home design 800Χ400

Κατερίνα Γραμματικού: Το πέρασμα στις Μυκήνες – Άρθρο

Το πέρασμα στις Μυκήνες είναι το πέρασμα στην ενηλικίωση

Οι Μυκήνες ξεδιπλώνονται σε ύφασμα Ομηρικό’ ράφτηκε για την παιδική ηλικία της Ελλάδας . Από περίσσιο ήλιο γέμισε, στολίστηκε  με πετράδια, χρυσαφικά για να ξορκίζουν επίβουλους εχθρούς και κακοδαιμονίες. Κι όμως, το πάθος και το δέος παρείσφρησε. Η γοητεία που ασκεί, ως δράμα πλέον, στην σύγχρονη εποχή, δεν είναι το ίδιο μεγαλειώδες όπως στον χρόνο αναφοράς του.

Οι Μυκήνες είναι η ηλικία της ανθρωπότητας. Όσο μεγαλώνει εμείς μικραίνουμε.

«Η παιδική εποχή είναι άπειρη», έχει πει ο Λιαντίνης, «γιατί το παιδί δεν γνωρίζει θάνατο και όπου απουσιάζει η υποψία θανάτου, εκεί παραστέκει η σιγαλιά του αιώνιου».

Κάρβουνα από εκείνη τη φωτιά που θέλησαν να εξαφανίσουν τον πολιτισμό των Μυκηνών σιγοκαίνε εξακολουθητικά θρυμματίζοντας το εθνικό μας συναίσθημα. Η συνειδητοποίηση των Ελλήνων για τον εαυτό τους ξεκινά με την αποτύπωση της σκέψης και της άρρητης ακόμα γλώσσας με συμβολογράμματα της Γραμμικής Β’ πάνω σε πήλινες πινακίδες που η φωτιά ειρωνικά θα διασώσει.

Οι αειθαλείς Μυκήνες των ημερών μας είναι ο συμβολισμός της επικράτησης της ανθρωπότητας και του προσωπικού αγώνα καθενός. Το «πέρασμα» της Πύλης των Λεόντων μεταμορφώνει, ενδυναμώνει το ανασφαλές μέσα μας, το αιώνιο παιδί της οικουμένης που δεν λέει να μεγαλώσει και προσποιούμενο την ατροφία του, όσο αποζητά εναγωνίως την στήριξη από τον παντοδύναμο ενήλικα γονέα, μαθαίνει να τρέφεται ψευδώς με υποσχέσεις, μαραζώνει.

Οι Μυκήνες ζωντανεύουν σε κάθε ανολοκλήρωτο ταξίδι μας. Είναι εκεί πάντα, βασιλικά βαλμένες, πανόπτες και ηγέτιδες, έτοιμες να υποδεχτούν κάθε ανθρώπινη φτιάξη, καχεκτική ή γεροδεμένη . Είναι πολλές και αυτό σαν να μας παρηγορεί κάπως.

 Πώς να δέχτηκαν όμως οι κάτοικοι του Άργους την πτώση ενός βασιλείου, την καταστροφή της βασιλικής οικογένειας; Πως είναι να πεθαίνει ο βασιλιάς σου, όταν ακόμα και στις μέρες μας ο λαός του θρηνεί;

 Επήλθε αιφνίδια ο μαρασμός τους, σαν ένα καρδιακό επεισόδιο να συνέβη κι έπαψε η κυκλοφορία πολύτιμου φορτίου…

Πως αποθησαυρίζονται οι Μυκήνες του Αγαμέμνονα ; τα χρυσάφια και τα κτερίσματα αποτιμώνται πια σε συνάλλαγμα, τα σανδάλια εξακολουθούν να λιώνουν στον καυτό ήλιο αλλά τα χλωμά πρόσωπα δροσίζονται στο air condition των λεωφορείων’ ετοιμοπαράδοτα σώματα-αποσκευές για τον επόμενο ημερήσιο σταθμό αποβίβασης. Οι Μυκήνες μοιάζουν κενοτάφιο και το ποίημα των ξεναγών επικήδειος.

Δεν είναι ίδιες με του ‘50, του ‘60 ή του ‘70 οι Μυκήνες σήμερα, ούτε καν του ‘80 και ‘90 ακόμα. Έκτοτε, ο τουρισμός παρότι δεν έπαψε ποτέ να αποτελεί είδος ψυχαγωγίας, θα μεταλλαχθεί σε παμφάγο τέρας με γιγάντιες διαστάσεις που ζητά βουλιμικά χόρταση- τραγικά και μεταφορικά όμοια με τους γίγαντες που έχτιζαν τα τείχη των Μυκηνών.

Ο μαζικός τουρισμός θα σαρώσει στο πέρασμά του και αυτόν εδώ τον «λιμώνα».

  Τα στίφη των τουριστών ορμούσαν να ασπαστούν το μεγαλειώδες Τέμενος του θησαυρού του Ατρέα, να νίψουν τας χείρας τους στην πηγή που έλουζε τα μαλλιά της η Κλυταιμνήστρα, να καθίσουν νοητά στην αίθουσα του θρόνου και να φορέσουν τη μάσκα του βασιλιά (WANAX ), το χρυσοποίκιλτο προσωπείο (το παγκόσμια αναγνωρίσιμο φετίχ) και ανοίγοντας το βλέμμα τους, να επιδιώξουν κάνοντας το δικό τους ταξίδι προς την Τροία, να διεκδικήσουν, να ελευθερωθούν.

 Το μεγαλειώδες τέμπλο καλούσε τους απανταχού αρχαιολάτρες σε προσκύνημα. Οι αμετακίνητοι ογκόλιθοι γίνονται σύμβολα σταθερότητας -ένα σημείο ισορροπίας των αντίθετων δυνάμεων που καταλαμβάνουν τις ζωές μας- και  ο πιστός ξεκινά τον πηγαιμό για τη δική του «Κομποστέλλα».

Η Αργεία γη καταλήγει στη θάλασσα, τον Αργολικό κόλπο. Από ένα λιμάνι της, την Ασίνη, χίλιοι Δαναοί ναυτικοί είναι που θα εκστρατεύσουν για την Τροία, για να βγουν στο Αιγαίο, φτάνοντας μέχρι τη Μαύρη θάλασσα. Η εμφύλια διαμάχη ξεκινά στην Ελλάδα από αιώνες.

Οι τουρίστες των seventies ήταν τα παιδιά της coca-cola, τα ατίθασα νιάτα που διαμαρτύρονταν για τους άδικους πολέμους και τις ολέθριες βόμβες. Τα παιδιά εκείνα ναι, φορούσαν σανδάλια, κρεμαστά ταγάρια στους ώμους και σακίδια στη πλάτη. Έκαναν ωτοστόπ. Ήταν οι αμόλυντοι hitch hacker της γεμάτης πλευράς του φεγγαριού, οι άσπιλοι ταξιδιώτες του φωτός. Οι μετενσαρκώσεις των φιλελλήνων επισκεπτών του 19ου αι. με γυαλιά ηλίου, μυθιστορήματα και ΡΟΚ μουσική.

«Θα τριγύριζαν ώρες πάνω κάτω στο χωριό», έτσι μου είπαν άνθρωποι που έζησαν έντονα πολλές από εκείνες τις στιγμές της μαγικής εποχής τουρισμού.

Όπως και ο Σλήμαν, διαμένοντας σε ετούτο το χωριό, γεύονταν την ρετσίνα την οποία έβρισκε «εύγευστη και υγιεινή» διαβάζοντας Όμηρο. Ρετσίνα έπινε και η νέα γενιά (εκείνοι οι κάθε άλλο παρά ξέγνοιαστοι νεαροί), άφθονο κρασί κι ας τους ήταν, αδιάφορο μάλλον, η ποικιλία, το είδος ταξιανθίας του αμπελόκρασου που κατέβαζε. Η εποχή τους πρόσφερε άφθονα πεπόνια, σταφύλια, καρπούζια και το γεύμα τους, φασολάδα, ντολμαδάκια, γεμιστά, κοκκινιστά, μουσακάδες, αγκινάρες και πράσα αργείτικα.

«Το χωριό δεν κοιμόταν…»

«Το χωριό είχε γιορτή…»

Από το πρωί θα ρουφούσαν ήλιο, θα έτρεχαν να τυλιχτούν με τη σαγήνη της αύρας της θάλασσας…

Στην πομπική οδό

Ο μεγάλος δρόμος, η «πομπική οδός» είναι αυτή που διασχίζει το χωριό. Αυτόν που θα έπαιρνε ο Σλήμαν και κατόπιν μια σειρά από αρχαιολόγοι: ο Πιττάκης, ο Τσούντας, ο Έβανς και ο Βέντρις (πινακίδες της γραμμικής Α, Β), ο Γουέης και ο Κόμπερ , ο Τσάντγουικ,  ο Μυλωνάς και ο Ιακωβίδης κ.α. Όλοι θα συνδράμουν στις ανασκαφές και στην καταγραφή κεραμικών και χρυσών ευρημάτων που θα αποκάλυπτε στο βάθος της η μεγάλη τούμπα. 

Ο κυρίαρχος δρόμος ήταν γεμάτος με (ανοικτές) ταβέρνες, λίγα καταστήματα με ενθύμια και μικρά ξενοδοχεία αλλά είχε μια μεγάλη καρδιά. Είναι η καρδιά του αυθεντικά φιλόξενου –ακόμη τότε – Έλληνα.

Σήμερα, το αίσθημα αλλάζει περνώντας από εδώ. Είναι ίδιο το κάδρο, άδειο το βλέμμα όπως και ο δρόμος, με τόσες κλειστές επιχειρήσεις μοιάζει να χύθηκε κάπου έξω από εδώ ο τουρισμός’ κάτι σου τσιμπά την καρδιά. Το πέρασμα των λεωφορείων γίνεται θόρυβος και η ανάσα σου εξατμίζεται στον καφέ μηχανής που σου σερβίρουν στο ανακαινισμένο, μα άδειο από κόσμο, μαγαζί.

«Τα ενοικιαζόμενα δωμάτια μέχρι κάποια εποχή ήταν λίγα και οι νεαροί κοιμούνταν δέκα δέκα στο μικρό ξενοδοχείο «Ιφιγένεια» ένα Youth Hostel με τρία δωμάτια όλα κι όλα που στοιβάζονταν εκατό. Κατέβαιναν και το Ναύπλιο, στο  Youth Hostel του Οικονόμου. Στρατοπέδευαν όπου έβρισκαν … στρωματσάδα στις αυλές, στα χωράφια με τις αγκινάρες… τους βρίσκαμε στα μποστάνια το πρωί… γύρω τους πρόβατα, γαλιά και κότες». Αθώες εποχές, σκέφτεσαι, γεμάτες φως.

Η απουσία του κόσμου στο διάβα σου κόβει την ανάσα αναπολώντας το χθες.

 «Ένα χωριό γεμάτο ανθρώπους. Ζούσαμε μαζί με τον τουρισμό».

Οι Μυκήνες χάνουν την αίγλη τους στο Millennium. Τα οργανωμένα groups των tour operators και οι travel agencies πλαισιώνουν επιτακτικά τις ζωές των άλλων. Οι αυτόνομοι περιπατητές σαν να έχασαν αιφνίδια το βηματισμό για τον προορισμό τους. Οι ζεστοί οραματιστές του αρχαίου ελληνικού ιδεώδους, οι αναχωρητές του πνεύματος, λιγοστεύουν, μαζί και τα πηγάδια που στερεύουν όσο κι αν η επιστήμη κάνει θαύματα. Γιατί άνυδρος τόπος ήταν και η Αργειακή γη αλλά γέμισε νερό την εποχή του Φορωνέα …μα για τον Fr. Bacon «η επιστήμη αποκαλείται τέρας όταν την θαυμάζουν αδαείς και άτεχνοι» γιατί «τέχνη και επιστήμη είναι ένα» για τον Αριστοτέλη.

Οι αρχαιολόγοι έβρισκαν το κατάλληλο πάτημα σε αυτό το μέρος για να διαπρέψουν.

Ο αμερικάνικος στόλος ερχόταν σε αυτό το χωριό για «να χαλάσει δολάρια».
« Όπου καθόταν είχε ανοικτό πορτοφόλι». Με το ίδιο νόμισα κινούνται ακόμα οι πόλεμοι, σκέφτεσαι.  

Οι χειριστές αρμάτων και οι κανονιοβολιστές, μεταχρονολογημένοι σε ασυρματιστές και χειριστές drones, πρέπει να ξεχνούν το στόχο τους κάπου κάπου, να βγάζουν τα άρβυλα και να μεθούν. Λίγες στιγμές χωρίς σκέψη, δίχως μνήμη και υποδούλωση στο καθήκον, να χαίρεσαι μόνο, αρκεί.

 Το τραίνο από Αθήνα και Κόρινθο με προορισμό την Καλαμάτα άφηνε τους επιβάτες στα Φίχτυα λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Ορδές κατέβαιναν από τα βαγόνια και πατώντας στα ίχνη του αρχαίου μυκηναϊκού οδικού δικτύου, το επόμενο πρωί θα φτάσουν στην ακρόπολη και τον ανακτορικό οικισμό. …Να φορέσουν συμβολικά την πορφυρή χλαμύδα και το στέμμα, ενσαρκώνοντας ρόλους σε αργές αναπαραστάσεις ζωής.

Ξεθωριασμένες εικόνες

Σήμερα δεν θα δεις λεωφορεία φίσκα στον κόσμο, στοιβαγμένους ορθίους με μπογαλάκια και καλάθια με πουλερικά και αγαθά να κατεβαίνουν στα χωράφια και τους ελεύθερους βοσκότοπους.  Σε αυτούς που τόσοι τάφοι ήταν κρυμμένοι για αιώνες, μέχρι και τις εποχές του ακμάζοντος τουρισμού, αφού πολλοί αγρότες δεν ήξεραν ότι το σκάμμα που εντόπιζαν στο κτήμα τους, δίπλα στους θαλαμωτούς τάφους, αποτελούσε κάποιον από τους λακκοειδείς τάφους του Κάτω κόσμου, των απλών ανθρώπων, περίοικων του αλλοτινού βασιλείου. Μήτε στο διάβα σου συναντάς γαϊδάρους φορτωμένους ξύλα και μαντιλοδεμένες γυναίκες να κάθονται στο σαμάρι του, εικόνες όπως έχουν απαθανατιστεί από φωτογράφους της εποχής. Εικόνες ασπρόμαυρες που πήραν τόσο φως και κάηκαν.

Οι κάτοικοι από χωρικοί θα μάθουν να υποδέχονται άγνωστος επισκέπτες, ως επι το πλείστον, ξένους τουρίστες.

Τα πανδοχεία μετατρέπονται σε ξενώνες και ξενοδοχεία

Αργά αργά τα πλινθόκτιστα σπίτια θα γεμίσουν μπετόν. Στα θεμέλιά τους θα στηριχθεί το τουριστικό ιδεώδες μέχρι να αποδειχτεί κάλπικο το χρήμα όταν αυτό κυλά σε χαλύβδινο σώμα μέσα.

Η γλυκιά γοητεία του να ανακαλύπτεις μόνος σου έναν τόπο, να γνωρίζεις ανθρώπους και να γεμίζεις με αυθεντικές εμπειρίες (αυτό το «πακέτο» που πουλιέται προκατασκευασμένο) εκλείπει σήμερα. Η περιήγηση δίχως ωράρια τελείωσε και στη θέση της ήρθαν γρήγορες ξεναγήσεις, στημένα φαγοπότια, ύπνος σε ξενοδοχεία πρωτοκλασάτα, προκάτ εντυπώσεις από τυποποιημένα κείμενα!

Εντυπώσεις της στιγμής

Η επιρροή και συνύπαρξη δυο πολιτισμών την ίδια εποχή έδωσαν στον κρητομινωικό πολιτισμό την ισχύ και την αίγλη που τους αναλογούσε αλλά η παγκοσμιοποίηση έγινε φθονερός Κύκλωπας.

Ο μαρασμός όμως των Μυκηνών τον 12ο αι. επήλθε από φυσική καταστροφή.

Το πέρασμα κάτω από την πύλη

Η ερημία της εκμετάλλευσης της ακρόπολης θα ξανάβλεπε το φως. Οι πολύχρυσες Μυκήνες θα αναγεννιούνταν όταν τα «μπάζα», λίθοι και κέραμοι, ατάκτως ερριμμένα, αποκτούσαν ξανά λάμψη όσο κέντριζαν το ενδιαφέρον ξένων περιηγητών και όχι μόνο. Αφού πιο πριν, σκαπανείς, οραματιστές, με ντοκουμέντα ιστορικά και πυξίδα την φαντασία, θα συναρμολογούσαν ένα μεγαλειώδες βασίλειο και ξεσκεπάζοντάς το από τα χώματα ένα από τα σπουδαιότερα μνημεία και αξιοθέατα όλου του κόσμου. Αυτό θα έκανε ο Σλήμαν το 1876 διαβαίνοντας  την οδό της Ακροπόλεως. Ύστερα θα έρθουν κι άλλοι επιστήμονες. Άλλωστε τον 19ο αι., η αρχαιολογία, ήταν ακόμη μια νεαρή επιστήμη, αλλά το ένστικτο της ανακάλυψης έχει ήδη ξυπνήσει, διατυπώνοντάς το αλλιώς, το κυνήγι του χαμένου θησαυρού φουντώνει. Μέχρι να έρθουν στο φως τα μεγαλιθικά τείχη, να ξεσκεπαστούν τα σπαράγματα, να γίνουν λεία και λάθρα στολίδια στα σπίτια πλουσίων ή εκθέματα σε Μέγαρα και Μουσεία χωρών, χάριν της εμπορευματοποίησης του παλαιού που αποκτά πολύτιμη ανταλλακτική αξία, ο ζήλος του αρχαιολόγου ενίοτε θα γητευτεί από την λάμψη του χρήματος.

Τώρα πια οι Μυκήνες μένουν σκοτεινές. Άντε κανένας γάμος παρακεί να ξεσηκώνει λίγο τη σιωπή και οι ρόδες των αυτοκινήτων να διώχνουν τις σκιές που πυκνώνουν στις αυλές – σε αυτές που άλλοτε κοιμούνταν στρωματσάδα. Σήμερα, στους δρόμους της δε μεθούν από χαρά και κρασί. Σκουριά και αποχρωματισμοί οι συνθέσεις της φθοράς. Το μεγαλείο των Μυκηνών μαράζωσε ως κάποια τραγική μοίρα να την θέλει συνεχώς έτσι. Οι φλόγες και οι σεισμοί θα την ισοπέδωναν. Ένας μύθος, μια ιστορία, το δράμα των Ατρειδών, μια εκστρατεία να μας θυμίζει  τη διχόνοια των Ελλήνων, η Μεγάλη Ιδέα κάποτε τώρα και ξανά σαν ένας να μοιάζει ο σκοπός, για μιαν Ελένη, ένα πουκάμισο αδειανό. Τι χαμερπής σκοπός να βγαίνεις για τον πόλεμο και να θυσιάζεις το παιδί σου!

 «Οι Μυκήνες» όπως έχουν πει λαμπρά πνεύματα «συμβολίζουν το πέρασμα από τη βαρβαρότητα στην αθωότητα». Μακάρι να ίσχυε! Η Ορέστεια του Αισχύλου φανερώνει το έγκλημα και την τιμωρία, τη δικαίωση, ως κάθαρση ψυχής, την αποφυγής της βίας. Η φρίκη και η οδύνη, ο φόβος, γυρεύουν έλεος. Τα φαγοπότια ανθρωποφαγίας δηλώνουν την αμετροέπεια των ηθών. Μα και ο Δάνδαλος θα σφάξει το παιδί του και θα το δώσει να το φάνε… Ο Ριγκολέττο θα σφάξει την κόρη του… και το έγκλημα δεν σταματά. Η αρχαία τραγωδία προϋπάρχει, θέτει τα όρια και σημειολογικά δηλώνεται ως οιωνός του σήμερα. ( Οι φωτογραφίες παραδόθηκαν ενσωματωμένες στο γραπτό κείμενο της Κ. Γραμματικού).

Σχόλια

Exit mobile version