Με αφορμή τη δράση για την ενημέρωση των πολιτών που πραγματοποιείται αυτές τις μέρες στον αρχαιολογικό χώρο της Λέρνας από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Αργολίδας, στα πλαίσια του προγράμματος του ΥΠΠΟΑ «Πράσινες Πολιτιστικές Διαδρομές» και το έργο «Ανάδειξη αρχαιολογικού χώρου Λέρνας», θα ήθελα με το παρών μικρό κείμενο και φωτογραφικό υλικό να φέρω πιο κοντά το χώρο της Λέρνας σε όσους δεν τον έχουν επισκεφθεί αλλά και της Κολώνας στην Αίγινα οι οποίοι είναι οικιστικά παραδείγματα της ίδιας περιόδου.
Χρονικά κατά τη Πρώιμη Εποχή του Χαλκού (περίπου 3200-2100 π.Χ.) παρατηρείται εντατικοποίηση της χρήσης των μετάλλων και των εμπορικών συναλλαγών, βελτίωση της γεωργικής και κτηνοτροφικής οικονομίας και ανάπτυξη της ναυσιπλοΐας. Πιο συγκεκριμένα, κατά τη Πρωτοελλαδική ΙΙ περίοδο (περ. 2600-2200 π.χ.) η οικονομική άνθιση επηρεάζει τη κοινωνική οργάνωση των οικισμών οι οποίοι πλέον έχουν πυκνό πολεοδομικό ιστό, κοινοτικά κέντρα και κοινωφελή έργα. Οι οικισμοί της Λέρνας στην Αργολίδα και της Κολώνας στην Αίγινα είναι χαρακτηριστικά οικιστικά παραδείγματα αυτής της περιόδου.
Στο παρών κείμενο θα επιχειρήσω να περιγράψω αυτούς τους οικισμούς εστιάζοντας κυρίως στην αρχιτεκτονική και τη πολεοδομική τους οργάνωση και θα αναφέρω τις πολύτιμες πληροφορίες που μας παρέχουν αυτοί οι δύο οικισμοί σχετικά με ζητήματα διοικητικής και κοινωνικής οργάνωσης, καθώς και οικονομικής ευμάρειας.
Θα αναφερθώ στις συνθήκες που επικρατούσαν κατά τη Πρωτοελλαδική ΙΙ περίοδο και κυρίως στην εμφάνιση των πρώτων κτηρίων με διαδρόμους τα οποία αποτελούν τον σημαντικότερο τύπο αρχιτεκτονικής της περιόδου αυτής. Τρεις είναι οι κύριες πολιτισμικές περίοδοι στην εποχή του χαλκού. Η Πρωτοελλαδική, η Μεσοελλαδική και η Υστεροελλαδική. Η Πρωτοελλαδική ή Πρώιμη Εποχή του Χαλκού εκτείνεται περίπου από το 3200 π.Χ. έως το 2100 π.Χ. όπου ο χαλκός παρέμεινε η πρώτη ύλη της μεταλλουργίας που χρησιμοποιήθηκε περισσότερο από κάθε άλλη.[1] Ανάμεσα στο 2500 και 2200 οι κοινωνικές-πολιτισμικές συνθήκες αλλάζουν ριζικά και παρατηρείται η εμφάνιση κεντρικών κτηρίων μνημειακού χαρακτήρα στον ελλαδικό χώρο με πολλές καινοτομίες στα υλικά και τον τρόπο κατασκευής, σε σχέση με τα μέχρι τότε ειωθότα. Σε σχέση με τον σχεδιασμό του εμφανίζεται για πρώτη φορά τύπος «κτηρίου με διαδρόμους». Ένα πρωτοανακτορικό δείγμα κτηρίου το οποίο συνδύαζε την κατοικία με την στέγαση συγχρόνως μιας εξέχουσας προσωπικότητας η οποία είχε και διοικητικές αρμοδιότητες. Χαρακτηριστικό και αντιπροσωπευτικό τέτοιο κτήριο αποτελεί η «Οικία των κεράμων» στη Λέρνα των Μύλων Άργους και η Λευκή Οικία στην Αίγινα.[2]
Ο οικισμός της Λέρνας Αργολίδας
Ο προϊστορικός οικισμός της Λέρνας (ΕΙΚ. 1-4 & 6-7) βρίσκεται στο εσώτατο δυτικό σημείο του Αργολικού κόλπου, στο σημερινό χωριό Μύλοι Αργολίδας, απέχοντας δεκαπέντε λεπτά από το Άργος. Εντός του σημερινού οικισμού το μέρος μεταξύ της παραλίας και του λόφου Ποντίνου είναι στενό και εκεί εκβάλουν οι πηγές της Λέρνης δημιουργώντας λίμνη όπου παλαιότερα δημιουργούσε πολλά τέλματα. Εδώ υπήρχε κατά το μύθο η Λερναία Ύδρα (ΕΙΚ.9 & ΕΙΚ. 10) με τα εννέα κεφάλια που ο φόνος της αποτέλεσε το δεύτερο άθλο του Ηρακλή.[3] Κατά την αρχαιότητα η λίμνη ονομαζόταν «Αλκυονία» (ΕΙΚ. 8) και πιστεύονταν ότι δε μπορούσε να βρει κανείς τον πυθμένα της και να μετρήσει το βάθος. Στη θέση του σημερινού χωριού που βρίσκονταν και η Λέρνα των ιστορικών χρόνων βρέθηκαν εκτός των γλυπτών και των επιγραφών της ελληνιστικής περιόδου και προϊστορικοί τάφοι.[4]
Η θέση επιλέχθηκε γιατί η γη ήταν εύφορη, τα γειτονικά μεταλλεία και τα κοιτάσματα πηλού καλής ποιότητας, υπήρχε αφθονία του νερού και η γειτνίαση με τη θάλασσα η οποία θα μπορούσε να χρησιμεύσει και στο εμπόριο.[5]
Ανασκάφηκε τη δεκαετία του 1950 από την Αμερικανική Σχολή Κλασσικών Σπουδών με επικεφαλής των καθηγητή J. L. Caskey. Στο φως ήρθαν σημαντικά κατάλοιπα της Μέσης και Ύστερης εποχής του Χαλκού και σε μεγαλύτερο βάθος εντοπίστηκαν επίπεδα Νεολιθικής Εποχής τα οποία χρονολογούνται περίπου στο 6000 π.Χ.[6]
Στο νότιο άκρο του αρχαιολογικού χώρου διακρίνεται το τείχος του πρωτοελλαδικού συνοικισμού το οποίο ήταν διπλό με δύο παράπλευρους ημικυκλικούς πύργους. (ΕΙΚ. 5) Ήταν κτισμένο από μεγάλες ακατέργαστες πέτρες ως βάση και στο άνω μέρος του από πλίθρες. Αντί για οχύρωση στην αρχή υπήρχε ψηλός αναλημματικός τοίχος ενώ αργότερα οικοδομήθηκε η εξωτερική δομή της οχύρωσης με τους πύργους και τα σκαλοπάτια. Στο τέλος προστέθηκε η εσωτερική γραμμή και οι εγκάρσιοι τοίχοι που τη συνδέουν με την εξωτερική δίνοντας έτσι σχήμα τετραπλεύρου.[7]
Τα κατάλοιπα του οικισμού της Λέρνας φανερώνουν ιδιαίτερα αναπτυγμένο πολιτισμό με την πολύ σημαντική αποκάλυψη της Οικίας των Κεράμων. Η ονομασία της προήλθε από τον μεγάλο αριθμό κεράμων οι οποίοι βρέθηκαν κατά την διαδικασία της ανασκαφής στο χώρο, η οποία μας έδωσε, με τη μέθοδο της στρωματογραφίας, τις πολλές διαφορετικές χρονολογικές περιόδους που η περιοχή κατοικήθηκε στις οποίες αποδόθηκαν οι ονομασίες Λέρνα I-IV. Οι φάσεις Λέρνα I και II ανήκουν στη Νεολιθική εποχή και βρέθηκαν κατάλοιπα σε αρκετά χαμηλότερο βάθος από εκείνο της εποχής του Χαλκού.[8]
Τα πρώτα ορθογώνια σπίτια τοποθετούνται στην φάση Λέρνα III B με έκταση στρωμένη με βότσαλο να εκτείνεται κάτω από την μετέπειτα οικία BG. Οι δε κάτοικοι χρησιμοποιούσαν στην καθημερινότητά τους χάλκινα εργαλεία και λεπίδες οψιανού, ο οποίος προσδίδει και την επαφή με τη Μήλο, τη μοναδική περιοχή που παράγει αυτό το ορυκτό, ενώ γνώριζαν τα διαδεδομένα είδη ζώων και καρπών, την ελιά, το σταφύλι, κ.α.[9] Στην περίοδο Λέρνα III C και D η διακόσμηση και τα σχήματα της κεραμικής άλλαξαν ενώ ο οικισμός συνέχισε τη πορεία του. Διπλά τείχη αναπτύχθηκαν στη Λέρνα οι οποίοι διέθεταν και οχυρωματικούς πύργους. Υπήρχε σκάλα η οποία οδηγούσε σε μία αρχική πύλη η οποία στη συνέχεια αντικαταστάθηκε με την μεταγενέστερη πύλη Α η οποία διέθετε πρόσοψη στο πρώτο «Κτήριο με διαδρόμους» το κτήριο BG το οποίο υπήρχε εν μέρει κάτω από την μετέπειτα Οικία των Κεράμων. Η νέα χτίστηκε με νέο προσανατολισμό. «Κοιτούσε» ανατολικά έναντι νότια της προηγούμενης. Οι δύο οικίες έμοιαζαν σε πολλά σημεία. Είχαν παχιά λίθινα και πλίνθινα θεμέλια τα οποία ήταν τέτοιου μεγέθους που υποστήριζαν και δεύτερους ορόφους. Διέθεταν επίσης και επιμήκεις διαδρόμους κατά μήκος των μακριών πλευρών και μεγάλες ορθογώνιες αίθουσες στο κέντρο. Στεγασμένα, όπως αναφέρθηκε και νωρίτερα, με κεράμους, από σχιστόλιθο στο κτήριο BG και από ψημένο πηλό στην Οικία των Κεράμων. Το κτήριο BG τροποποιήθηκε πριν τη καταστροφή του όπως επί παραδείγματι η μεταφορά της πλίνθινης εστίας του σε πλευρικό διάδρομο.[10]
Το κτήριο BG έπρεπε να έχει βάσει σχεδίου πέντε δωμάτια στη σειρά με διαδρόμους σε κάθε πλευρά οι οποίοι διαχωρίζονταν σε μικρότερους χώρους και διαμερίσματα. Το κυριότερο χαρακτηριστικό του η ύπαρξη φορητής εστίας σύγχρονης χρονολογικά με τις οχυρώσεις της Λέρνας και της Οικίας των Κεράμων. Η καταστροφή του προκλήθηκε από την κατασκευή της Οικίας των Κεράμων, τη διάνοιξη ενός λακοειδούς τάφου και αρκετών βόθρων. Αυτή η μεγάλη κατασκευή, το κτήριο BG, αποτέλεσε τον πρόδρομο και πρωτότυπο για την υστερότερη Οικία των Κεράμων.[11]
Η νέα Οικία των Κεράμων λειτούργησε για σύντομο χρονικό διάστημα πριν καταστραφεί από τη φωτιά με συνέπεια να σωθούν πολλές από τις κατασκευαστικές της λεπτομέρειες. Τα ερείπια καλύφθηκαν από χαμηλό τύμβο που περιβαλλόταν από λίθους. Κάποιοι από τους τοίχους βρέθηκαν ψηλότεροι κοντά στο ένα μέτρο και ήταν επιχρισμένοι με πηλό ή ασβεστολιθικό κονίαμα. Κάποιες είσοδοι είχαν επένδυση ξύλου ενώ ορατά ήταν τα πλίνθινα σκαλιά των δύο κλιμακοστασίων.[12]
Στο μικρό δωμάτιο ΧΙ βρέθηκαν αντικείμενα της περιόδου Λέρνας ΙΙΙ D, ακόσμητα πινάκια και «σαλτσιέρες», οστά ζώων και θραύσματα πήλινων σφραγισμάτων. Με αυτά σφράγιζαν διάφορα σκεύη, κιβώτια, σάκους, και θύρες.[13] Τόσο τα αγγεία, όσο και οι σφραγίδες, έχουν καταπληκτικά σχέδια τα οποία υπερβαίνουν κάθε προσδοκία. Γραμμικά σχέδια που σχηματίζουν γωνίες, καμπυλώσεις και οδοντώσεις, περιβάλλουν τα κεντρικά θέματα τα οποία απεικονίζουν θηλιές, πολύπλοκα σπειροειδή σχήματα, αγκυλωτούς σταυρούς, μαιάνδρους, φυτικά μοτίβα, νατουραλιστικές μορφές αράχνης ή πρόχου. Τα σφραγίσματα εγγυώνται την ύπαρξη μιας τοπικής σχολής Αργείων σφραγιδογλύφων.[14] Από την άλλη η εύρεση ίδιας σφραγίδας για τη διακόσμηση σε μεγάλα δυσκολομετακίνητα αγγεία, σε διαφορετικά μέρη, όπως στην Λέρνα, την Τίρυνθα και τις Ζυγουριές, φανερώνει την ύπαρξη πλανόδιων αγγειοπλαστών, τεχνιτών δηλαδή μερικής απασχόλησης.[15] Τα υπολείμματα πυρκαγιάς φανερώνουν μια ξαφνική καταστροφή με την πιθανή εμπλοκή βίας.[16]
Τα οικοδομήματα καθεμιάς από τις προϊστορικές φάσεις της Λέρνας αριθμούσαν τα 150 ενώ ο αριθμός των κατοίκων κάθε περιόδου υπολογίζεται γύρω στους 800.[17]
Ο οικισμός της Κολώνας στην Αίγινα
Ο οικισμός της Κολώνας βρίσκεται στην Αίγινα. Στο τρίτο χωριό το οποίο χρονολογείται το 2400-2300 π.Χ., συναντάμε κτίσματα από λιθάρια, πώρινα και ηφαιστιογενείς πέτρες τις οποίες έχτιζαν με λάσπη. Η βάση αποτελούνταν από πέτρινο κρηπίδωμα ύψους 1,75 μ. για την προστασία από τη βροχή και πάνω εκεί χτίζονταν οι τοίχοι. Από τοίχο σε τοίχο ξύλινοι πάσσαλοι ήταν οι συνδετικοί κρίκοι οι οποίοι τους ένωναν. Τα σπίτια είναι μεγάλα με διαστάσεις 9Χ18.30 μ. Το ισόγειο έχει πέντε χώρους και ο πρώτος όροφος τρεις με περιμετρική βεράντα.[18] Το μήκος του ήταν 9 μ. Χ 18.30 μ., το πάχος των τοίχων 75 εκ., η πόρτα 1.50 μ. και οι διάδρομοι 90 εκ.[19] Ονομάστηκε «Λευκή Οικία» επειδή ήταν σοβατισμένη από άσπρο σοβά. Πολύ ισχυροί τοίχοι το περιβάλλουν που ακόμη και σήμερα στέκουν χωρίς παραμορφώσεις. Το σπίτι περιβάλλονταν από διπλή περιτοίχιση και εκεί στηριζόταν ο όροφος. Δεκατέσσερα πλίνθινα σκαλοπάτια θα οδηγούσαν στον όροφο, σαν σκεπαστή ταράτσα με ξύλινα στηρίγματα.[20] Η λευκή οικία είχε σαμαρωτή στέγη το οποίο φαίνεται από τα ψημένα κεραμίδια και δε στηριζόταν σε τοίχο αλλά σε στηρίγματα.[21] Παχύ στρώμα λάσπης λειτουργούσε ως μονωτικό προστατεύοντας από το κρύο ή τη ζέστη ενώ ένα πράσινο επίχρισμα από τη βροχή και την υγρασία. Από πάνω κυριαρχούσε η επάλειψη με ασβέστη. Η κύρια είσοδος του σπιτιού βρίσκεται στο μέσον του βόρειου τοίχου και ανοιγόκλεινε σε πέτρινο αρμό. Οι εσωτερικές πόρτες δε βρίσκονταν στην ίδια ευθεία για να μη δημιουργείται ρεύμα και ανοίγουν είτε στους πίσω χώρους είτε στους διαδρόμους. Άνοιγαν όλες προς τα μέσα και ασφάλιζαν από μέσα όταν όλοι οι ένοικοι θα ήταν εκεί.[22]
Στον κυρίως χώρο ο οποίος ήταν και ο μεγαλύτερος βρισκόταν εστία από πηλό η οποία χρησιμοποιούνταν για λατρευτικούς σκοπούς ενώ στη μεσαία κάμαρα η οποία έφτανε από κάτω έως το ταβάνι χωρίς ενδιάμεσο ταβάνι υπήρχε ανοικτή ακάλυπτη εστία. Ο καπνός διοχετεύεται από τα δοκάρια βρίσκοντας το δρόμο χωρίς τον «οδηγό» της καπνοδόχου, ωφελώντας τα διώχνοντας την υγρασία κάνοντάς τα ανθεκτικά και αδιάβροχα.[23]
Το σπίτι δε χρειαζόταν να έχει παράθυρα αφού όλη την ημέρα οι άνθρωποι δούλευαν και το βράδυ έβλεπαν από το φως της φωτιάς της εστίας, ενώ το καλοκαίρι διαβιούσαν πάλι στον εξωτερικό χώρο. Αερισμός και φωτισμός γίνονταν από τις πόρτες.[24]
Οι δύο οικισμοί από διοικητικής πλευράς, κοινωνικής οργάνωσης και οικονομικής ευμάρειας
Τα επιβλητικά κτήρια σε Λέρνα και Αίγινα οδηγούν στο συμπέρασμα ότι αυτά «στέγασαν» κάποια μορφή εξουσίας. Δίκαια αυτά χαρακτηρίστηκαν κατά καιρούς ως «μέγαρα», «ανάκτορα», «αγροικίες» ή «οίκοι ανδρών». Το ερώτημα για το αν αυτά τα κτήρια ήταν δημόσια κτήρια ή εντυπωσιακές οικίες, σε ένα βαθμό παραμένει. Επίσης αν ήταν δημόσια κτήρια προκύπτει το ερώτημα της χρήσης. Οικονομικοί, θρησκευτικοί, πολιτικοί σκοποί ή πολυμορφική λειτουργία;[25]
Τα κτήρια με διαδρόμους, όπως αυτό στη Λέρνα, υποδηλώνουν, σύμφωνα με τη δεσπόζουσα άποψη, έναν «πρωτοανακτορικό» χαρακτήρα, καθώς συνδυάζουν το ρόλο της κατοικίας και συγχρόνως την έδρα μιας εξέχουσας κοινωνικής ομάδας με διοικητικές αρμοδιότητες.[26] Επίσης διακρίνουμε ένα σύστημα διοίκησης και διαχείρισης όπως προκύπτει από την εύρεση των πήλινων σφραγισμάτων όπου χρησιμοποιούνταν στη διακίνηση εμπορευμάτων σε άλλες περιοχές, ως μέσο πρόσβασης σε αποθηκευτικούς χώρους και αγγεία.[27] Επίσης φανερώνει και την ύπαρξη ενός συστήματος αναδιανομής. Μαζί με τα υπόλοιπα ευρήματα, οι σφραγίδες, μας δείχνουν ότι υπήρχαν θαλάσσιες επικοινωνίες και εμπόριο με άλλες περιοχές του Αιγαίου όπου προϊόντα διακινούνταν ένθεν κακείθεν.[28] Επίσης για πρώτη φορά με τον τρόπο αυτόν υπογραμμίζεται η έννοια της ιδιοκτησίας τόσο σε ιδιωτικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο.[29] Το γεγονός πως αυτές οι δομές δεν εξελίχθηκαν σε κάποια μορφή κράτους ίσως να οφείλεται στην ξαφνική διακοπή της ζωής με την καταστροφή από πυρκαγιά.[30]
Η «Λευκή Οικία» ή «Άσπρο Σπίτι» της Κολώνας, με μια επιφάνεια 164.70 τ.μ. αποτελούσε ένα επιβλητικό κατασκεύασμα το οποίο πρέπει να ήταν ιδιαιτέρως εντυπωσιακό με το μέγεθος του, τα κόκκινα κεραμίδια και το άσπρο χρώμα του. Οπωσδήποτε αυτό το σπίτι δε φτιάχτηκε για κάποιον τυχαίο αλλά για κάποιον που έχαιρε βαθιάς εκτίμησης, τον χαρακτήριζαν ιδιαίτερες ικανότητες και θα είχε στενότερες σχέσεις με τη θεότητα από τους υπολοίπους κατοίκους. Θα ήταν αυτός που θα συντόνιζε όλες τις υποθέσεις του χωριού, που θα παράγγελνε τις προμήθειες, θα καθόριζε τις καλλιέργειες, που θα διοικούσε.[31]
Ο οικισμός κατά τη φάση Αίγινα II (2400-2300) γνώρισε μεγάλη οικονομική άνθηση, διοικητική και κοινωνική οργάνωση. Η «Λευκή Οικία» αποτελούσε το μνημειώδες διοικητικό κέντρο.[32] Σε αυτό δε μπορεί παρά να μην περιοριζόταν μόνο στη συνήθη καθημερινή αγροτική χρήση. Ο εκλεπτυσμένος αρχιτεκτονικός σχεδιασμός, καθιστά ταυτόχρονα τη «Λευκή Οικία» δημόσιο χώρο, εκτός από ιδιωτικό, εξασφαλίζοντας την άνετη παραμονή ενοίκων και επισκεπτών, χαρακτηρίζοντας σίγουρα μια ξεχωριστή οικογένεια της περιοχής.[33]
Η ανακάλυψη της «Λευκής Οικίας» στην Αίγινα την κατέστησε πρωτοπόρα στις ευρύτερες πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές εξελίξεις του Ελλαδικού ηπειρωτικού χώρου. Μαζί με την Οικία των Κεράμων στη Λέρνα τα οικοδομήματα αυτού του τύπου είναι συνδεδεμένα με μια νέα συγκεντρωτικότερη μορφή διακυβέρνησης των πρωτοαστικών κοινωνιών οι οποίες ανοίγουν τα φτερά τους μέσω των θαλάσσιων επικοινωνιών στο εμπόριο.[34]
Στον τομέα της οικονομίας στις δύο εξεταζόμενες περιοχές, εκτός από το εμπόριο, η γεωργία κατείχε κεντρικό ρόλο. Υπάρχει μεγάλη ποικιλία καρπών η οποία κάλυπτε τις ανάγκες για τροφή πλήρως. Το σιτάρι, το κριθάρι, ο αρακάς, οι φακές, αποτελούν τις βασικές τροφές. Το σιτάρι επίσης καλλιεργείται όπως και το σταφύλι. Επίσης η ελιά αρχίζει να εμφανίζεται όπως και τα αμπέλια. Το άροτρο αρχίζει να μπαίνει στην διαδικασία της καλλιέργειας αντικαθιστώντας την σκαπάνη. Επίσης η κτηνοτροφία και το κυνήγι συντελεί στην καθημερινή σίτιση. [35] Με τα ανωτέρω στοιχεία περιηγηθήκαμε νοερά σε δύο πολύ σπουδαίους αρχαιολογικούς χώρους της Πρωτοελλαδικής II εποχής. Στον αρχαιολογικό χώρο της Λέρνας στην Αργολίδα, ο οποίος είναι δίπλα μας και αξίζει όλοι να τον επισκεφθούμε και στον αρχαιολογικό χώρο Κολώνας στην Αίγινα. Η εγκατάλειψη μικρότερων οικισμών από τις επικρατούσες ανάγκες οδήγησε στην κατοίκηση μεγαλύτερων και πιο συγκεντρωμένων. Η σπουδαιότητα τους είναι μεγάλη καθώς είναι η πρώτη φορά που τέτοια μνημειώδη κτήρια εμφανίζονται ως τυπικά φαινόμενα της εποχής και ένα τυποποιημένο σχέδιο εφαρμόστηκε από το οποίο προκύπτει μια μακρά πορεία ανάπτυξης. Η μνημειακότητα των κτηρίων και η κεντρική και στρατηγική τους θέση μέσα στον οικισμό, τα καταστά ως οικονομικά, διοικητικά και κοινωνικά κέντρα με τη λειτουργία τους να είναι πολυδιάστατη.
[1] Maran, J., (2012), σ. 29
[2] Ό.π.
[3] Ιακωβίδης, Σ.Ε., (1997), σ. 159
[4] Παπαχατζής. Ν., (1978), σ. 45
[5] Ανακτήθηκε στις 3/1/2015 από: http://webcache.googleusercontent.com/search?q=cache:t99pHbaT3BsJ:www.gistor.gr/istoria/2008-10-23-11-16-25/2008-10-23-11-31-36/2008-10-23-11-35-57/121-2008-10-23-14-03-47+&cd=9&hl=el&ct=clnk&gl=gr
[6] Wiencke, M.H., (2012), σ. 145
[7] Ιακωβίδης, Σ.Ε., (1997), σ. 159
[8] Wiencke, M.H., (2012), σ. 145
[9] Ό.π.
[10] Ό.π.
[11] Ανακτήθηκε στις 3/1/2015 από: http://www.archaiologia.gr/blog/publishig/%CF%84%CE%BF-%CF%80%CF%81%CF%89%CF%84%CE%BF%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%B1%CE%B4%CE%B9%CE%BA%CE%BF-%CE%BA%CF%84%CE%B7%CF%81%CE%B9%CE%BF-%CE%BC%CE%B5-%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%B4%CF%81%CE%BF%CE%BC%CE%BF%CF%85/
[12] Wiencke, M.H., (2012), σ. 146
[13] Maran, J., (2012), σ. 31
[14] Ανακτήθηκε στις 3/1/2015 από: http://webcache.googleusercontent.com/search?q=cache:t99pHbaT3BsJ:www.gistor.gr/istoria/2008-10-23-11-16-25/2008-10-23-11-31-36/2008-10-23-11-35-57/121-2008-10-23-14-03-47+&cd=9&hl=el&ct=clnk&gl=gr
[15] Treuil, R., P. Darcque, P., Poursat, J.-Cl. και Touchais, G., (1996), σ.192
[16] Maran, J., (2012), σ. 31
[17] Ανακτήθηκε στις 3/1/2015 από: http://webcache.googleusercontent.com/search?q=cache:t99pHbaT3BsJ:www.gistor.gr/istoria/2008-10-23-11-16-25/2008-10-23-11-31-36/2008-10-23-11-35-57/121-2008-10-23-14-03-47+&cd=9&hl=el&ct=clnk&gl=gr
[18] Walter, H., (2004), σ.46
[19] Ό.π., σ.50
[20] Ό.π., σ.46
[21] Ό.π., σ.48
[22] Ό.π., σ.47
[23] Walter, H., (2004), σ.48
[24] Ό.π., σ.49
[25] Ανακτήθηκε στις 3/1/2015 από: http://www.archaiologia.gr/blog/publishig/%CF%84%CE%BF-%CF%80%CF%81%CF%89%CF%84%CE%BF%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%B1%CE%B4%CE%B9%CE%BA%CE%BF-%CE%BA%CF%84%CE%B7%CF%81%CE%B9%CE%BF-%CE%BC%CE%B5-%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%B4%CF%81%CE%BF%CE%BC%CE%BF%CF%85/
[26] Maran, J., (2012), σ. 30
[27] Ό.π., σ. 27
[28] Ανακτήθηκε στις 3/1/2015 από: http://odysseus.culture.gr/h/3/gh351.jsp?obj_id=2452
[29] Maran, J., (2012), σ. 30
[30] Ό.π., σ. 31
[31] Walter, H., (2004), σ.51
[32] Ανακτήθηκε στις 3/1/2015 από: http://www.archaiologia.gr/blog/publishig/%CF%84%CE%BF-%CF%80%CF%81%CF%89%CF%84%CE%BF%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%B1%CE%B4%CE%B9%CE%BA%CE%BF-%CE%BA%CF%84%CE%B7%CF%81%CE%B9%CE%BF-%CE%BC%CE%B5-%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%B4%CF%81%CE%BF%CE%BC%CE%BF%CF%85/
[33] Ανακτήθηκε στις 3/1/2015 από: http://aeginahistory.blogspot.gr/p/blog-page_6.html
[34] Ανακτήθηκε στις 3/1/2015 από: http://aeginahistory.blogspot.gr/p/blog-page_6.html
[35] Treuil, R., P. Darcque, P., Poursat, J.-Cl. και Touchais, G., (1996), σ.196
Δημήτρης Κρίγγος