Για το κόστος παραγωγής, τις τιμές, τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν καθημερινά με τις καλλιέργειές τους, αλλά και για το μέλλον των εκτάσεών τους μίλησαν στην Εθνική Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών, άνθρωποι από συνεταιρισμούς της Αργολίδας.
«Από τη δεκαετία του ’80 μέχρι σήμερα ο αγρότης της Αργολίδας έχει χάσει το 70% της αγοραστικής του δύναμης. Οι εκμεταλλεύσεις σταματούν να είναι βιώσιμες, εγκαταλείπονται οι εκτάσεις, μειώνεται η παραγωγή, υποβαθμίζεται η ποιότητα», τονίστηκε, μεταξύ άλλων.
Όπως αναφέρουν οι Κατερίνα Θανάση και Μαριάννα Λιάρου από πλευράς της ΕΘΕΑΣ:
Ως ΕΘΕΑΣ είχαμε την ευκαιρία να μεταβούμε στην Αργολίδα, όπου συναντήσαμε ανθρώπους συνεταιρισμών, με τους οποίους και συζητήσαμε διεξοδικά μία σειρά από μείζονα ζητήματα, που περιστρέφονται κυρίως γύρω από την έλλειψη εργατικών χεριών και την εγκατάλειψη αγροτικής γης που παρατηρείται στο νομό.
Στην πρώτη συνάντηση είχαμε την ευκαιρία να μιλήσουμε με τους: κ. Σπύρο Αντωνόπουλο, Πρόεδρο της Ένωσης Αγροτών Συνεταίρων Αργολίδος – ΡΕΑ, συντονιστή της Εθνικής Επιτροπής Εσπεριδοειδών και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΘΕΑΣ, τον κ. Γιάννη Καλογερόπουλο, Πρόεδρο του Αγροτικού Συνεταιρισμού «Αγία Τριάδα», τον κ. Χάρη Μακρή, Πρόεδρο του Αγροτικού Συνεταιρισμού «Ήρα» και με τον συνεταιριστή, κ. Στέλιο Δωροβίνη. Όπως μας ανέφεραν, το 98% των καλλιεργειών τους αποτελείται από εσπεριδοειδή (πορτοκάλια, μανταρίνια) και το υπόλοιπο από πυρηνόκαρπα (κυρίως βερίκοκα). «Έχουμε τρεις κύριες ποικιλίες στο μανταρίνι, κλημεντίνη, νόβα και πέιτζ και λίγα ορτανίκ. Από την άλλη πλευρά στο πορτοκάλι, έχουμε τρεις επίσης κύριες ποικιλίες, Μέρλιν, Ναβαλίνα και Λάνε Λέιτ» δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Μακρής.
Στη συνέχεια μίλησαν για τα επίπεδα των τιμών στα εσπεριδοειδή, τονίζοντας πως τα τελευταία χρόνια παραμένουν στάσιμα. «Οι τιμές είναι του περασμένου αιώνα» δήλωσαν χαρακτηριστικά, ως προς την εσωτερική αγορά. «Από τη δεκαετία του ’80 μέχρι σήμερα ο αγρότης της Αργολίδας έχει χάσει το 70% της αγοραστικής του δύναμης. Οι εκμεταλλεύσεις σταματούν να είναι βιώσιμες, εγκαταλείπονται οι εκτάσεις, μειώνεται η παραγωγή, υποβαθμίζεται η ποιότητα», τόνισαν.
«Υπάρχει πρόβλημα με την άρδευση, την ερημοποίηση και ότι δεν παίρνουμε μέτρα για εμπλουτισμό του υδροφόρου τομέα» ανέφερε με τη σειρά του, ο κ. Σπύρος Αντωνόπουλος, ενώ παράλληλα σημαντική αναφορά έγινε στις κλοπές που παρατηρούνται στην περιοχή.
«Έχουμε μείωση της παραγωγής της τάξεως του 30% – 40% και αυτό θα συνεχίζεται. Όσο αυτές οι χαμηλές τιμές θα υπάρχουν, δεν μπορεί να καλλιεργήσει ο κόσμος», ανέφερε ο κ. Καλογερόπουλος και πρόσθεσε πως «όταν τα παιδιά μας βλέπουν αυτήν την κατάσταση, αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα, δεν επιθυμούν να ασχοληθούν. Δεν υπάρχουν νέοι αγρότες», τόνισε.
«Ένα ακόμη σημαντικό θέμα είναι ο πολυτεμαχισμός του κλήρου, έχουμε για παράδειγμα 20 στρέμματα σε πέντε μεριές. Αυτό, όπως αντιλαμβάνεστε αυξάνει το κόστος και δεν μπορείς να κάνεις μια ενιαία καλλιέργεια».
«Δεν έχουμε πολιτική γης και δεν έχει ξεκαθαριστεί το θέμα των χρήσεων γης. Στην αγροτική γη σε οποιαδήποτε έκταση, θα πρέπει άμεσα να απαγορευθεί να έχει την οποιαδήποτε οικιστική χρήση. Είμαστε η μόνη χώρα της Ευρώπης που δεν έχει ξεκαθαρίσει αυτά τα πράγματα» δήλωσε από την πλευρά του ο κ. Αντωνόπουλος και πρόσθεσε πως «η γη θα πρέπει να πηγαίνει σε επαγγελματίες αγρότες και να παρθούν μέτρα, ώστε να μεγαλώσει η αγροτική εκμετάλλευση που είναι με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, μία από τις μικρότερες στην Ευρώπη».
«Θα πρέπει να υπάρξουν συγκεκριμένες προτάσεις για την ανασυγκρότηση του πρωτογενούς τομέα με δύο βασικούς άξονες, τη γη και τους αγρότες» τονίζει ο κ. Αντωνόπουλος, ο οποίος πρόσθεσε πως «στην Αργολίδα ήδη ένα 30% είτε τείνει προς εγκατάλειψη, είτε έχει ήδη εγκαταλειφθεί λόγω μη διάδοχης κατάστασης. Με το μέγεθος των εκμεταλλεύσεων στην εποχή μας, δεν ζει εύκολα μία οικογένεια».
Σχετικά με τη γεωργία ακριβείας, οι άνθρωποι των συνεταιρισμών δήλωσαν: «Εμείς είχαμε κάνει ένα πρόγραμμα με το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Είχαν τοποθετήσει υγρασιόμετρα και μετρούσαν τις ποσότητες νερού. Με τα δεδομένα που συλλέχθηκαν, καταλήξαμε ότι με τη μισή ποσότητα νερού, μπορείς να έχεις τα ίδια αποτελέσματα». «Έχουμε ένα δίκτυο κλειστού κυκλώματος με ηλεκτροβάνες, που δε χάνεται καθόλου νερό, αλλά όλα αυτά θέλουν χρηματοδοτήσεις» τόνισαν. «Η γεωργία ακριβείας είναι το ”αύριο”, αλλά θα πρέπει να συνοδευθεί από συγκεκριμένες πολιτικές και χρηματοδοτήσεις» πρόσθεσαν.
Τέλος, δήλωσαν πως είναι ανοιχτοί στο ζήτημα εκπαίδευσης και κατάρτισης των αγροτών, που αποτελεί έναν από τους βασικούς στόχους του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
Στη συνέχεια της αποστολής μας στην Αργολίδα, είχαμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε την κα. Άννα Λαμπάδα, Πρόεδρο του γυναικείου Αγροτικού Συνεταιρισμού Σταθέικων και την Αντιπρόεδρο, κα. Ευαγγελία Καραβίδα. Ο Αγροτικός Συνεταιρισμός, όπως μας ενημέρωσαν αποτελείται από 120 μέλη. «Δεν υπάρχουν εργάτες και ειδικά φέτος πολλοί παραγωγοί αναγκάστηκαν να τα κόβουν μόνοι τους και να τα πηγαίνουν στα εργοστάσια» δήλωσαν χαρακτηριστικά για το ζήτημα έλλειψης εργατικών χεριών.
«Τα τελευταία δέκα χρόνια οι τιμές είναι ίδιες. Από ”καθαρά” συναισθηματικούς λόγους, κρατάμε τις εκτάσεις μας. Μας ”σώζουν” τα μανταρίνια και τα βερίκοκα, είναι καλύτερα προϊόντα για εμάς από το πορτοκάλι» δήλωσαν χαρακτηριστικά και πρόσθεσαν πως φέτος «ήταν μία δύσκολη χρονιά και για τα μανταρίνια». «Νομίζω η Αργολίδα είναι ο μοναδικός νομός που η μεταφορά επιβαρύνει τον παραγωγό». Τέλος, και με βασικό άξονα την κλιματική κρίση που κυριαρχεί, έθιξαν το θέμα της έλλειψης αποζημιώσεων του ΕΛΓΑ αναφέροντας ότι «Πρέπει να αλλάξει ο Κανονισμός, καθώς έχουν αλλάξει και οι καιρικές συνθήκες».
Ο Σπύρος Αντωνόπουλος
Ο κ. Αντωνόπουλος μιλώντας για το συνεταιρισμό του δήλωσε πως: «Είναι πρωτοβάθμιος και αποτελείται από περίπου 300 μέλη, παραγωγούς εσπεριδοειδών, απασχολεί 100 εργαζόμενους, 20 άτομα διοικητικό προσωπικό και οι υπόλοιποι είναι τεχνικό και επιστημονικό προσωπικό. Δραστηριοποιούμαστε κυρίως στο χώρο της μεταποίησης, χυμοποίησης εσπεριδοειδών και εμπορία χυμών σε τελικό προϊόν, συσκευασία τέτραπακ. Έχουμε δικό μας δίκτυο πώλησης στο εσωτερικό με τα brands ”Ρέα” και ”Agros” και γίνονται εξαγωγές σε 25 χώρες».
Στη συνέχεια δήλωσε πως: «Τα εσπεριδοειδή είναι μια από τις σημαντικότερες καλλιέργειες στην Ελλάδα. Καλλιεργούνται σε 13 νόμους και αποτελεί βασική καλλιέργεια σε πέντε νομούς. Είναι ένα από τα προϊόντα με τις περισσότερες εισροές στη χώρα μας. Θα πρέπει, όμως, στα εσπεριδοειδή και σε όλα τα προϊόντα του πρωτογενούς τομέα να υπάρχει ένα σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης που να αφορά την αναδιάρθρωση καλλιεργειών (τεράστιο λάθος όπως εξελίχθηκε το Πρόγραμμα Αναδιάρθρωσης μέσω Ταμείου Ανάκαμψης, δεν έχουμε συμμετοχή στον τομέα των εσπεριδοειδών)».
Επιπλέον, τόνισε πως «θα πρέπει να παρθούν μέτρα, ώστε να αυξηθεί (στήριξη και κίνητρα για αγορά γης) το μέγεθος των εκμεταλλεύσεων εσπεριδοειδών, προκειμένου να γίνουν βιώσιμες. Οι παραγωγοί να συνεταιριστούν σε όλα τα επίπεδα, από καλλιέργεια έως εμπορία-μεταποίηση, ώστε να μπορέσουν να σταθούν στα νέα δεδομένα που αντιμετωπίζουν».
Ο Δρ. Ιωάννης Λυκοσκούφης
Όσα δήλωσε ο Λέκτορας του Τμήματος Γεωπονίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
Στη συνέχεια ερωτηθείς για τη γεωργία ακριβείας και τις ΑΠΕ, ο Δρ. Ιωάννης Λυκοσκούφης, Λέκτορας του Τμήματος Γεωπονίας στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου δήλωσε: «Η γεωργία ακριβείας θα βοηθήσει πολύ τους παραγωγούς. Το πρόβλημα είναι πως θέλεις μεγάλα αγροτεμάχια για να την εφαρμόσεις, ωστόσο στη χώρα εντοπίζεται το θέμα του κατακερματισμένου κλήρου. Επίσης, ο κατακερματισμός κλήρου έχει επηρεάσει τα κόστη που έχουν επενδύσει οι αγρότες τα προηγούμενα χρόνια για αρδευτικά δίκτυα, γιατί είτε έχουν κάνει πολλές γεωτρήσεις σε κάθε χωράφι ή έχουν τραβήξει αγωγούς από το ένα χωράφι στο άλλο».
Όσον αφορά τις ΑΠΕ, δήλωσε πως «στην Αργολίδα που είναι γη υψηλής παραγωγικότητας δεν είναι φρόνιμο να υποκατασταθούν τα χωράφια, που είναι για παραγωγή τροφής, προκειμένου να μπουν ΑΠΕ».
Τέλος, για το ζήτημα της εκπαίδευσης των αγροτών, που αποτελεί έναν από τους στόχους της κυβέρνησης, ο κ. Λυκοσκούφης δήλωσε: «Η κατάρτιση πρέπει να συνδέεται με την εμπειρία. Η κατάρτιση μπορεί να είναι πιο αποτελεσματική σε εκπαιδευόμενους με προηγούμενη εμπειρία στον αγροτικό τομέα», τονίζοντας πως για τους αγρότες μεγαλύτερης ηλικίας θα πρέπει να υπάρχει μία στοχευμένη έρευνα».