home design 800Χ400

Ανδριανός αντί Τασούλα στην Ερμιόνη

Ο βουλευτής Αργολίδας της ΝΔ εκπροσώπησε τον πρόεδρο της βουλής σε επιστημονικό συνέδριο στην Ερμιόνιδα. Τι είπε στην τοποθέτησή του.

|

Χρόνος ανάγνωσης

4 λεπτά

|

0 Σχόλια στο Ανδριανός αντί Τασούλα στην Ερμιόνη

Ο Βουλευτής Αργολίδας της Νέας Δημοκρατίας Γιάννης Ανδριανός παρευρέθηκε στο επιστημονικό συνέδριο με θέμα «Η Εθνοσυνέλευση στην Ερμιόνη, το Σύνταγμα της Τροιζήνας και η επίδρασή τους στην Επανάσταση και στο δημοκρατικό βίο της σύγχρονης Ελλάδας», όπου και εκπροσώπησε τον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων Κωνσταντίνο Τασούλα.

Ο κ. Ανδριανός στην ομιλία του τόνισε μεταξύ άλλων τα εξής:

“Επιτρέψτε μου πρώτα απ’ όλα, τόσο προσωπικά, όσο και εκπροσωπώντας τον Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων κ. Κωνσταντίνο Τασούλα, να συγχαρώ τους διοργανωτές αυτού του επιστημονικού συνεδρίου – τον Δήμο Ερμιονίδας, τον Θεατρικό Όμιλο Ερμιονίδας και το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Ερμιόνης – όλες και όλους όσοι συνέβαλαν στην προετοιμασία και την οργάνωσή του, και βεβαίως να καλωσορίσω τους διακεκριμένους συνέδρους και εισηγητές στην Αργολίδα και την Ερμιονίδα.

Η φετινή επέτειος των 200 ετών από την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης, αποκτά στην αργολική γη ιδιαίτερο συμβολισμό και περιεχόμενο, καθώς σ’ αυτήν εδώ την περιοχή συνέβησαν κάποια από τα κρισιμότερα στρατιωτικά αλλά και πολιτικά γεγονότα που επηρέασαν καθοριστικά την έκβαση του Αγώνα.

Στο πλαίσιο αυτό, τιμάμε αυτές τις ημέρες την Εθνοσυνέλευση της Ερμιόνης και το Σύνταγμα της Τροιζήνας, ένα γεγονός και ένα καταστατικό κείμενο που, σε μια από τις κρισιμότερες φάσεις της Επανάστασης, απέδειξαν έστω και δύσκολα ότι οι Έλληνες είναι εντέλει, παρά τις φιλονικίες και τις εσωτερικές διενέξεις, διατεθειμένοι να υπαγάγουν το προσωπικό στο συλλογικό εμπεδώνοντας την εθνική ύπαρξη και ανεξαρτησία.

Από την προετοιμασία, τις εργασίες και τα παραχθέντα κείμενα της Εθνοσυνέλευσης, καθίσταται σαφές ότι οι συμμετέχοντες πληρεξούσιοι αντιλαμβάνονταν την ανάγκη σύστασης μιας ισχυρής κρατικής κυβέρνησης που θα επέτρεπε αφενός την αποτελεσματική διαχείριση των άμεσων και πιεστικών αναγκών του Αγώνα, και αφετέρου την υπέρβαση των οξυμμένων εμφύλιων ανταγωνισμών.

Ταυτόχρονα όμως, το Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος που ψηφίστηκε από τη Συνέλευση της Τροιζήνας την 1η Μαΐου του 1827 επιβεβαίωνε την αποφασιστικότητα των Ελλήνων να οικοδομήσουν τη νέα Ελλάδα στις αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας.

Αυτή η υψηλή φιλοδοξία, που ξανά και ξανά καταδεικνύεται από τα πολιτικά και καταστατικά κείμενα της εποχής, η ελεύθερη Ελλάδα να αποτελέσει περίβλεπτο φάρο δημοκρατίας, ελευθερίας και δικαιοσύνης, πρωτοπορώντας στις θεσμικές τις προβλέψεις συγκρούστηκε βεβαίως με τις άμεσες ανάγκες και τα ανθρώπινα πάθη των πρωταγωνιστών του Αγώνα.

Παρ’ όλα αυτά όμως, αυτή η φιλοδοξία, που πηγάζει από τη βαθιά ανάγκη οι νέοι Έλληνες να φανούμε αντάξιοι του κλέους των προγόνων, επιβιώνει διαχρονικά και σημαδεύει ολόκληρη την πορεία της ελεύθερης Ελλάδας, και περιγράφει κάτι περισσότερο από ένα πολιτικό πρόγραμμα: Περιγράφει ένα χρέος, ένα καθήκον, μια αποστολή που οφείλει να δεσμεύει κάθε δημόσιο πρόσωπο.

Πέρα από τα πάθη και τους ανταγωνισμούς, πέρα και πάνω από τις επιμέρους διαφορετικές αφετηρίες και προσεγγίσεις, τα καταστατικά κείμενα της Επανάστασης, η πνευματική προετοιμασία του νεοελληνικού διαφωτισμού, τα επιχειρήματα υπέρ του Αγώνα των Ελλήνων που διατυπώθηκαν από τους φιλέλληνες στην Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο, υπογραμμίζουν ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα με συγκεκριμένη και βαριά πνευματική και πολιτιστική αποστολή.

Κι αυτή η συνειδητοποίηση ενώνει, για παράδειγμα, σε ένα κοινό νήμα νοήματος παρά τις επιμέρους διαφορετικές τους προσεγγίσεις τους συντάκτες των Συνταγμάτων και τον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια.

Αυτή η ιδιαιτερότητα, αυτό το υψηλό χρέος σχεδόν αποκλείει κάθε δυνατότητα ενός χωρίς εντάσεις πολιτικού βίου. Η διαρκής αυτή ανάγκη να φανούμε αντάξιοι στις αξίες και τα ιδανικά που αρμόζουν στην ιστορία και τον πολιτισμό μας, όπως αποδεικνύει η ιστορία της ελεύθερης Ελλάδας, αλλά και η ιστορία της Γ’ Εθνοσυνέλευσης, μπορεί να λειτουργήσει είτε ως παρακίνηση για δημιουργικούς θριάμβους, είτε ως θρυαλλίδα εθνικών τραγωδιών.

Σ’ αυτή την κατεύθυνση, η βαθιά και προσεκτική μελέτη της ιστορίας μας, είναι ίσως το αποτελεσματικότερο εργαλείο που διαθέτουμε ώστε αυτή την ενέργεια, αυτή τη φιλοτιμία και την αίσθηση του καθήκοντος, να την παροχευτεύουμε συλλογικά σε δημιουργικές διεξόδους.

Είμαι γι’ αυτό βέβαιος ότι πρωτοβουλίες όπως αυτή, με τα υψηλά επιστημονικά εχέγγυα των συμμετεχόντων εισηγητών, συμβάλλουν όχι απλώς στην καλύτερη γνώση της ιστορίας μας, αλλά, πολύ περισσότερο, στην κατανόηση των διδαγμάτων της και την ένταξή τους στο διαρκές ζητούμενο, την ανάδειξη της Ελλάδας στη θέση που της αρμόζει στο διεθνές περιβάλλον, τη διασφάλιση των θεσμικών, υλικών και ηθικών προϋποθέσεων που αρμόζουν στην ιστορία και στον πολιτισμό μας, στις ανάγκες και τα οράματα των Ελληνίδων και των Ελλήνων».

Σχόλια

Exit mobile version