Η διαρκής υδρομάστευση και η διαρκής αύξηση των οικιακών αναγκών για νερό οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια την Αργολίδα σε ερημοποίηση, με δεδομένο πως τα υπάρχοντα νερά δεν επαρκούν, όχι γιατί δεν υπάρχουν ως ποσότητα, αλλά γιατί υπολείπονται σε ποιότητα, αφού των νερών των Μύλων εξαιρουμένων, τα περισσότερα εμφανίζουν αύξηση των Νιτρικών.
Τι είναι τα Νιτρικά
Τα νιτρικά είναι στην ουσία το νιτρικό άλας (NO3). Εισχωρούν και διαλύονται στο νερό, κυρίως μέσω του βιολογικού κύκλου του αζώτου προερχόμενοι από ζωικά ή ανθρώπινα απόβλητα καθώς και αζωτούχα λιπάσματα, φαινόμενο που συναντάμε πολύ έντονα στην Αργολίδα. Ο Αργολικός κάμπος χρειάζεται αποπλύσεις από βροχοπτώσεις για 40 χρόνια διαρκώς για να καθαριστεί και χωρίς φυσικά την περίοδο αυτή να πέσουν νέα λιπάσματα. Αντιλαμβάνεται πλέον κανείς που βρίσκεται το μεγαλύτερο πρόβλημα σε σχέση με την άρδευση της Αργολίδας.
Όσα νιτρικά άλατα που δεν αφομοιώνονται από τα φυτά, ξεπλένονται με τα ποτίσματα ή τη βροχή με αποτέλεσμα να μολύνουν τον υπόγειο υδροφόρο με αποτέλεσμα να συναντάμε υψηλές συγκεντρώσεις νιτρικών σε πηγάδια και γεωτρήσεις σε περιοχές με εντατικές καλλιέργειες όπως ο κάμπος της Αργολίδας.
Όταν τα νιτρικά όταν καταναλωθούν μετατρέπονται σε νιτρώδη άλατα (NΟ2–) από τον οργανισμό μας και το 20% περίπου της συνολικής ποσότητας θα μετατραπεί σε νιτρώδη άλατα, τα οποία όμως με τη σειρά τους μπορεί να μεταβληθούν σε νιτροζαμίνες, στις ισχυρότερες καρκινογόνες οικογένειες χημικών ενώσεων. Οι χημικές αυτές ενώσεις έχουν αναγνωριστεί ως ηπατοτοξικές και έχουν χαρακτηριστεί σαν μια καρκινογενής ομάδα ενώσεων σε πολλά ζωικά είδη. Το ίδιο αποτέλεσμα συμβαίνει επίσης, κατά το βράσιμο νερού με νιτρικά.
Το πιο πρόσφατο όριο ασφάλειας σύμφωνα με την Αμερικάνικη Υπηρεσία Περιβάλλοντος (EPA) για το νιτρικό άλας είναι 10 mg/l. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει προτείνει ως ανώτατη επιτρεπόμενη τιμή συγκέντρωσης των νιτρικών στο πόσιμο νερό τα 50mg/lt. Αυτό το όριο έχει θεσπιστεί και στην Ελληνική και την Ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Η Υφαλμύρωση
Η συνεχής υδρομάστευση έχει ως αποτέλεσμα την δημιουργία κενών υπόγειων χώρων τους περισσότερους εκ των οποίων καταλαμβάνει στην συνέχει η Θάλασσα, όπως συμβαίνει και με τις περιοχές της Αργολίδας. Όσοι χώροι δεν καταληφθούν από νερό, κινδυνεύουν με καθιζήσεις.
Απέναντι στην κάλυψη των αναγκών άρδευσης μέσω πηγαδιών και γεωτρήσεων που συνέτειναν στην υδρομάστευση και στην υφαλμύρωση των υπόγειων νερών, υιοθετήθηκε και υλοποιήθηκε η λύση της σύλληψης και χρησιμοποίησης για άρδευση των πηγαίων νερών του Κιβερίου (Θάνος Μ., 1996).
Για την επίλυση των προβλημάτων ύδρευσης που δημιουργήθηκαν, κυρίως εξαιτίας της υπερβολικής αύξησης των νιτρικών αλάτων στα υπόγεια νερά, χρησιμοποιήθηκαν αρχικά (δεκαετία ’60) από την πόλη του Ναυπλίου και τα τελευταία χρόνια (2005) και από την πόλη του Άργους, με σχεδιασμό και για το υπόλοιπο Αργολικό Πεδίο, οι πηγές του οικισμού των Μύλων (Αμυμώνη, Λέρνη) οι οποίες παρείχαν αρκετό σε ποσότητα και καλό σε ποιότητα πόσιμο νερό. Εξαιτίας ενός έντονου φαινομένου λειψυδρίας την τελευταία τριετία παρουσιάστηκαν φαινόμενα στείρευσης των πηγών (με εξαίρεση τις πηγές Κιβερίου) με αποτέλεσμα να παρατηρούνται διακοπές στην υδροδότηση των πόλεων, ακαταλληλότητα του νερού για ανθρώπινη κατανάλωση κ.α..
Οι ενέργειες των υπευθύνων προσανατολίστηκαν στη χρησιμοποίηση του νερού της πηγής Κιβερίου, που επαρκεί μεν να καλύψει τις ανάγκες, αλλά δεν είναι πόσιμο. Η επεξεργασία του με μονάδα αφαλάτωσης μελετάται για την εξασφάλιση στο μέλλον επαρκών ποσοτήτων νερού για ύδρευση(Γιαννουλόπουλος Π., Μαραβέγιας Δ., 2008). Ήδη ο δήμος Άργους Μυκηνών προχώρησε στην τοποθέτηση μικρής μονάδας βελτίωσης του νερού του Κυβερίου (Αναβάλου) χωρίς όμως να αναφερθεί στο κόστος λειτουργίας της μονάδος όσο και σε εναλλακτικές λύσεις που θα μπορούσε να είχε ακολουθήσει.
Υπέρ της μονάδας αφαλάτωσης είχε ταχθεί μάλιστα και ο πρώην βουλευτής Αργολίδας Γιάννης Μανιάτης επικαλούμενος πλέουσα μονάδα φίλων του πανεπιστημιακών.
Τα πρώτα συλλογικά αρδευτικά δίκτυα κατασκευάστηκαν τη δεκαετία του ’60 για την κάλυψη των αρδευτικών αναγκών πέριξ των πηγών Κεφαλαρίου – Λέρνης, απ’ όπου αντλούσαν νερό. Στη συνέχεια κατασκευάστηκαν δίκτυα για την περιοχή Ασίνης – Λευκακίων που μετέφεραν νερό από την πηγή Κιβερίου, όπου και έγιναν τα πρώτα έργα σύλληψης του νερού (Ζυμής, 1990). Το 1970 στην πηγή αυτή κατασκευάστηκε ένα από τα ελάχιστα παγκοσμίως έργα σύλληψης καθαρού νερού από υποθαλάσσιες καρστικές πηγές μέσα στην ίδια τη θάλασσα, ένα ημικυκλικό φράγμα με θυρίδες που ανοιγοκλείνουν ώστε να διατηρούν τη στάθμη του νερού εντός του φράγματος υψηλότερα από τη στάθμη της θάλασσας.
Η κατάσταση, λόγω της κακής διαχείρισης των υδατικών αποθεμάτων του Νομού, αναμένεται τα επόμενα χρόνια να επιδεινωθεί, καθώς σχεδιάζεται να επεκταθεί το υφιστάμενο αρδευτικό δίκτυο στην υπόλοιπη Αργολίδα (Λυγουριό, Επίδαυρος, Ερμιονίδα) χωρίς εμπεριστατωμένη και ολική προσέγγιση του ζητήματος και χωρίς να έχει τεθεί σε ισχύ το σχέδιο διαχείρισης υδατικών πόρων της Περιφέρειας Πελοποννήσου (Παναγιώτης Ντόντος, 2009, http://anagnostispe.blogspot.com/2009/06/blog-post_282.html)
Από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 η πόλη του Ναυπλίου έχει εξασφαλίσει την ύδρευσή της από την πηγή Αμυμώνης, στην περιοχή του οικισμού των Μύλων. Από το 1988 χρησιμοποιείται και η πηγή της Λέρνης. Για τις ανάγκες της άντλησης και μεταφοράς έχουν κατασκευαστεί δύο αντλιοστάσια με δυνατότητα συνολικής άντλησης 600 m3/h και μεταλλικός υπόγειος αγωγός μήκους 13 km. Το όλο σύστημα διαχειρίζεται η ΔΕΥΑ Ναυπλίου. Από το 2003 και η πόλη του Άργους – που μέχρι τότε χρησιμοποιούσε γεωτρήσεις με νερό ακατάλληλο λόγω υψηλών συγκεντρώσεων νιτρικών – άρχισε να χρησιμοποιεί την πηγή της Λέρνης για την υδροδότησή της. Για το σκοπό αυτό κατασκευάστηκε αντλιοστάσιο με δυνατότητα άντλησης 500 m3/h και αγωγός D.I. μήκους 10 Km. Το όλο σύστημα διαχειρίζεται η ΔΕΥΑ Άργους. Από τις δύο ΔΕΥΑ εξυπηρετούνται σήμερα περίπου 52.000 άτομα, ενώ προγραμματίζεται να επεκταθεί η υδροδότηση σε όλη την έκταση της περιοχής μελέτης, δηλ. σε συνολικό πληθυσμό 69.000 ατόμων περίπου. Τέλος, η ΔΕΥΑ Ναυπλίου εξυπηρετεί και το μεγαλύτερο μέρος της τουριστικής υποδομής της Αργολίδας (Ναύπλιο, Τολό), δηλ. τουριστικές εγκαταστάσεις και επιχειρήσεις εστίασης και διασκέδασης (Παναγιώτης Ντόντος, 2009. Πηγή: http://anagnostispe.blogspot.com/2009/06/blog-post_282.html).
Οι πηγές της Αμυμώνης κυρίως, τροφοδοτούν με πόσιμο νερό το Άργος και το Ναύπλιο καθώς και τους γύρω οικισμούς. Επίσης όλες σχεδόν οι κοινότητες του Αργολικού πεδίου αλλά και το Άργος τροφοδοτούνται με πόσιμο νερό από υπόγειες γεωτρήσεις, οι οποίες όμως παρουσιάζουν υψηλή περιεκτικότητα σε νιτρικά.
Τι δεν κάναμε για να έχουμε νερό
Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 90 είχαν προταθεί διάφορες λύσεις αντιμετώπισης της υφαλμύρωσης κυρίως. Βασική πρόταση ήταν η κατασκευή φραγμάτων στον Ίναχο και στον Χάρανδρο, μέσω των οποίων θα γινόταν φυσικός εμπλουτισμός και θα αποτρέπονταν πλημμύρες κυρίως στην πόλη του Άργους. Μια δεύτερη πρόταση με σημαντικά αποτελέσματα στις περιοχές εφαρμογής της, Απείρανθος Νάξου, ήταν η κατασκευή και η διατήρηση υπαρχουσών πεζούλων στις πλαγιές των βουνών.
Σημαντικό πρόβλημα στον εμπλουτισμό του υπόγειου υδροφορέα των αστικών περιοχών κυρίως του Άργους και του Ναυπλίου, αποτελεί και το δίκτυο των ομβρίων που αντι να εμπλουτίσει τον υπόγειο υδροφορέα οδηγείται μέσω του παντορροϊκού συστήματος στον βιολογικό καθαρισμό ή και απ ευθείας στην θάλασσα.
Απέναντι στις λύσεις αυτές επιλέχτηκε ο τεχνικός εμπλουτισμός με νερό Αναβάλου στις παραθαλάσσιες περιοχές ως φράγμα στο θαλασσινό νερό.
H εφαρμογή τεχνητού εμπλουτισμού ιστορικά έχει αρχίσει κατά τη Ρωμαϊκή εποχή στην Τυνησία, όπου έχουν βρεθεί σαφή ίχνη. Και σε άλλες παραμεσογειακές περιοχές έχουν επίσης βρεθεί παρόμοια ίχνη της ίδιας εποχής.
Σημαντικό έργο τεχνητού εμπλουτισμού έχουμε στα τέλη του 18ου – αρχές του 19ου αιώνα για την ύδρευση της Γαλλικής πόλης Toulouse, το οποίο βέβαια βελτιώθηκε αργότερα. Επίσης την ίδια εποχή έχουμε αντίστοιχο έργο για την ύδρευση της Γλασκώβης.
Από το τέλος του 19ου αιώνα έχουμε κάποια έργα τα οποία βελτιώνονται στις αρχές του 20ου αιώνα. Όμως εκτενώς αναπτύσσεται ο τεχνητός εμπλουτισμός από τη δεκαετία του 1950, σχεδόν σε όλο τον κόσμο, όταν λόγω υπερεκμετάλλευσης άρχισε να υποχωρεί η στάθμη υδροφόρων στρωμάτων. (Διπλωματική εργασία, Πιζπίκης θεόδωρος ΕΜΠ, 2014).
Εκ των πραγμάτων σήμερα μπορούμε να ισχυριστούμε ότι τα αποτελέσματα του τεχνικού εμπλουτισμού δεν ήταν τα αναμενόμενα κι αυτό φαίνεται και μέσα από την του Ελευθέριου Γιαννούλα του τμήματος περιβάλλοντος και υδροοικονομίας της Περιφερειακής ενότητας Αργολίδας, όπου υποστηρίζει ότι «η υφαλμύρινση των υπόγειων υδροφορέων επεκτάθηκε στην ενδοχώρα και σήμερα εκτείνεται σε απόσταση άνω των 10 χλμ από την παραλιακή ζώνη».
Αντί να ανατρέξει σε μελέτες η Περιφέρεια Πελοποννήσου καταφεύγει στην πεπατημένη του εμπλουτισμού και ανακοινώνει μέσω του Αντιπεριφερειάρχη Αργολίδας Γιάννη Μαλτέζου ότι προχώρησε σε έναν ακόμη εμπλουτισμό στις περιοχές Ασίνης και Δρεπάνου και παράλληλα ότι ανέλαβε το κόστος λειτουργίας των αντλιοστασίων.
Ο κίνδυνος από την Κορινθία
Οι κλιματικές αλλαγές σε ολόκληρο τον πλανήτη δεν μπορούσαν να αφήσουν ανεπηρέαστη την Αργολίδα. Η μείωση των βροχοπτώσεων και του χιονιού, οδηγούν και σε ελάτωση των υδάτων που θα εμπλούτιζαν τον υπόγειο υδροφορέα.
Οι βασικές πηγές της Αργολίδας είναι οι ακόλουθες:
- Πηγή του Αναβάλου
- Πηγές Μύλων ή Λέρνης Είναι γνωστές από αρχαιοτάτων χρόνων και
- αναβλύζουν σε ύψος 50cm από την επιφάνεια της θάλασσας, με παροχή που φτάνει τα 1,5m3/sec
- Πηγές Κρόης Αναβλύζουν σε απόσταση περίπου 500m από τις πηγές Λέρνης και σε υψόμετρο 2,5m. Η μέση παροχή τους φτάνει τα 0,20m3/sec και στις μέρες μας τροφοδοτούν την ύδρευση του Ναυπλίου.
- Πηγή Κεφαλαρίου Βρίσκεται ΝΔ της πόλης του Άργους σε υψόμετρο 25,5m και αναβλύζει από ρωγμές ασβεστόλιθων. Ο ασβεστόλιθος βρίσκεται σε επαφή με τον παλαιότερο στρωματογραφικά φλύσχη, ο οποίος καταλαμβάνει ένα φράγμα που κατευθύνεται από Β προς Ν, ώστε η στάθμη των υδάτων να ανέρχεται και να σχηματίζει τις πηγές του Ερασίνου ποταμού. Η παροχή της πηγής παρουσιάζει μεγάλες διακυμάνσεις, με τιμές από 0‐6,68m3/sec (για παρατηρήσεις επί 40έτιας).
- Πηγή Μηλιώνη Υδρεύεται ο οικισμός Φύχτια
- Πηγή των Μυκηνών Μικρής παροχής πηγή που υδρεύει τις Μυκήνες
- Πηγές Νεοχωρίου, Καπαρέλι και Δούκα Πηγές μικρής παροχής (0,07m3/sec) Δ και ΝΔ του οικισμού Λύρκεια που τροφοδοτούν τον Ίναχο και υδρεύουν τους οικισμούς Λύρκεια και Στέρνα
- Λοιπές πηγές Μικρότερης σημασίας πηγές απαντούν στα όρη Στεφάνι, Αγ. Δημητρίου, Αγιονόρι.
Η τροφοδοσία των πηγών γίνεται κυρίως από Αρκαδία (λίμνη Τάκα, Κανδήλα) και Κορινθία (Στυμφαλία). Η Κανδήλα έχει σχεδόν αποστραγγιστεί με αποτέλεσμα την μείωση των νερών του Κεφαλαρίου, το οποίο συνεχίζει να τροφοδοτείται με τα περισσεύματα των νερών της Στυμφαλίας από όπου τροφοδοτείται και η Σκοτεινή.
Η υδροδότηση της Κορίνθου πριν μερικά χρόνια από την Στυμφαλία καθώς και η εγκαθίδρυση μονάδων εμφιάλωσης νερού, ίσως έχουν συμβάλει και στην μείωση των υδάτων προς την Αργολίδα. Σήμερα, πέρα από τα έργα στην περιοχή της Στυμφαλίας που έχουν ενταχθεί στο ΕΣΠΑ από τον Δήμο Συκιωνίων, σύμφωνα με πληροφορίες ο Δήμος Κορινθίων σκέπτεται την κατασκευή παράλληλου αγωγού στον ήδη υπάρχοντα για την υδροδότηση των τοπικών κοινοτήτων του. Παράλληλα από τα νερά της Στυμφαλίας εταιρία εμφιάλωσης προγραμματίζει την δημιουργία εργοστασίου «Μεταλλικού νερού». Από πλευράς Αργολίδας, προφανώς λόγω φιλίας με τους αυτοδιοικητικούς της Κορινθίας και από έλλειψη διορατικότητας ή ανικανότητας, δεν έχει υπάρξει κανένα ενδιαφέρον για τα όσα συμβαίνουν στην Στυμφαλία. Η μοναδική αντίδραση που υπήρξε ήταν πριν πολλά χρόνια από την τότε βουλευτή Αργολίδας της ΝΔ Έλσα Παπαδημητρίου και η οποία είχε χαρακτηριστεί «ανεπιθύμητη από τους Κορίνθιους, όταν είχε διαφωνήσει με τον πρώτο αγωγό της Κορίνθου.
Φυσική προστασία από την υφαλμύρωση
Η Αργολική φύση προνόησε με τους υγροτόπους και τον Ερασίνο να προστατευτεί. Δεν μπορούσε όμως να προνοήσει και τις επιπτώσεις που θα της επέφερε ο ίδιος ο Άνθρωπος. Οι τεταρτογενείς αλλουβιακές αποθέσεις της περιοχής, ευνοούν την ανάπτυξη υδροφόρων οριζόντων. Στην παράκτια ζώνη, η στάθμη του υδροφόρου ορίζοντα βρίσκεται στο ίδιο ύψος με τη στάθμη της θάλασσας (Δ.Ε.Υ.Α.ΑΡ, 1999). Η Τύρφη που σχηματίζεται εμποδίζει την διείσδυση θαλασσινού νερού μετατρέποντας τον Ερασίνο και τον βάλτο του Άργους (Τημένιο) σε μεγάλο ανάχωμα προστασίας από την υφαλμύρωση. Τόσο η ανθρώπινη δραστηριότητα, όσο και οι βλέψεις «αξιοποίησης» του βάλτου και του Ερασίνου, τόσο από την Περιφερειακή διοίκηση όσο και από τον Δήμο του Άργους- Μυκηνών, θα οδηγήσουν στην καταστροφή του φυσικού αυτού αναχώματος και στην προώθηση της υφαλμύρωσης.
Σημαντικό είναι να εφαρμοστούν οι ΖΟΕ στην περιοχή αντί να αναζητείται τρόπος καταστρατήγησής τους.
Προστατευτικά θα μπορούσε να εφαρμοστεί και ένα σχέδιο διαχείρισης, τόσο των νερών ύδρευσης όσο και της άρδευσης. Στην Αργολίδα εκτιμάται ότι η κατανάλωση νερού στη γεωργία φθάνει το 92% των χρησιμοποιούμενων υδατικών πόρων (ποσοστό πολύ μεγαλύτερο του εθνικού μέσου όρου) και πιθανόν σ’ αυτό δε συνυπολογίζονται οι τεράστιες ποσότητες νερού που αντλούνται το χειμώνα για παγοπροστασία, αποκλειστικά από υπόγεια ύδατα. Τεράστιες ποσότητες νερού που θα ήταν χρήσιμες κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.