home design 800Χ400

Ο Δίολκος στον Ισθμό της Κορίνθου – Πλοία στην αρχαιότητα

Γράφει ο Δρ. Απόστολος Ε. Παπαφωτίου, Πολιτικός Μηχανικός Ε.Μ.Π., Οικονομολόγος Ε.Κ.Π.Α.

Ἐν δὲ ἱστὸν ποίει καὶ ἐπίκριον ἄρμενον αὐτῷ

πρὸς δ’ ἄρα πηδάλιο ποιήσατο, ὂφρ’ ἰθύνοι.

Φράξε δὲ μιν ῥιπέσσι διαμπερὲς οἰσυΐνῃσιν

κύματος εἴλαρ ἔμεν πολλὴν δ’ ἐπεχεύατο ὕλην

(Ὀδύσσεια Ε΄, 254-257)

Κατάρτι τότε πελεκά κι αντένα της ταιριάζει, και το τιμόνι ετοίμασε να κυβερνά τη σκάφη, κι ολόγυρα την έφραξε με λυγαριάς κλωνάρια, για να μην μπαίνει η θάλασσα και φόρτωσε σαβούρα

Για την κατανόηση του τρόπου μεταφοράς των πλοίων πάνω στους ολκούς από τον έναν κόλπο στον άλλο μέσω του Διόλκου, είναι χρήσιμο να παραθέσουμε ορισμένα στοιχεία σχετικά με την κατασκευή και τα χαρακτηριστικά αυτών.

ΤΥΠΟΙ ΠΛΟΙΩΝ

1) Τριακόντοροι και πεντηκόντοροι (Εικ.1):

Διαστάσεις: μήκος L = 25,0 μ. περίπου, πλάτος W = 3 μ. Σχέση πλάτος προς μήκος, 1:8 κατά προσέγγιση.

Ταχύπλοα, καλοφτιαγμένα πλοία, με όμορφες γραμμές. Διέθεταν δυο σειρές από κουπιά.

Ήταν στενά στην πλώρη και στην πρύμνη. Δεν έφεραν σανιδώματα ενώ τα κουπιά διατάσσονταν σ’ ένα επίπεδο. Έφεραν ιστό, ο οποίος μπορούσε να ανυψώνεται και να καθαιρείται. Χρησιμοποιούνταν ως εμπορικά και ως πολεμικά πλοία.

2) Διήρης:

Εξέλιξη των προηγούμενων πλοίων ήταν η διήρης. Έφερε δύο σειρές κουπιών σε κάθε πλευρά, η μια πάνω από την άλλη.

Διαστάσεις: μήκος L = 18,0 μ. περίπου, πλάτος W = 3 – 3,60 μ.

Εκτόπισμα 22 τόνοι, κουπιά 4 – 6 μέτρα μήκος, απόσταση από σκαλμό σε σκαλμό 0,92 μ.

Ύψος σκαλμού από τη θάλασσα, της κάτω σειράς, 0,65 μ. και της επάνω, 0,80 μ.

Έφερε διάδρομο στο μέσον, κατά τον μεγάλο άξονα του πλοίου, πλάτους d = 0,33 μ.

Υπήρχαν διήρεις 30οροι και 50οροι.

Μια πεντηκόντορος διήρης είχε πλήρωμα 60 άνδρες, ναυτικούς και κωπηλάτες.

3) Τριήρης (Εικ.2):

Πολεμικό πλοίο που εμφανίστηκε γύρω στα τέλη του 7ου π.Χ. αι. Κυριάρχησε στις θάλασσες από τα τέλη του 6ου αι. π.Χ.

Υπήρξε κορινθιακό δημιούργημα. Ήταν ένα ελαφρύ, ταχύ κωπήλατο πλοίο. Είχε ενισχυμένη πλώρη, διέθετε ισχύ και ευκινησία. Είχε ασήμαντο βύθισμα και εύκολα μπορούσε να πλησιάζει οποιαδήποτε παραλία και να σύρεται εύκολα στην ακρογιαλιά. Η γάστρα ήταν πεπλατυσμένη και ο πυθμένας σχεδόν επίπεδος.

Διαστάσεις τριήρους: μήκος L = 35 – 40 μ., πλάτος W = 4 – 5 μ.

Λόγος πλάτους προς μήκος=1/8 – 1/10 Βύθισμα 1,20 – 1,40 μ.

Ύψος από την ίσαλο 2,0 μ. για την άφρακτη και 3,0 μ. για την κατάφρακτη.

Η τριήρης είχε ένα κύριο ιστό, τον μέγα και μερικές φορές ένα μικρότερο στην πλώρη, τον «ακάτειο» ή «ακάτιο».

Στις άφρακτες το συνολικό ύψος του πλοίου, από την τρόπιδα, ήταν συνολικά 3,0 μ. (1,20 κάτω από το νερό και 1,80 πάνω από το νερό).

Στις κατάφρακτες του 4ου π.Χ. αιώνα, το συνολικό ύψος ήταν 4,0 : 4,5 μέτρα (1,20 – 1,50 κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και 3,0 μέτρα πάνω απ’ αυτήν).

Έφερε σε κάθε πλευρά 81 κουπιά σε τρεις επάλληλες σειρές και επιπλέον από 4 στην πλευρά των θρανιτών, σύνολο 170 κωπηλάτες. Εκτός από τους 170 κωπηλάτες, υπηρετούσαν στο πλοίο 4 – 5 αξιωματικοί, άλλοι ναύτες ενώ δεχόταν και επιβάτες. Ο συνολικός αριθμός ατόμων που μπορούσε να φέρει ανερχόταν σε 200 όπως μας παραδίδει ο Ηρόδοτος (πρβλ., μεταξύ άλλων, βιβλίο Η΄, 17).

Από τον 5ο π.Χ. αιώνα χρησιμοποιούνταν για τα εμπορικά πλοία ο όρος ολκάς (Εικ.9). Η ονομασία ολκάς προέρχεται από το ρήμα έλκω = ρυμουλκώ και τούτο γιατί η ολκάς, η οποία ταξίδευε με ιστία, έπρεπε να ρυμουλκείται σε ώρα ανάγκης στον λιμένα. Αναλογία πλάτος προς μήκος:

– για τα εμπορικά πλοία 1 : 5,5 – 6,5

– για τα πολεμικά πλοία 1 : 8 – 10

4) Λιβυρνίς:

Χαρακτηριστικό πλοίο της ρωμαϊκής εποχής. Αποτέλεσε τη βελτιωμένη εκδοχή του πλοίου που χρησιμοποιούσαν οι Λιβυρνοί πειρατές.

Τα βασικά χαρακτηριστικά αυτού του σκάφους, και όταν παγιώθηκε η μορφή του (1ος αι. μ.Χ.) ήταν:

μήκος L = 30 – 35 μέτρα, πλάτος 4 – 5 μέτρα, βύθισμα 1,30 – 1,50 μέτρα.

Έφερε έξαλο έμβολο, δυο ιστούς με τραπεζοειδή ιστία, πλήρωμα 120 άνδρες και ανέπτυσσε ταχύτητα 5 κόμβων. Στην αρχή είχε μία σειρά κουπιών, μετά δύο σειρές.

Υφίστατο σε δύο τύπους: η κατάφρακτη (Liburnas castratas) αποκλειστικά για χρήση σε ναυμαχίες εν καιρώ πολέμου και η άφρακτη (Liburnas apertas) για ελαφρότερες αποστολές όπως περιπολίες, ανιχνεύσεις και μεταφορά μηνυμάτων.

5) Ημιολία:

Ελαφρύ σκάφος με δύο σειρές κουπιών, με τραπεζοειδές ιστό, απ’ όπου πήρε και το

όνομα. Αγαπητό σκάφος των πειρατών, με ιδιόμορφη διάταξη στους κωπηλάτες.

6) Τριημιολία (Εικ.8):

Βελτιωμένος τύπος του προηγούμενου σκάφους.

Στα χρόνια του Βυζαντίου συνεχίζεται η ρωμαϊκή παράδοση ναυπηγήσεως πλοίων. Οι κυριότεροι τύποι πλοίων ήταν:

7) Δρόμων (Εικ.4,10):

Επίγονος της τριήρους και της λιβυρνίδας και πρόγονος της γαλέρας. Δυνατό πλοίο, το οποίο κινούταν με ιστία και κωπηλάτες.

Χαρακτηριστικά: μήκος L = 36 – 55,0 μ., πλάτος W = 5 – 8,0 μ., βύθισμα 1,50 μ.

Το συνολικό του ύψος από την τρόπιδα στο πάνω κατάστρωμα έφτανε τα 5,0 μ.

Το εκτόπισμά του κυμαινόταν μεταξύ 100 – 200 τόνων. Υπήρχαν τρεις τύποι δρομώνων: οι μεγάλοι ή μείζονες, οι μέσοι και οι ελάσσονες. Το πλήρωμα έφθανε τους 200 άνδρες.

8) Χελάνδιο:

Συγγενικό πλοίο προς τον Δρόμωνα, με τον οποίο αργότερα ταυτίζεται.

Βιβλιογραφία: “Ο ΔΙΟΛΚΟΣ ΣΤΟΝ ΙΣΘΜΟ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ” Απόστολος Ε. Παπαφωτίου, Πολιτικός Μηχανικός Ε.Μ.Π. Προλογίζει ο καθηγητής Ε.Μ.Π. Θεοδόσιος Π. Τάσιος.

Δρ. Απόστολος Ε. Παπαφωτίου
Πολιτικός Μηχανικός Ε.Μ.Π.
Οικονομολόγος Ε.Κ.Π.Α.

Σχόλια

Exit mobile version