Με αφορμή τον θάνατο του τέως βασιλιά της Ελλάδας Κωνσταντίνου, το Κίνημα της Χριστιανικής Δημοκρατίας, εύχεται καταρχάς την ανάπαυση παρά τω Θεώ του εκλιπόντα Κωνσταντίνου σε επίπεδο ανθρώπινο και συλλυπητήρια τους οικείους του. Παράλληλα, εύχεται ο ελληνικός λαός να απομακρυνθεί ριζικά και μόνιμα από κάθε μορφή ξενοκρατίας και κληρονομικής μοναρχίας και να προσεγγίσει την εθνική ανεξαρτησία και την εμπέδωση αληθινής δημοκρατίας.
Με αφορμή την εκδημία του τέως βασιλιά της Ελλάδας Κωνσταντίνου
«Η Χριστιανική Δημοκρατία, που ιδρύθηκε το 1953 κλείνοντας 70 χρόνια ιστορίας, είχε ταχθεί από θέση αρχής κατά του θεσμού της κληρονομικής βασιλείας και υπέρ της εκλογής του ανώτατου άρχοντα από το Λαό. Άλλωστε, ήδη από την Παλαιά Διαθήκη αποδοκιμάζεται ο θεσμός της Βασιλείας. Παρά το γεγονός ότι η επιθυμία του εβραϊκού λαού να αποκτήσει βασιλέα γίνεται σεβαστή, το αίτημα προς τον κριτή Σαμουήλ να ορίσει βασιλέα θεωρείται προσβλητικό για το Θεό, που προειδοποιεί ότι η επιλογή αυτή είναι εσφαλμένη. (Βασιλειών Α’, η’ 7-20)
Ο ιδρυτής της Χ.Δ. Νίκος Ψαρουδάκης, επί βασιλευόμενου καθεστώτος, είχε ασκήσει αυστηρή κριτική με αφορμή την εκδημία του βασιλιά Παύλου, προκατόχου του Κωνσταντίνου, το 1964.
Καταρχήν για την προκλητική χλιδή με την οποία ζούσε η δυναστεία, σε σχέση με τη φτώχεια που κυριαρχούσε στη χώρα: «Δεν έπαιρνε και λίγα ο βασιλεύς Παύλος. Ένδεκα τόσα εκατομμύρια. Όμως, τα ένδεκα έγιναν δέκα εννέα!(…)και τόσες άλλες απολαυές, πολλαπλά Ανάκτορα, αυτοκίνητα, πλοία, αεροπλάνα! Και όλα αυτά όταν ήταν βασιληάς σ’ ένα λαό με εκατομμύρια απόρους, αστέγους και αγραμμάτους που για να ζήση τα παιδιά του αναγκάζεται να τα διώχνη δούλους στα ξένα» (εφημερίδα «Χριστιανική Δημοκρατία», φύλλο Απριλίου 1964)
Αλλά και στο μύθο, που από ορισμένους συντηρείται μέχρι σήμερα, ότι δήθεν η βασιλική δυναστεία λειτουργούσε ως «θεματοφύλακας» της Ορθοδοξίας. Στο ίδιο άρθρο, ο Νίκος Ψαρουδάκης ελέγχει με αυστηρότητα τους υπέρ της δυναστείας διθυράμβους της τότε διοικούσας Εκκλησίας και των χριστιανικών αδελφοτήτων.
Το Παλάτι είχε καταστεί συνώνυμο σχεδόν της ξενοκρατίας στη χώρα. Ο ίδιος ο Κωνσταντίνος, ενεπλάκη με αρνητικό τρόπο σε πολλά θέματα της εγχώριας πολιτικής. Υπονόμευσε τη λειτουργία του πολιτεύματος τον Ιούλιο του 1965, καταργώντας τον νόμιμο πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου και προκάλεσε την αποστασία ομάδας βουλευτών από το κόμμα του, την «Ένωση Κέντρου», ορίζοντας πρωθυπουργούς δικής του επιλογής. Τη στάση αυτή κατάγγειλε η Χριστιανική Δημοκρατία ως «απολυταρχική και άρα απαράδεκτη. Ο δεσποτισμός δεν έχει θέση στην εποχή μας και άρα κάθε προσπάθεια για νεκρανάστασή του είναι εξ αρχής καταδικασμένη. Ο Βασιλιάς, ούτε ουσιαστικά, ούτε τυπικά μπορεί να κυβερνά. Η κατάργηση του Πρωθυπουργού κι η επέμβασή του στα εσωτερικά των κομμάτων είναι ολισθήματα σοβαρά και τα Ανάκτορα οφείλουν να ομολογήσουν το λάθος των και να το επανορθώσουν. Για το καλό του τόπου και το δικό τους.» (εφημερίδα «Χριστιανική Δημοκρατία», φύλλο Αυγούστου 1965)
Ο Κωνσταντίνος, όχι μόνο δεν επανόρθωσε, αλλά και προετοίμαζε δικό του πραξικόπημα των στρατηγών για την αποτροπή των προγραμματισμένων εκλογών του Μαΐου 1967. Τον πρόλαβαν οι Συνταγματάρχες την 21η Απριλίου, την κυβέρνηση των οποίων όρκισε. Ένα από τα ανταλλάγματα που έλαβε ήταν η αντικανονική επιβολή από τους δικτάτορες ως Αρχιεπισκόπου του εμπίστου του ιερέα των ανακτόρων Ιερωνύμου Κοτσώνη, με ολέθριες συνέπειες για την Εκκλησία.
Είναι γεγονός ότι ο Κωνσταντίνος προσπάθησε να ανατρέψει τους Συνταγματάρχες τον Δεκέμβριο του 1967 με κακά οργανωμένο αντικίνημα, με στόχο την ανάκτηση από τον ίδιο του ελέγχου του κρατικού μηχανισμού, χωρίς να κάνει λόγο για αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Με συνέπεια από τότε να αυτοεξοριστεί και να οριστεί στη θέση του «Αντιβασιλέας».
Στις 31 Μαΐου 1973, με πρόσχημα το αντιδικτατορικό Κίνημα του Ναυτικού, το οποίο ο ίδιος απέφυγε να στηρίξει ανοικτά, το δικτατορικό καθεστώς με απλή κυβερνητική απόφαση, την οποία επικύρωσε, μαζί με νέο «Σύνταγμα», με νόθο «δημοψήφισμα», κατάργησε το βασιλευόμενο πολίτευμα και ανακήρυξε «Αβασίλευτη Δημοκρατία», με αυτοδιορισμένο «Πρόεδρο» τον δικτάτορα Παπαδόπουλο.
Με το σκεπτικό ότι η δικτατορία δεν είχε καμμία νομιμοποίηση να παίρνει τέτοιες αποφάσεις, η ΧΔ μέσω της εφημερίδας «Χριστιανική» και της μαχητικής αρθρογραφίας του ιδρυτή της Νίκου Ψαρουδάκη κάλεσε το λαό να ψηφίσει «ΟΧΙ».
Όταν έγινε το νόμιμο δημοψήφισμα του Δεκεμβρίου 1974 για τη λύση του πολιτειακού ζητήματος, η ΧΔ στήριξε την επιλογή της Αβασίλευτης Δημοκρατίας, η οποία και επικράτησε, με αποτέλεσμα το πολιτειακό ζήτημα να κλείσει οριστικά στην Ελλάδα.
Παρά τα όσα περί του αντιθέτου διατυπώνονται, η συμπεριφορά της ελληνικής Πολιτείας κάθε άλλο παρά «σκληρή» υπήρξε προς την έκπτωτη δυναστεία. Σε ανάλογη περίπτωση μετά το ιταλικό δημοψήφισμα του 1946 που κατάργησε το βασιλευόμενο πολίτευμα, απαγορεύτηκε η επιστροφή του πρώην βασιλιά Ουμβέρτου και της οικογένειάς του στην Ιταλία μέχρι πολύ πρόσφατα. Το 1992, η κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, του πατέρα του σημερινού Πρωθυπουργού του επέτρεψε να παραλάβει με νταλίκες πολύτιμα κινητά περιουσιακά στοιχεία από τα πρώην ανάκτορα του Τατοΐου, τα οποία, εφόσον αποκτήθηκαν από τα μέλη της δυναστείας με τη βασιλική τους ιδιότητα, ανήκαν στο Ελληνικό Δημόσιο. Πολλά από αυτά εκποιήθηκαν σε δημοπρασίες έναντι χιλιάδων ευρώ. Εξάλλου, ο τέως Βασιλιάς και η οικογένειά του μπορούσαν να αποκτήσουν ελληνικό διαβατήριο, εάν δήλωναν επώνυμο όπως οι «κοινοί θνητοί». Η αλαζονεία τους δεν επέτρεψε κάτι τέτοιο και τους οδήγησε να προτιμήσουν διαβατήρια της Δανίας, από την οποία κατάγονται. Αντίθετα, ο τέως βασιλιάς της Βουλγαρίας Συμεών δεν δίστασε, ακόμα και να πολιτευθεί στη χώρα του με το επώνυμο Σαξκομπουργκότσκι (της δυναστείας του Σαξ-Κοβούργου)…
Αφού καταργήθηκε κληρονομική διαδοχή του ανώτατου άρχοντα της χώρας, απομένει να καταργηθεί η οικογενειοκρατία στην πολιτική ζωή. Για να σταματήσουν οι πελατειακές σχέσεις να νοθεύουν τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος και να καλλιεργούν την εξάρτηση της πολιτικής ζωής από ξένα κέντρα.
Με δεδομένα όλα τα παραπάνω, ευχόμαστε καταρχάς την ανάπαυση παρά τω Θεώ του εκλιπόντα Κωνσταντίνου σε επίπεδο ανθρώπινο και συλλυπούμαστε τους οικείους του. Παράλληλα, ευχόμαστε ο ελληνικός λαός να απομακρυνθεί ριζικά και μόνιμα από κάθε μορφή ξενοκρατίας και κληρονομικής μοναρχίας και να προσεγγίσει την εθνική ανεξαρτησία και την εμπέδωση αληθινής δημοκρατίας, δηλαδή διακυβέρνησης κατά το δυνατόν αμεσότερης, κατά το διοικητικό πρότυπο του Αποστόλου Πέτρου, από το ίδιο το σώμα του λαού μας.»