Πριν 55 χρόνια, στην πεδιάδα και τη λίμνη της Στυμφαλίας στην πανέμορφη Ορεινή Κορινθία με φόντο τις χιονισμένες κορφές της Ζήρειας και του Ολίγυρτου γυρίστηκε το πρώτο ελληνικό (γουέστερν).
Η ταινία θεωρήθηκε μια από τις καλύτερες παραγωγές όλων των εποχών και κυριολεκτικά καθήλωσε τους Έλληνες μπροστά από τη μεγάλη οθόνη.
H ταινία, παραγωγή της Φίνος Φιλμς έκανε πρεμιέρα στις 9 Οκτωβρίου 1967 και έκοψε 307.094 εισιτήρια, αποτελώντας μια αδιαμφισβήτητη εισπρακτική επιτυχία και αγαπήθηκε από το κοινό αλλά και από τους κριτικούς.
Ο Νίκος Φώσκολος, με την πρώτη του κιόλας ταινία, αναδεικνύεται σε άριστο σκηνοθέτη. Δίχως καμιά υπερβολή οι (Σφαίρες του) μπορούν να σταθούν πλάι στις ταινίες του Τζων Φορντ, του Χάουαρντ Χωκς, του Χιούστον, του Άντονυ Μαν. Με άλλα λόγια, ο Φώσκολος χαρίζει στον ελληνικό κινηματογράφο, με τις Σφαίρες, το πρώτο αριστούργημα στο είδος της «ορεινής περιπέτειας», όπως θα μπορούσε να ονομαστεί το ελληνικό (γουέστερν). Η ταινία ήταν και η πρώτη σκηνοθετική δουλειά του Νίκου Φώσκολου.
Μέχρι τότε, ο Φώσκολος είχε γράψει πολλά σενάρια για ταινίες της εταιρίας, αλλά μετά από προτροπή του Φίνου, αποφάσισε να ασχοληθεί και με τη σκηνοθεσία. Κάπως έτσι ξεκίνησε μια σπουδαία σκηνοθετική καριέρα για τον διάσημο δημιουργό, ο οποίος αφού ανέλαβε σκηνοθεσία και σενάριο δεν άφησε τίποτα στην τύχη του… Αρχικά επέλεξε το καστ της ταινίας να αποτελείται από βαριά ονόματα του ελληνικού κινηματογράφου.
Για τους δυο βασικούς ρόλους διάλεξε τον Άγγελο Αντωνόπουλο και τον Κώστα Καζάκο που βρίσκονταν στο ζενίθ της καριέρας τους, τους οποίους πλαισίωνε ο πάντα έξοχος Σπύρος Καλογήρου, η Μέμα Σταθοπούλου, η Μπέτυ Αρβανίτη και πολλοί άλλοι σπουδαίοι τότε ηθοποιοί σε δεύτερους ρόλους. Τη διεύθυνση φωτογραφίας της ταινίας είχε ο Γιάννης Δημόπουλος και την μουσική υπέγραψε ο Μίμης Πλέσσας ο οποίος χρόνια αργότερα σε συνέντευξή του είχε πει σχετικά ότι (ήταν η πρώτη φορά που έγραφα και έπρεπε να αποδείξω ότι μπορώ να υπάρξω σε ένα αλλιώτικο είδος).
Η ταινία είχε παρουσιαστεί στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και είχε αποσπάσει το Βραβείο Αρτιότερης Παραγωγής και Βραβείο Καλύτερης Μουσικής Επένδυσης. Πέρα όμως από την άρτια σκηνοθεσία, το δραματικό σενάριο, την υπέροχη μουσική, την απίστευτη φωτογραφία και τις καταπληκτικές ερμηνείες, την ταινία απογείωσε το ιδανικό φυσικό σκηνικό στο οποίο γυρίστηκε: Η πεδιάδα και η λίμνη της Στυμφαλίας με τις χιονοσκέπαστες κορφές της Ζήρειας και του Ολίγυρτου να την κυκλώνουν!
Ο κινηματογραφικός φακός του Νίκου Φώσκολου βρίσκοντας το ιδανικό θεατρικό πεδίο στη Στυμφαλία, εξάντλησε τη σκηνοθετική του μαεστρία, δημιουργώντας ένα αριστούργημα, που (μετέφερε) τον θεατή σε χιονισμένα τοπία, σε βάλτους γύρω από τη λίμνη, σε απροσπέλαστες καλαμιές και σε παρθένα δάση.
Το φυσικό σκηνικό της ορεινής Κορινθίας διαδραμάτισε το δικό του… ρόλο. Τα εξωτερικά γυρίσματα έγιναν στα τέλη του χειμώνα, όταν η λίμνη είχε άφθονα νερά, αλλά οι κορφές δεν είχαν χάσει τα χιόνια τους και το οροπέδιο της Στυμφαλίας αποτελούσε το ιδανικό σκηνικό.
Πολλά από τα γυρίσματα έγιναν κάτω από δύσκολες καιρικές συνθήκες, κάτι που άλλωστε είναι εμφανές ανά διαστήματα μέσα στην ταινία.
Πηγές: Ψηφιακό Αρχείο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης Finosfilm.gr Αρχεία Ταινιών Ελλάδος – Ταινιοθήκη της Ελλάδος – Μουσείο Κινηματογράφου Γιώργος Σοφούλης.