχισε την πορεία της από την Αρχαιότητα, από τα Βυζαντινά χρόνια μέχρι σήμερα ανανεώνοντας το περιεχόμενο και τη θεματολογία της. Τα Δημοτικά τραγούδια είναι ζωντανά πολυσύνθετα πολιτισμικά γεγονότα, τα οποία επηρεάζονται από ενδογενείς και εξωγενείς παράγοντες και τα οποία βιώνονται ατομικά και συλλογικά κατά την ιστορική συγκυρία και τις κοινωνικές σχέσεις. Αποκτούν κοινωνικά, συμβολικά, αφηγηματικά, τελετουργικά χαρακτηριστικά, ταυτότητα, φύλο, σημασία, μύθο και σκοπό.
Ειδικά στα ιστορικά τραγούδια εκτός από την αφήγηση των ιστορικών γεγονότων, εκφράζονται με συμβολικό τρόπο, τα συναισθήματα, οι πνευματικές και ηθικές αξίες, καθώς και η κοσμοθεωρία της κοινότητος. Όλα μαζί αποτελούν βασικά κριτήρια για τον προσδιορισμό του πολιτισμικού συστήματος.
Στα κλέφτικά με τρόπο λιτό και δραματικό, συνδυάζονται τα ιστορικά γεγονότα, οι ήρωες μέσα στη φύση και η βιωματική ταύτιση ζωής και ελευθερίας, απ’ όπου απορρέει η αξιοπρέπεια μπροστά στο θάνατο.
Η λαϊκή μούσα τραγούδησε με πολλά τραγούδια τη νικηφόρα μάχη των Δερβενακίων, το «Έπος των Δερβενακίων».
Μερικά τραγούδια θα μας βοηθήσουν εξετάζοντας την τεχνοτροπική δομή τους, να ανιχνεύσουμε τη διαχρονική σχέση της Δημοτικής ποίησης με την Αρχαία στο πλαίσιο της πολιτισμικής συνέχειας, που οφείλει να ορίζεται κάθε φορά σε συγκεκριμένο πολιτισμικό πλαίσιο αναφοράς.
Α). Ανεξάντλητη η Λαϊκή Μούσα, εμπνέεται από το αθάνατο έπος των Δερβενακίων τον Ιούλιο του 1822 και ψάλλει το περίφημο τραγούδι, με τίτλο «Του Δράμαλη»:
Φύσα μαΐστρο δροσερέ κι αέρα του πελάγου
και πες τα χαιρετίσματα στου Δράμαλη τη μάνα.
Και η συνέχεια του περίφημου τραγουδιού στην αρχαιότερη παραλλαγή:
Της Ρούμελης οι Μπέηδες, του Δράμαλη οι αγάδες.
Στα Δερβενάκια κείτονται στο χώμα ξαπλωμένοι
Στρώμα ’χουνε τη μαύρη γης, προσκέφαλο λιθάρια,
Και για ’πανοσκεπάσματα του φεγγαριού τη λάμψη,
Κ. ένα πουλάκι επέρασε και το συχνορωτάνε:
πουλί πως πάει ο πόλεμος, το κλέφτικο ντουφέκι:
Μπροστά πάει ο Νικηταράς, πίσω ο Κολοκοτρώνης,
και παραπίσω οι Έλληνες με τα σπαθιά στα χέρια.
Το άνω Δημοτικό τραγούδι στα Δερβενάκια αποτελείται από δύο ενότητες με ισόποση συμμετρία από τέσσερις στίχους η κάθε μία. Στη πρώτη περιγράφεται η συμφορά κατά τρόπο υποβλητικό, με έξοχα μοτίβα, του μαϊστρου ως αγγελιοφόρου αλλά και του φεγγαριού τη λάμψη για πανωσκέπασμα των νεκρών Τούρκων, των αφώνων πτωμάτων. Απαγγέλλεται ακόμη η τραγική, κακή είδηση στη μητέρα του ηττημένου, ως συνέχεια και σε αντιστοιχία με την αρχαία τραγωδία και ως διαχρονικό μοτίβο της ποιητικής τέχνης. Το θηλυκό φέρνει τη ζωή, το θηλυκό προώρισται να τη θρηνήσει. Κανένας άλλος δεν λυπάται περισσότερο από τη μάνα εκείνου που τον έχει πλήξει η συμφορά.
Ο Ελληνικός λαός έχει ανεβάσει τη Μάνα στο υψηλότερο ηθικό βάθρο που βρίσκεται μέσα στην κοινωνία, μέσα στην οικογένεια. Ο τραγουδιστής αναζητεί τη μάνα διότι αυτή του δίνει τον παλμό που χρειάζεται να συγκινήσει αμέσως με το άκουσμα της, δίνει την ευκαιρία να σκεφθεί ο καθένας τη δική του μάνα. Και τον ειδοποιεί συγχρόνως να μη χάσει την ανθρωπιά του, τα ευγενικά συναισθήματα, ούτε να τον καταβάλλει η αλαζονεία ως επακόλουθο της νίκης, διότι τότε θα υπερβεί το μέτρο των δυνατοτήτων του, θα τον καταβάλλει η Ύβρις και μετά η Νέμεσις απαιτεί την τιμωρία του. Ο θρήνος της μάνας στο δημοτικό τραγούδι έρχεται κατευθείαν ως γόος, κοπετός από την αρχαία τραγωδία όπου και εκεί είναι πάλι πρωταγωνιστής η μάνα. Επιβεβαιώνεται για μια ακόμα φορά ότι ο θρήνος ανήκει στα αρχαιότερα μαρτυρούμενα είδη άσματος.
Στη δεύτερη ενότητα, η συνομιλία των ηττημένων νεκρών Τούρκων με το πουλί, γνωστό ήδη από τα ομηρικά χρόνια, ως αγγελιοφόρος και αφηγητής της νίκης, μεταφέρει το σκηνικό σε άλλη ποιητική διάσταση με διάλογο που διατρανώνει τη νίκη των Ελλήνων με τους πρωτεργάτες, τον Νικηταρά, τον Κολοκοτρώνη και τους Έλληνες με τα σπαθιά στα χέρια. Στο τραγούδι δεν ακούγεται ούτε μια λέξη χλευασμού για τον αντίπαλο, τους Τούρκους. Ακόμη, σοβαρά, χωρίς εκδικητικές εμπάθειες, περιγράφεται το γεγονός και αντιμετωπίζεται η δύναμη τους και η πτώση τους. Ένα αίσθημα κενότητας της ανθρώπινης περηφάνιας, κενότητας της αυτοκρατορίας είναι αυτό που μένει στο τέλος του τραγουδιού, όπως το ίδιο αίσθημα απομένει από τους «Πέρσες» του Αισχύλου. Το τραγούδι αποτελεί ένα χαρακτηριστικό δείγμα από τον πλούσιο συναισθηματικό, γεμάτο από ανθρωπιά, κόσμο του λαού μας.
Το ύφος αυτό των τραγουδιών έχει δημιουργηθεί και έρχεται ως παράδοση από τη τραγική ποίηση των αρχαίων Ελλήνων, που παρουσιάζεται σε όλους τους τραγικούς ποιητές.
Β). Η σύγκριση ενός ηρωικού επιγράμματος της εποχής του 490 π.Χ. από τον κορυφαίο επιγραμματοποιό Σιμωνίδη τον Κείο για τη μάχη του Μαραθώνα, με ένα Δημοτικό τραγούδι για τη μάχη στα Δερβενάκια τον Αύγουστο του 1822 μ.Χ., σύντομο και αυτό και επιγραμματικό, μας δείχνει την αντιστοιχία ουσίας και ύφους, την κληρονομιά από τα αρχαία κείμενα, όπου η απλότητα, η λιτότητα και η αρρενωπή πυκνότητα είναι κοινό γνώρισμα. Η μελέτη της αναλογίας και των αντιστοιχιών μας βοηθάει να κατανοήσουμε τους γενικούς νόμους με τους οποίους λειτουργεί η ποιητική δημιουργία.
Σιμωνίδης ο Κείος 490 π.Χ. | Δημοτικό τραγούδι 1822 μ.Χ. |
Ελλήνων Προμαχούντες | της Ρούμελης οι Μπέηδες |
Αθηναίοι Μαραθώνι | του Δράμαλη οι Αγάδες |
Χρυσοφόρων Μήδων | στο Δερβενάκι κείτονται |
Εστόρησαν δύναμιν | στο χώμα ξαπλωμένοι |
Η ανάλυση των κειμένων θα μας αποκαλύψει τον πυρήνα των δύο πολιτισμικών παραδόσεων. Και στα δύο παρουσιάζονται ομοιότητες και διαφορές. Στις ομοιότητες παρατηρούνται 3 χαρακτηριστικά στοιχεία:
- Άνθρωποι
- Τόπος
- Καταστροφή της μεγάλης δύναμης
Στους ανθρώπους συγκρίνονται οι Χρυσοφόροι Μήδοι με τους Μπέηδες και Αγάδες. Οι Χρυσοφόροι Μήδοι διακρίνονταν για τον πλούτο και τη μεγαλοπρέπεια. Ομοίως οι μπέηδες και αγάδες κατείχαν τεράστιο πλούτο καθόσον ερχόντουσαν από τα Ιωάννινα, όπου είχαν εξοντώσει τον Αλή Πασά και του είχαν πάρει τους αμύθητους θησαυρούς του. Η τεράστια στρατιά του Δράμαλη αποτελούταν από 20.000 καβαλαραίους, 8.000 πεζούς, 7 πασάδες, εκατοντάδες μπέηδες, εκατοντάδες αγάδες, 30.000 μουλάρια, 500 καμήλες. Στις 26 Ιουλίου, ανήμερα της Αγίας Παρασκευής, τους καρτερούσε ο θάνατος και η καταστροφή στα στενά στα Δερβενάκια από τις μικρές ηρωικές δυνάμεις του Κολοκοτρώνη.
Ο γεωγραφικός τόπος και στα δύο, βρίσκεται στο κέντρο των λόγων, στη μέση των δύο στίχων. Ο Μαραθώνας και το Δερβενάκι δεν έχουν την ίδια σημασία με τους ανθρώπους και με το γκρέμισμα της μεγάλης δύναμης που τοποθετούνται στην αρχή και στο τέλος του λόγου.
Διαφορές:
Στο επίγραμμα:
- Τονίζεται με έμφαση η δύναμη και η νίκη των Αθηναίων. Ο πρώτος στίχος αφιερώνεται αποκλειστικά στους Αθηναίους νικητές.
Στο δημοτικό τραγούδι:
- Τονίζεται η συμφορά των ηττημένων. Ο πρώτος στίχος αφιερώνεται όχι στους νικητές αλλά στους ηττημένους.
Ο Νεοέλληνας τραγουδιστής δεν έχει κύριο στόχο να εγκωμιάσει τους νικητές. Γενικά δοκιμάζει συγκινήσεις από τις γενναίες πράξεις ανεξάρτητα από το ηθικό τους περιεχόμενο και τις πατριωτικές ιδέες. Τονίζει το ευμετάβλητο της ανθρώπινης μοίρας. Ο λαός μας δίνει ένα βαθύτερο, ανθρωπιστικό νόημα στο τραγούδι. Ξεπερνάει το “νείκος” ενός πανίσχυρου εχθρού, όπως ξεπερνάει και αυτό ακόμη το απαράμιλλο επίγραμμα του Σιμωνίδη. Ανέρχεται σε ανώτερες σφαίρες και ηθικές αντιλήψεις που αγκαλιάζουν όλους τους ανθρώπους της γης. Αναφερόμεθα στο “νείκος” ως ουδέτερο για να μην υπάρξει διαδοχή και συνέχεια της νίκης, που είναι θηλυκού γένους.
Το ίδιο συμβαίνει και στο αρχαιότερο σωζόμενο δράμα του Αισχύλου «Πέρσες», εκεί όπου ο χορός των γερόντων Περσών σε πρωταγωνιστικό ρόλο έχει τη θέση του νικημένου και θρηνεί και συμπάσχει με την Άτοσσα (χήρα του Δαρείου) και μητέρα του νικημένου βασιλιά Ξέρξη. Η σκηνή διαδραματίζεται στα βασιλικά ανάκτορα των Περσών στα Σούσα, μπροστά στην Άτοσσα, η οποία ανησυχεί για την εκστρατεία του γιού της στη μακρινή Ελλάδα, ανησυχία που την έκανε μεγαλύτερη ένα άσχημο όνειρο την προηγούμενη νύχτα. Μέσα από τον θρήνο της παρουσιάζεται η υπεροχή των Ελλήνων.
Το ίδιο συμβαίνει και με την Περαχωρίτισσα μάνα που συμπάσχει με τη μάνα Τούρκου στρατιώτη ο οποίος σκοτώθηκε στα Δερβενάκια από τις δυνάμεις του Κολοκοτρώνη και το οποίο αποτυπώνεται σε αντίστοιχο δημοτικό τραγούδι της περιοχής.
Δε συναντάται διαχρονικά σε παγκόσμιο επίπεδο τέτοια ποίηση που αναφέρεται σε νικημένους και όχι σε νικητές, η οποία ποίηση έχει γραφτεί από τους ίδιους τούς Έλληνες που είναι οι νικητές.
Όλα αυτά σε παγκόσμια πρωτοτυπία πιστοποιούν ότι σ’αυτόν τον τόπο κατοικούν οι ίδιοι άνθρωποι, τον κατέχουν οι ήρωες Έλληνες του Αισχύλου που πολέμησαν και νίκησαν τους Πέρσες, οι ήρωες Έλληνες του Κολοκοτρώνη που πολέμησαν και νίκησαν τους Τούρκους – Περσιάνους, πάντοτε μέσα στο μέτρο, χωρίς να το υπερβαίνουν, χωρίς να εξοργίζουν τους Θεούς, αλλά ειρηνικά να πορεύονται μαζί με τους άλλους. Συνήθως δεν αναφέρεται η λέξη “Έλληνες” στο Δημοτικό Τραγούδι και συναντάται σπάνια, σε αντίθεση με τον Κολοκοτρώνη που τη χρησιμοποιούσε συνεχώς στον προσωπικό λόγο και στα παραγγέλματα.
Γ). Ακόμα ο Ελληνικός λαός τραγούδησε τη μοίρα του Κιαμήλ Μπέη με διάφορα τραγούδια, ανάμεσα στα οποία είναι και το ακόλουθο:
Πήραν τα κάστρα πήραν τα, πήραν και τα ντερβένια
Πήραν και την Τριπολιτσά, την ξακουσμένη χώρα.
Κλαίουν στους δρόμους Τούρκισσες, κλαίουν Εμιροπούλες,
Κλαίει και μια χανούμισσα τον δόλιο τον Κιαμήλη.
-Αχ! πού ’σαι και δε φαίνεσαι, καμαρωμένε αφέντη;
Ήσουν κολόνα του Μοριά και φλάμπουρο στην Κόρθο,
Ήσουν και στην Τριπολιτσά θεμελιωμένος πύργος.
Στην Κόρθο πλια δε φαίνεσαι, ουδέ μες τα σαράγια.
Ένας παπάς σου τα ’καψε τα έρμα τα παλάτια».
Κλαίουν τ’ αχούρια γι’ άλογα και τα τζαμιά γι’ αγάδες,
Κλαίει και η Κιαμήλαινα το δόλιο της τον άντρα:
«Σκλάβος ραγιάδων έπεσε και ζει ραγιάς ραγιάδων».
Το μήνυμα του τραγουδιού έχει παραλήπτη τη μάνα του Δράμαλη. Χρησιμοποιείται ανάλογο μοτίβο, όπως και στην τραγωδία του Αισχύλου «Πέρσες», που έχει ως θέμα τη νίκη των Ελλήνων κατά των Περσών στη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Παρουσιάζεται ο νικητής Έλληνας ως παρατηρητής του γεγονότος που παρακολουθεί την εξέλιξη του πολέμου και διαπιστώνει το μέγεθος της απώλειας του Κιαμήλ Μπέη, χωρίς δραματοποιήσεις και εξάρσεις. Ο θρήνος είναι συγχρόνως και ο έμμεσος ύμνος της παλληκαριάς των Ελλήνων.
Το Δημοτικό τραγούδι υποδέχεται με συμπάθεια την ήττα των Τούρκων και το σπαραχτικό τους θρήνο για το μέγεθος της συμφοράς κάνοντας ειδική μνεία για το πολυτελές ανάκτορο – σεράι του Μπέη. Αναλογικά το ίδιο συμβαίνει στους “Πέρσες” του Αισχύλου, όπου η ήττα τους, ο θρήνος τους και ακόμα η “βάρβαρη” γλώσσα τους γίνεται αποδεκτή από τους Αθηναίους και κυριαρχούν στο δράμα. Στο τέλος της τραγωδίας ο Ξέρξης και ο χορός θρηνούν τη δόξα της Περσίας που έχει χαθεί για πάντα, όπως θρηνεί η Νουρί Μπεγίνα, η μάνα του Κιαμήλ, στο δημοτικό τραγούδι. Ο θρήνος για το νεκρό αποτελεί τεκμήριο συνέχειας από την αρχαιότητα ως τα νεότερα χρόνια που πιστοποιείται επιπλέον και από επιβιώματα αρχαίων εθίμων και δοξασιών, ως μέρος της λαϊκής παράδοσης.
Γενικά οι ποιητές των διαφόρων εποχών ξεχώρισαν και εφάρμοσαν στοιχεία από ένα κοινό απόθεμα ιδεών, θεμάτων, συμβάσεων και εκφράσεων δίδοντας καινούργιο περιεχόμενο ως πρωτοτυπία της δικής τους συμβολής.
Δ). Και με το επόμενο τραγούδι υπογραμμίζεται η αρχαία κληρονομιά.
Του Λεωνίδα το σπαθί
Κολοκοτρώνης το κρατεί
Κι όποιον αν το δει λαβώνει
Τους Περσιάνους θανατώνει.
Ο Κολοκοτρώνης είναι ο διάδοχος και συνεχιστής του Λεωνίδα. Οι σημερινές μάχες είναι συνέχεια των προηγουμένων μαχών, των μαχών που γινόντουσαν με τους Πέρσες στις Θερμοπύλες, στο Μαραθώνα, στις Πλαταιές και αλλού. Και τώρα, όπως τότε στους Έλληνες του Λεωνίδα, αντίκρυ στους Πέρσες, είναι οι Έλληνες του Κολοκοτρώνη, ενάντια στους Περσιάνους, όπως αποκαλούσε τους Τούρκους. «Απάνω τους στους Περσιάνους ήταν το σύνθημα του, εννοώντας τους Τούρκους». Περσιάνοι αναφέρονται οι Τούρκοι και στο θρηνητικό δημοτικό τραγούδι για τον θάνατο του Ηλία Μαυρομιχάλη, υιού του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, στα Στύρα Ευβοίας τον Ιανουάριο του 1822:
…Δέκα Περσιανούς έκοψε και δέκα μπουλουχτσήδες…
Θα μπορούσαν να λεχθούν και πολλά άλλα παραδείγματα τα οποία εκφράζουν διαχρονικά τη θεματική συγγένεια των τραγουδιών της Δημοτικής και Αρχαίας Ποίησης.
Συμπεράσματα
- Ανιχνεύτηκαν με λίγα παραδείγματα οι στρατηγικές δομικές σχέσεις και η θεματική συγγένεια της αρχαίας ποίησης και του δημοτικού τραγουδιού, μέσα στον ενιαίο χαρακτήρα της ελληνικής γλώσσας ως φορέας συστημάτων μεταφοράς από τα μυκηναϊκά χρόνια, Ομηρικά, Αρχαϊκά, Κλασικά, Βυζαντινά, μέχρι σήμερα.
- Αυτές οι δομικές σχέσεις πρέπει να αξιοποιηθούν μαζί με άλλες προηγούμενες προσεγγίσεις και συμβολές, που παραμένουν αποσπασματικές και χωρίς συσχετισμό μεταξύ τους, για να έχουμε συμπεράσματα στην αναζήτηση των απώτερων ριζών του Δημοτικού τραγουδιού στα αρχαία χρόνια.
- Η αδιάκοπη συνέχεια της Ελληνικής γλώσσας και του Ελληνικού βίου από τα μυκηναϊκά χρόνια μέχρι σήμερα διευκολύνει την ερμηνεία των κειμένων και την αποκάλυψη και κατανόηση των νόμων της δημιουργίας τους.
- Η γλωσσική και μετρική έρευνα που ήδη πραγματοποιείται είναι αρμοδιότητα ειδικών επιστημόνων με ερμηνευτική ευρύτητα, βαθιά γνώση και όχι μονομερή προσέγγιση. Αποτελεί στόχο επισταμένης εργασίας η οποία θα μπορεί να θεμελιώσει τη θεωρία της αδιάσπαστης συνέχειας στις ποιητικές παραδόσεις, που ανεπτύχθησαν σε διαφορετικές εποχές, με διαφορετικούς όρους, ως μέρος του γενικότερου ζητήματος της συνέχειας του Ελληνικού πολιτισμού.
- Τα πρότυπα τα οποία υιοθετεί ο άνθρωπος σε κάθε χρονική περίοδο, τα αισθήματα του και οι συμπεριφορές του αποτελούν κριτήρια για τον προσδιορισμό του πολιτισμικού συστήματος ως συνεχιζόμενη επιβίωση ή ως μετασχηματισμός αυτού.
Δρ. Απόστολος Ε. Παπαφωτίου
Πολιτικός Μηχανικός Ε.Μ.Π. Οικονομολόγος Ε.Κ.Π.Α.