Ήταν αναμενόμενη η προσπάθεια της κυβέρνησης να εμφανίσει το σοβαρότατο πρόβλημα της έλλειψης φαρμάκων, ως παγκόσμιο και συγκυριακό φαινόμενο, οφειλόμενο αφενός σε ελλείψεις στις πρώτες ύλες και αφετέρου στις παράλληλες εξαγωγές. Κατά την προσφιλή της τακτική πετάει το μπαλάκι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ζητώντας να λάβει μέτρα, ενώ είναι γνωστό ότι η λήψη αποφάσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι μία μακροχρόνια και επίπονη διαδικασία. Με άλλα λόγια για μία ακόμα φορά αποποιείται των ευθυνών της λέγοντας μισές αλήθειες στους πολίτες που δεν μπορούν να βρουν στα φαρμακεία μία σειρά από φάρμακα ευρείας χρήσης, όπως παυσίπονα, σιρόπια, κλασσικά αντιβιοτικά, αντιβηχικά, εισπνεόμενα, την ώρα που οι ιώσεις θερίζουν και αναμένεται η έλευση της νέας πιο μεταδοτικής υποπαραλλαγής του κορωνοϊού XBB 1.5.
Η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση πιάστηκε για μία ακόμα φορά απροετοίμαστη και τώρα προσπαθεί αγωνιωδώς να αντιμετωπίσει μία ακόμα υγειονομική κρίση που βρίσκεται προ των πυλών. Η κατάσταση είναι γνωστή εδώ και χρόνια καθώς ήδη από το 2019 είχα θέσει στη Βουλή το ζήτημα της έλλειψης 104 φαρμάκων, αριθμός που σήμερα έχει ανέλθει σε 230 φάρμακα σε έλλειψη. Η κρίση που δημιουργείται είναι συνδυασμός μίας σειράς παραγόντων που λόγω της κυβερνητικής αδιαφορίας έχει κορυφωθεί: Από τη μία είναι ο μη εξορθολογισμός του μηχανισμού του clawback και rebate, με αποτέλεσμα οι φαρμακοβιομηχανίες να αναζητούν πιο κερδοφόρες αγορές, η ανεξέλεγκτη μέχρι πρότινος λειτουργία των φαρμακαποθηκών που προβαίνουν συστηματικά σε παράλληλες εξαγωγές σε χώρες όπου οι τιμές των φαρμάκων είναι υψηλότερες, η εξάρτηση της χώρας σε πρώτες ύλες από το εξωτερικό, με αποτέλεσμα να είναι απρόβλεπτος ο προσδοκώμενος χρόνος παράδοσης των δραστικών ουσιών και των υλικών συσκευασίας και η έλλειψη πολιτικής ενθάρρυνσης της χρήσης των γενόσημων που παράγονται κατ’ εξοχήν από ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες, με αποτέλεσμα οι ασθενείς να μην τα εμπιστεύονται ακόμα και να μην τα προτιμούν.
Όλα τα παραπάνω είναι γνωστά στις κυβερνήσεις των τελευταίων ετών και δεν δικαιούνται να αλληλοκατηγορούνται για να δικαιολογήσουν την ολιγωρία τους. Ακόμα και σήμερα δεν είναι αργά για να εκπονηθεί ένας μακροχρόνιος σχεδιασμός αυτάρκειας της χώρας σε πρώτες ύλες με έμφαση στην χρηματοδότηση της έρευνας για την παραγωγή νέων μορίων, στην συνεργασία ερευνητικών ομάδων που θα δώσει επαγγελματική διέξοδο και στο επιστημονικό προσωπικό μας, την σύνδεση παραγωγής και καινοτομίας, στη μεταρρύθμιση του χώρου των φαρμάκων, σε επενδύσεις στις βιοεπιστήμες, στην θέσπιση ενός μόνιμου μηχανισμού ελέγχου των φαρμακαποθηκών και στην ενημέρωση των πολιτών για την ασφάλεια της χρήσης των γενοσήμων. Όλα τα παραπάνω θα ενισχύσουν όχι μόνο τις ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες και θα μειώσουν την ανεργία των πτυχιούχων μας, αλλά και θα συμβάλλουν στην βελτίωση των μεγεθών της εθνικής οικονομίας και κυρίως, στην βελτίωση της υγείας του ήδη γερασμένου πληθυσμού της χώρας μας. Είναι προφανές ότι η κυβερνητική αδιαφορία στο παρόν χρονικό σημείο σε συνδυασμό με την έλλειψη του οποιουδήποτε μέτρου ανάσχεσης της υπογεννητικότητας, θα κοστίσει ακόμα περισσότερο δημογραφικά στην χώρα μας – κάτι που πρέπει να αποφύγουμε με κάθε τρόπο.
Με άλλα λόγια, η κρίση στον χώρο των φαρμάκων αποδεικνύει για μία ακόμα φορά ότι η κυβέρνηση δεν έχει προτεραιότητά της τη δημόσια υγεία. Εστίασε τις προσπάθειες της να αντικαταστήσει το ΕΣΥ με ένα σύστημα που θα ευνοεί οικονομικά τον ιδιωτικό τομέα, με αποτέλεσμα ο τομέας των φαρμάκων να μείνει αρρύθμιστος, να διογκωθούν τα προβλήματα και να βρεθούμε στην σημερινή κρίσιμη κατάσταση. Για μία ακόμα φορά το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής αποδεικνύει την προτεραιότητα που δίνει στην προστασία της δημόσιας υγείας καθώς δεν περιορίζεται σε αδιέξοδο καταγγελτικό λόγο, αλλά προτείνει συγκεκριμένες λύσεις και δομικές μεταρρυθμίσεις. Ελπίζουμε έστω και τώρα να εισακουστούμε.
Ανδρέας Πουλάς