Φωτιά έχουν πάρει τα ενοίκια σε νεόδμητα ακίνητα έως 15 ετών, λόγω της μικρής διαθεσιμότητας τους σχεδόν σε όλη την Ελλάδα. Γενικώς η ζήτηση είναι πλέον μεγαλύτερη από την προσφορά, καθώς το μεγαλύτερο πρόβλημα που καταγράφεται και τη φετινή χρονιά είναι η πολύ μικρή διαθεσιμότητα ακινήτων προς μίσθωση, ιδίως για ακίνητα έως 15 ετών (κατασκευής μετά το 2005), επισημαίνουν στελέχη της κτηματαγοράς.
«Η μικρή διαθεσιμότητα ακινήτων έως 15 ετών, οφείλεται κυρίως στην ανύπαρκτη οικοδομική δραστηριότητα τα χρόνια των μνημονίων», εξηγεί ο Πρόεδρος του Πανελλαδικού Δικτύου E-Real Estates, Θεμιστοκλής Μπάκας. Όπως προσθέτει ο ίδιος, την μικρή διαθεσιμότητα επιτείνει το γεγονός ότι οι κατασκευαστές νεόδμητων διαμερισμάτων, στοχεύουν στην πώληση του ακινήτου και όχι στην ενοικίαση του.
Τα ακίνητα έως 15 ετών, που τα προηγούμενα χρόνια της κρίσης είχαν μείνει στα αζήτητα, είτε έχουν μισθωθεί και οι ενοικιαστές ανανεώνουν το μισθωτήριο συμβόλαιο όλα αυτά τα χρόνια, είτε με την επανεκκίνηση της κτηματαγοράς πουλήθηκαν.
Τι συμβαίνει με τα παλαιότερα ακίνητα
Αυξήσεις – ηπιότερες ωστόσο – καταγράφονται και σε ενοίκια ακινήτων άνω των 15 ετών. Πρόκειται κυρίως για ακίνητα κατασκευής από το 1975 έως το 1990, σε μεγάλο ποσοστό μερικώς ή/και ολικώς ανακαινισμένα, που σε πολλές περιπτώσεις, λόγω της έλλειψης διαθεσιμότητας, αγγίζουν σε τιμές μίσθωσης τις ζητούμενες νεόδμητων τιμές διαμερισμάτων έως 15 ετών.
Μειώσεις των ζητούμενων τιμών μίσθωσης καταγράφονται κατά κύριο λόγο στα παλαιά ακίνητα, άνω των 30 ετών, κυρίως σε μη ανακαινισμένα διαμερίσματα που δεν κατάφεραν να μισθωθούν το προηγούμενο διάστημα.
«Οσον αφορά στο κέντρο της Αθήνας όπου καταγράφονται και οι μεγαλύτερες αυξήσεις, οι τιμές ενοικίασης έχουν ανέβει κατά 20% – 30% κατά μέσον όρο την τελευταία διετία. Στις περιοχές της πρωτεύουσας εκτός του κέντρου η αντίστοιχη άνοδος εκτιμάται ότι κινήθηκε πέριξ του 10% – 15%. Πλέον, η ενοικίαση ενός διαμερίσματος κατάλληλο για οικογένεια 90τμ – 110τμ, σε περιοχές των Ανατολικών, Βορείων και Νοτίων προαστίων κοστίζει από 650€ έως 850€, δηλαδή σχεδόν όσο ένας μέσος μηνιαίος μισθός», παραστηρεί ο κ. Μπάκας.
Πού οφείλονται οι αυξήσεις
Η μεγάλη αύξηση των ενοικίων οφείλεται κυρίως στην συσσώρευση πολλών ετών υποαπόδοσης των κατοικιών, γεγονός που οδήγησε πολλούς ιδιοκτήτες στην απότομη αύξηση των ζητούμενων ενοικίων, προκειμένου να περιορίσουν τις ζημίες των χρόνων της οικονομικής κρίσης, αλλά και στη αδυναμία των ενδιαφερομένων να επενδύσουν στην αγορά ακινήτου για τη κάλυψη της στεγαστικής τους ανάγκης.
«Μη ξεχνάμε ότι οι τράπεζες έχουν πάψει επί της ουσίας να χρηματοδοτούν την αγορά κατοικιών, με αποτέλεσμα να έχει περιοριστεί η οικοδομική δραστηριότητα, ενώ η ζήτηση παρέμενε σταθερή. Κάθε χρόνο 15.000 έως 20.000 νοικοκυριά αναζητούν κατοικία. Ορισμένοι προ κρίσης επέλεγαν την αγορά ακινήτου. Άρα μέσα σε 10 χρόνια η ζήτηση άγγιξε τις 150.000 – 200.000 κατοικίες, σε μια περίοδο που η οικοδομική δραστηριότητα ήταν πολύ περιορισμένη. Ταυτόχρονα, την ίδια χρονική περίοδο η βραχυχρόνια μίσθωση κέρδιζε συνεχώς έδαφος», εξηγεί ο Πρόεδρος του Πανελλαδικού Δικτύου E-Real Estates.
Γενικώς, η ανάγκη για στέγαση, η συσσωρευμένη ζήτηση, η ανυπαρξία νέων οικοδομών και νέων στεγαστικών δανείων, σε συνάρτηση με τους σημερινούς μισθούς και την αύξηση των εξόδων για τον οικογενειακό προϋπολογισμό, οδήγησαν στη σημερινή εικόνα της κτηματαγοράς όσο αφορά στις μισθώσεις. «Το πρόβλημα της στέγασης είτε για διαμερίσματα μεγαλύτερης επιφάνειας 70τμ -110 τμ. είτε μικρότερης έως 60τμ. θα μας απασχολήσει ιδιαίτερα τα επόμενα χρόνια, αν δεν υπάρξουν άμεσα φορολογικά κίνητρα για τους ιδιοκτήτες», προσθέτει ο κ. Μπάκας.
Πάνω από 40% του εισοδήματος για ενοίκια
Επισήμανση για την αύξηση των ενοικίων στη χώρα μας έκανε και το ΔΝΤ μέσω της έκθεσης που δημοσίευσε πριν λίγες ημέρες. Όπως ανέφερε το Ταμείο, σε 14 από τις 17 αναπτυγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες, περισσότεροι από τους μισούς ενοικιαστές με χαμηλό εισόδημα πληρώνουν για ενοίκιο ποσό που είναι πολύ κοντά στο όριο του 40% του εισοδήματός τους. Την ίδια στιγμή, στην Ελλάδα οι πλέον αδύναμοι πολίτες ξοδεύουν περισσότερο από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους σε ενοίκια.
Το 2016 το 84,6% των ενοικιαστών στην Ελλάδα δαπανούσαν περισσότερο από το 40% του ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματός τους για στέγαση, όταν ο μέσος όρος της Ε.Ε. ήταν 28%. Σήμερα σε πολλές περιπτώσεις οι ενοικιαστές δαπανούν ακόμη και έναν ολόκληρο μισθό για στέγαση.
Το ύψος των ενοικίων στην Πελοπόννησο
Δείτε παρακάτω έναν αναλυτικό χάρτη ενοικίων για την Περιφέρεια Πελοποννήσου, και συγκεκριμένα για Ναύπλιο, Καλαμάτα, Τρίπολη, Σπάρτη, Κόρινθο και Λουτράκι, τόσο για νεόδμητα διαμερίσματα έως 15 ετών όσο και για παλαιότερα άνω των 15 ετών:
Πελοπόννησος | Άνω των 15 ετών €/τ.μ. | Έως 15 ετών€/τ.μ. |
---|---|---|
ΚΑΛΑΜΑΤΑ | 3,6-5,5 | 6,3-6,8 |
ΤΡΙΠΟΛΗ | 3-4,5 | 4,6-6,4 |
ΣΠΑΡΤΗ | 2,8-3,9 | Από 4 |
ΝΑΥΠΛΙΟ | 4,2-7 | 5,3-7 |
ΚΟΡΙΝΘΟΣ | 4,2-6 | – |
ΛΟΥΤΡΑΚΙ | 3,6-5,7 | 4,3-6,4 |
Διαμερίσματα από 90τμ έως 110τμ άνω του 1ου ορόφου.
* Επιπλωμένα και πλήρως εξοπλισμένα
H πορεία των τιμών ενοικίασης
Σύμφωνα με τον ∆είκτη τιμών ενοικίων της ΕΣΥΕ (είναι ένα κομμάτι του ∆είκτη Τιμών Καταναλωτή), τα ενοίκια αυξήθηκαν κατά την περίοδο 1994 – 2005 κατά +75%. Η αύξηση αυτή ήταν αντίστοιχη της αύξησης των τιμών αγαθών και υπηρεσιών σύμφωνα με τον ∆είκτη Τιμών Καταναλωτή.
Ενώ τα ενοίκια για μεγάλο χρονικό διάστημα ακολουθούσαν τον πληθωρισμό, η μεγάλη άνοδος των τιμών των ακινήτων σε σχέση με τα ενοίκια οδήγησε πολλά νοικοκυριά στην ενοικίαση κατοικίας, με αποτέλεσμα, μετά το 2002, τα ενοίκια να αυξάνουν με ρυθμούς σημαντικά υψηλότερους του πληθωρισμού.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΣΥΕ, τα ενοίκια αυξήθηκαν κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τον πληθωρισμό το 2005 και κατά 5,8 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τον πληθωρισμό το πρώτο τρίμηνο του 2006. Από το 2007 έως και το 2011 καταγράφηκε αύξηση των ενοικίων 15,20%.
Αντίθετη ήταν η πορεία την περίοδο της κρίσης, καθώς από το 2012 ως το 2017 καταγράφηκε μείωση που άγγιξε το -25,5%. Το 2018 τα ενοίκια επιστρέφουν με αυξητικές τάσεις +8,4 %, ενώ το 2019 ο ρυθμός αύξησης των ενοικίων άγγιξε το +10%.