Χωρίς ναυαγοσώστες κινδυνεύουν να μείνουν φέτος οι οργανωμένες παραλίες της Αργολίδας, αλλά και όλης της Ελλάδας, μιας χώρας η οποία αν και διαθέτει 13.676 χιλιόμετρα ακτογραμμής, θρηνεί ετησίως περί τα 400 θύματα από πνιγμό.
Αιτία είναι η απόφαση της κεντρικής διοίκησης να μεταφέρει στους Δήμους πρόσθετες αρμοδιότητες και απαιτήσεις «ξεχνώντας» όμως για άλλη μια φορά να τις συνοδεύσει με τους απαραίτητους πόρους γι αυτό.
Οι αλλαγές και τα προβλήματα
Από τη μία χρονιά στην άλλη διπλασιάστηκαν οι απαιτήσεις που απορρέουν από το τελευταίο αναθεωρημένο Προεδρικό Διάταγμα για τη ναυαγοσωστική κάλυψη με τα σχετικά κόστη να εκτοξεύονται από τα 8,5 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία μετά βίας οι δήμοι εγγράφουν στους προϋπολογισμούς τους, στα 21 εκατομμύρια και μάλιστα με κίνδυνο αυτά να βαίνουν αυξανόμενα χρόνο με το χρόνο.
Αποτέλεσμα είναι οι 143 παράκτιοι δήμοι της χώρας να αδυνατούν να καλύψουν το κόστος και ενώ βρισκόμαστε ήδη στα μέσα Απριλίου να μην έχουν ξεκινήσει καν οι διαγωνιστικές διαδικασίες για το σκοπό αυτό. Είναι χαρακτηριστικό ότι δήμοι που προϋπολόγιζαν ποσά 160.000 ή 170.000 ευρώ γι αυτό το σκοπό έως τώρα, με τις νέες απαιτήσεις θα χρειαστούν περί τα 400.000 ευρώ. Μόνο η Κέρκυρα υπολογίζει ότι το απαιτούμενο ποσό με τις νέες ρυθμίσεις θα αγγίξει ποσό 900.000 – 1 εκατομμυρίου ευρώ.
Τα προβλήματα είχαν ξεκινήσει ήδη από το 2018 όταν με το προηγούμενο Π.Δ. είχαν αυξηθεί οι υποχρεώσεις των δήμων, οι οποίοι με δυσκολίες κατάφεραν να αντεπεξέλθουν. Με το νέο Π.Δ. 71 του 2020 όμως τα κόστη εκτοξεύτηκαν καθώς:
- μειώθηκε στα 200 από 300 μέτρα η απόσταση μεταξύ δύο ναυαγοσωστικών σταθμών.
- Διαφοροποιήθηκε ο απαραίτητος εξοπλισμός, ο οποίος πλέον πρέπει να περιλαμβάνει λέμβους ακόμα και jet ski.
- Αλλαξε η σύνθεση της επιτροπής, η οποία επιλέγει τις πολυσύχναστες παραλίες που χρήζουν ναυαγοσωστικής κάλυψης και ο εκπρόσωπος της οικείας Περιφέρειας αντικαταστάθηκε από τοπικό ιατρό με αποτέλεσμα, σύμφωνα με τους δημάρχους, αυτό να έχει οδηγήσει σε πολλαπλασιασμό των πολυσύχναστων παραλιών.
Το ζήτημα συζητήθηκε εκτενώς κατά τη συνεδρίαση του Δ.Σ. της ΚΕΔΕ, με τους ενδιαφερόμενους δημάρχους αλλά και τον πρόεδρο της ΚΕΔΕ, Δημήτρη Παπαστεργίου να επισημαίνουν ότι η κυβέρνηση αν και είχε δεσμευτεί ότι θα κάλυπτε τα πρόσθετα κόστη, έως τώρα δεν έχει προβεί σε καμία ενέργεια.
Τα κόστη για τους δήμους
Σύμφωνα με τη μελέτη που έχει γίνει για λογαριασμό των παράκτιων δήμων, το μέσο κόστος ενός ναυαγοσωστικού σταθμού κυμαίνεται ανάλογα με το δήμο και τις τιμές της μίσθωσης από 4.400 έως 5.200 ευρώ.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, οι ναυαγοσώστες στην Ελλάδα είναι αυτή τη στιγμή είδος εν ανεπαρκεία. Σήμερα υπολογίζεται ότι οι ενεργοί ναυαγοσώστες είναι περίπου 1.200, ενώ την ίδια στιγμή οι σχολές είναι κλειστές λόγω κορωνοϊού.
Παρά τις μέχρι στιγμής συζητήσεις, πάντως, έως τώρα το μοναδικό στοιχείο που φαίνεται να υπάρχει στο τραπέζι είναι μία ας το πούμε διευκόλυνση στους δήμους μεσω της μετάθεσης της ναυαγοσωστικής περιόδου από την 1η Ιουνίου στην 1η Ιουλίου, η οποία όμως θα είναι παράλληλα και μια έκπτωση στην ασφάλεια δεδομένου ότι η κολυμβητική περίοδος θα έχει ξεκινήσει και οι κίνδυνοι για τους λουόμενους θα ελλοχεύουν ανεξαρτήτως υπουργικών αποφάσεων και ημερολογιακής ημέρας.
Τέλος οι Γαλάζιες Σημαίες
Η έλλειψη ναυαγοσωστών αναμένεται να έχει και παράπλευρες απώλειες στο τουριστικό προϊόν της χώρας, η Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει δεκάδες, ίσως και όλες τις γαλάζιες σημαίες που κάθε χρόνο κερδίζει για τις ακτές της.
Για τους λόγους αυτούς η ΚΕΔΕ ζητεί από τον υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Γιάννη Πλακιωτάκη και την κυβέρνηση, «να αποδεχθεί άμεσα το δίκαιο, εύλογο και νόμιμο αίτημα της ΚΕΔΕ, όπως εξ’ αρχής είχε δεσμευτεί, για κάλυψη ή συμμετοχή του Κράτους στην υπερβολική δαπάνη ναυαγοσωστικής κάλυψης για το έτος 2021, ώστε οι Δήμοι να είναι σε θέση εγκαίρως να προβούν σε όλες τις ενδεδειγμένες ενέργειες που θα διασφαλίσουν την υλοποίηση της ναυαγοσωστικής πολιτικής για το έτος 2021».
Σε αντίθετη περίπτωση, ζητεί την αναστολή ισχύος διατάξεων του π.δ. 71/2020, μέχρις ότου εξασφαλισθούν οι επαυξημένοι αναγκαίοι πόροι για την υλοποίηση των πρόσθετων προβλέψεων και οικονομικών υποχρεώσεων που θα αναλάβουν οι Δήμοι για την ναυαγοσωστική κάλυψη των ακτών, ενώ σε κάθε περίπτωση θεωρεί απαραίτητη την άμεση ενημέρωση του Πρωθυπουργού για το θέμα.
Τι λένε οι ναυαγοσώστες
Αναποτελεσματικό, ακριβό και άστοχο χαρακτηρίζει το Προεδρικό Διάταγμα η Ενωση Αθλητικής Ναυαγοσωστικής Ελλάδας σε επιστολή της προς τον κ. Πλακιωτάκη αναγνωρίζοντας, πάντως, πολιτική βούληση για την προστασία της δημόσιας υγείας.
Η Ενωση σημειώνει ότι το 74% του συνολικού αριθμού των πνιγμών συμβαίνει στις μη οργανωμένες (65%) και στις παραλίες που είχε σχολάσει ο ναυαγοσώστης (9%) «άρα η εφαρμογή του Π.Δ. ωθεί σε οικονομική εξόντωση κυβέρνηση, δήμους και όσες σχολές ναυαγοσωστικής ασχολούνται μόνο με την εκπαίδευση για να αντιμετωπίσει μόνο το 26% του προβλήματος».
Στην επιστολή το Π.Δ. χαρακτηρίζεται επίσης «ακριβό» δεδομένου ότι υποχρεώνει σε δαπάνη εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ για την εκμίσθωση ταχύπλοων σκαφών, ενώ «ένας άνθρωπος που δε γνωρίζει κολύμπι δεν έχει τη δύναμη να φτάσει στα βαθιά και μετά να αρχίσει να πνίγεται» τονίζουν οι ναυαγοσώστες. Προσθέτουν μάλιστα ότι το 55% των πνιγμών συμβαίνει στα πρώτα 3 μέτρα, όταν το βάθος ξεπερνά το ύψος ενός ανθρώπου, το 90% στα πρώτα 10 μέτρα και σπάνια στα 50 μέτρα ή μακρύτερα από την ακτή.
Πνιγμοί στην Ελλάδα
Στη χώρα μας περίπου 400 άνθρωποι χάνουν την ζωή τους από πνιγμό ετησίως τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με τα στοιχεία που είχε δημοσιοποιήσει το ΚΕΕΛΠΝΟ. Η αναλογία αντρών γυναικών που πεθαίνουν από πνιγμό είναι 3:1, ενώ περίπου 10 παιδιά και έφηβοι χάνουν τη ζωή τους με αυτόν τον τρόπο ανά έτος.
Η Ελλάδα κατέχει την 6η θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 28 κρατών – μελών με 2,1 πνιγμούς ανά 100.000 κατοίκους και την 39η μεταξύ 116 χωρών (Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας 2014), ενώ τα χαμηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη καταγράφουν η Μάλτα με 0,4 πνιγμούς ανά 100.000 κατοίκους και η Ιταλία και Ολλανδία με 0,5. Σε κάθε θανατηφόρο κρούσμα, υπολογίζεται ότι αντιστοιχούν 4 – 20 μη θανατηφόροι πνιγμοί με δυσμενείς και δυνητικά μακροχρόνιες συνέπειες όχι μόνο στην υγεία αλλά και με σοβαρές οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις στον πάσχοντα, στην οικογένειά του, στους υπεύθυνους λουτρικών εγκαταστάσεων και στους ναυαγοσώστες.
Τα περισσότερα θύματα, πνίγονται σε απόσταση 10 μέτρων και σπανίως σε απόσταση μεγαλύτερη από 50 μέτρα από την στεριά, ενώ οι πιο επικίνδυνες ώρες του 24ώρου, είναι οι μεσημεριανές. Η ομάδα με την μεγαλύτερη θνησιμότητα είναι άντρες 20 – 24 ετών. Άτομα υψηλού κινδύνου θεωρούνται εκείνα των ακραίων ηλικιών (δηλαδή 0 – 5 ετών και ηλικιωμένοι), όσοι έχουν ριψοκίνδυνη συμπεριφορά μέσα και γύρω από το νερό, όσοι δεν ξέρουν κολύμπι, όσοι γνωρίζουν μεν κολύμπι αλλά υπερεκτιμούν τις δυνάμεις τους, και όσοι καταναλώνουν αλκοόλ ή ναρκωτικά.