Ριζικές αλλαγές σχεδιάζει η κυβέρνηση στο επίδομα ανεργίας του ΟΑΕΔ καθώς, στόχος είναι το επόμενο διάστημα να συνδεθεί με την κατάρτιση του ανέργου η οποία θα του δώσει τα κατάλληλα εφόδια για είσοδο στην αγορά εργασίας.
Το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και ο ΟΑΕΔ αναμένεται να προχωρήσουν το επόμενο διάστημα στην αξιολόγηση των δεδομένων, προκειμένου οι άνεργοι να μην λαμβάνουν απλά ένα επίδομα για έως 12 μήνες, αλλά να τους δίνεται κίνητρο επανένταξης στην αγορά εργασίας.
Οι τροποποιήσεις στην καταβολή του επιδόματος ανεργίας θα συνδυαστούν με τις αλλαγές που προωθούνται στα προγράμματα κατάρτισης. Αλλαγές στο επίδομα ανεργίας αναφέρονταν και στην έκθεση Πισσαρίδη.
Ειδικότερα στο Σχέδιο Ανάκαμψης περιλαμβάνονται δύο δράσεις που αφορούν στην ανεργία σε συνδυασμό με τα προγράμματα επιδοτούμενης απασχόλησης και κατάρτισης:
– η μεταρρύθμιση των παθητικών πολιτικών για την αγορά εργασίας, που αποσκοπεί στη βελτίωση της κάλυψης και της δίκαιης κατανομής των παροχών ανεργίας. Διασφαλίζει την ενεργητική αναζήτηση εργασίας από την πλευρά των επωφελουμένων από τα επιδόματα ανεργίας, δίνει οικονομικά κίνητρα για την ταχύτερη επάνοδο στην αγορά εργασίας και μειώνει τα αντικίνητρα συμμετοχής σε προγράμματα κατάρτισης και επανακατάρτισης. Στόχος η ενίσχυση του δικτύου κοινωνικής ασφάλειας και η προώθηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας και η βελτίωση της αποτελεσματικότητας των προγραμμάτων κοινωνικής προστασίας (κόστος162.000 ευρώ).
– ο ανασχεδιασμός του χαρτοφυλακίου των ενεργών πολιτικών, καθώς και σημαντικές επενδύσεις σε προγράμματα επιδοτούμενης απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα για άνεργους (απόκτηση εργασιακής εμπειρίας μέσω ορισμένου χρόνου αμειβόμενης πλήρους απασχόλησης), καθώς και ειδικά προγράμματα απασχόλησης για περιοχές μετάβασης (απολιγνιτοποίησης), περιοχές με προβλήματα αποβιομηχάνισης και περιοχές με μεγάλα ποσοστά εποχικής απασχόλησης (κόστος 479.000 ευρώ).
Ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Κωστής Χατζηδάκης έχει αναφέρει πως θα αναθεωρηθεί ο τρόπος που αντιμετωπίζεται το επίδομα ανεργίας. Στόχος είναι οι άνεργοι να μπαίνουν στην αγορά εργασίας και όχι να λαμβάνουν ένα επίδομα ανεργίας.
Γι αυτό το λόγο μελετούνται αλλαγές στις προϋποθέσεις χορήγησης, στον χρόνο καταβολής του και στην σύνδεση του με την κατάρτιση. Εξάλλου επιδόματα ανεργίας με βάση το 6μηνο και στροφή του ΟΑΕΔ σε “ενεργητικές πολιτικές”, προβλέπει και η έκθεση Πισσαρίδη.
Τα βασικά σημεία των αλλαγών εστιάζονται στην μεγαλύτερη εμπλοκή του ιδιωτικού τομέα στην επαγγελματική κατάρτιση, αλλά και σε αλλαγές στον τρόπο χορήγησης επιδομάτων με βάση το 6μηνο και όχι το 12μηνο που ισχύει σήμερα.
Ειδικά για το επίδομα ανεργίας που θα χορηγείται από τον ΟΑΕΔ, η Επιτροπή Πισσαρίδη προτείνει να αλλάξει ο τρόπος υπολογισμού του και κατά βάση να χορηγείται επί ένα 6μηνο με την προϋπόθεση της συμμετοχής του ανέργου σε προγράμματα κατάρτισης. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει προκρίνει «το επίδομα ανεργίας να μην είναι σταθερό και συνδεδεμένο με τον κατώτατο μισθό αλλά με τις προηγούμενες αμοιβές του ανέργου. Το επίδομα ανεργίας προτείνουμε όπως οριστεί στο 55% του μέσου μηνιαίου μισθού του ανέργου στα προηγούμενα 3 έτη με ανώτατο όριο επιδόματος τα 1200 ευρώ (το επίπεδο του μέσου μηνιαίου μισθού των πλήρως απασχολούμενων τον Ιανουάριο του 2020 σύμφωνα με τα στοιχεία του 151 ΕΦΚΑ)». Διευκρινίζει όμως πως πρέπει «η διάρκεια του αυξημένου επιδόματος να είναι στους έξι μήνες, αντί για δώδεκα μήνες που είναι τώρα, και να πληρώνεται υπό την προϋπόθεση ότι ο άνεργος αναζητά ενεργά εργασία ή συμμετέχει σε προγράμματα κατάρτισης». Στην συνέχεια σημειώνει ότι «αν ο άνεργος μετά τους έξι μήνες παρά τις ενεργές προσπάθειες για εύρεση εργασίας δεν έχει βρει δουλειά, θα λαμβάνει για διάστημα έως έξι μήνες ή έως ότου βρει δουλειά, αν αυτό συμβεί νωρίτερα, το επίδομα ανεργίας στο επίπεδο που είναι σήμερα, δηλ. στο 55% του κατώτατου μισθού». Το πώς πρακτικά θα εφαρμοστεί αυτή η κατεύθυνση της Έκθεσης Πισσαρίδη αφορά την νομοθεσία που θα υπάρξει και το αν θα ενσωματωθεί σε αυτή το σύνολο της πρότασης ή το πρώτο τμήμα της. Αυτό συναρτάται σε σημαντικό βαθμό από τις οικονομικές δυνατότητες του ΟΑΕΔ, οι οποίες πάντα σχετίζονται με την συνολική δυνατότητα της οικονομίας.
Όπως καταγράφεται στο κείμενο της έκθεσης προκρίνονται οι «ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης» έναντι των «μη ενεργητικών». Δηλαδή η επιδότηση των επιχειρήσεων για προσλήψεις εργαζομένων αντί για την καταβολή επιδομάτων ανεργίας. Όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά στην έκθεση πρέπει να υπάρξει «εξορθολογισμός των μη ενεργητικών πολιτικών για την αγορά εργασίας». Πιο συγκεκριμένα υποστηρίζεται πως «κατά τη διάρκεια της δεκαετούς οικονομικής κρίσης δόθηκε έμφαση στις μη ενεργητικές πολιτικές. Αν και δεν υπήρξε άμεση αύξηση του επιδόματος ανεργίας, οι εγγεγραμμένοι άνεργοι μπορούσαν να επωφεληθούν από μια σειρά επιδοτήσεων. Αυτά τα μέτρα ήταν απαραίτητα για την αντιμετώπιση των οικονομικών δυσχερειών όσων έχασαν τη δουλειά τους. Οι πολιτικές αυτές δεν συνοδεύθηκαν όμως με ενεργητικές πολιτικές, όπως αυτές που προτείνονται παραπάνω, ώστε να φέρουν τους ανέργους στην αγορά εργασίας. Επιπλέον, είναι κρίσιμο να διασφαλίζεται ότι η δομή του συστήματος παροχών δεν λειτουργεί ως αντικίνητρο για την εργασία». Αξίζει να σημειωθεί πως την περίοδο των μνημονίων αυτή η τελευταία αναφορά αποτέλεσε και την αφετηριακή θέση για την μείωση του ποσού αλλά και των όρων παροχής των επιδομάτων.