Οι αλματώδεις εξελίξεις στην τεχνολογία, η αυξανόμενη πρόσβαση στο διαδίκτυο, η τεχνητή νοημοσύνη, η ψηφιακή οικονομία ήταν βέβαιο ότι θα επηρεάσουν δραστικά το μέλλον της εργασίας.
Η υγειονομική κρίση, όμως, επιτάχυνε τις εξελίξεις και το μέλλον της εργασίας φαίνεται ότι είναι ήδη παρόν.
Ανάμεσα στις νέες μορφές «άτυπης» εργασίας που εφαρμόζονται και απειλούν να επηρεάσουν καθοριστικά την εργασιακή κανονικότητα, διακριτή θέση έχουν η εργασία μέσω ψηφιακής πλατφόρμας και η τηλεργασία.
1. Gig Economy και εργασία σε ψηφιακές πλατφόρμες
Η «gig economy» ορίζεται ως μια οικονομία όπου οι ψηφιακές τεχνολογίες επιτρέπουν σε ομάδες προσώπων να συνεργαστούν γύρω από ένα συγκεκριμένο project – όχι μόνο στην ίδια χώρα αλλά και διασυνοριακά – αναλαμβάνοντας μεγαλύτερα ή μικρότερα κομμάτια εργασιών για την ολοκλήρωσή του. Κεντρικό εργαλείο τηςείναι οι ψηφιακές πλατφόρμες.
Η εργασία σε αυτές βασίζεται σε μια λογική «ψηφιακού Τεϊλορισμού», με την έννοια ότι οι εργαζόμενοι καλούνται να αναλάβουν μικρά επιμέρους κομμάτια (gigs) μιας ολοκληρωμένης εργασίας (λ.χ. για την ανάπτυξη λογισμικού, για τη μετάφραση ενός βιβλίου) μέσα από σκληρό ανταγωνισμό μεταξύ τους που επικεντρώνεται στην τιμή, στις προθεσμίες αλλά και στην ελαχιστοποίηση ελαττωμάτων στα παραδοτέα.
Οι εργαζόμενοι στις ψηφιακές πλατφόρμες αντιμετωπίζονται κατά κανόνα ως «ελεύθεροι συνεργάτες – αυτοαπασχολούμενοι μικροεργολάβοι» και πληρώνονται με το κομμάτι/ανά έργο, αντί να έχουν μια κανονική σχέση εξαρτημένης/μισθωτής εργασίας.
Όσο συσσωρεύουν καλές αξιολογήσεις (ratings) τόσο λαμβάνουν ολοένα και περισσότερα κομμάτια εργασίας (gigs). Για ολοκληρωμένες εργασίες, ο εργαζόμενος λαμβάνει πόντους εμπειρίας που του επιτρέπουν να ανέβει – όπως σε ένα βιντεοπαιχνίδι – και με τη σειρά του να έχει πρόσβαση σε περισσότερες εργασίες.
Η διαχείριση βέβαια γίνεται κατά κύριο λόγο από αλγορίθμους, οι οποίοι δεν γνωρίζουν από Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, Εργατικό Δίκαιο, ελάχιστες αμοιβές, ασφαλιστικές εισφορές και δικαιώματα ανάπαυσης.
Πρόκειται, λοιπόν, για μια υπερευέλικτη απασχόληση κυρίως υψηλά καταρτισμένων εργαζόμενων, η οποία δεν εγγυάται σταθερότητα εργασίας και εισοδήματος, δεν καλύπτει κοινωνική ασφάλιση και δεν διασφαλίζει βασικά εργασιακά δικαιώματα όπως συγκεκριμένες άδειες μετ’ αποδοχών ή εκπαίδευση με κάλυψη του κόστους από τον εργοδότη.
Εάν λάβουμε υπόψη και τη δυνατότητα των επιχειρήσεων να εξωτερικεύουν εργασίες σε τρίτους, με την αξιοποίηση ακόμα και διασυνοριακών ψηφιακών πλατφορμών, η έλλειψη ρύθμισης του εργασιακού καθεστώτος αυτών των εργαζόμενων αποτελεί την επιτομή του εργασιακού dumping που απειλεί να υποβαθμίσει τις αμοιβές και τα εργασιακά δικαιώματα των «κανονικά εργαζόμενων».
Στο εργασιακό περιβάλλον της ψηφιακής πλατφόρμας λείπουν οι κατά πρόσωπο ανθρώπινες επαφές και αλληλεπιδράσεις, οι οποίες είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη του αισθήματος ότι οι εργαζόμενοι ανήκουν στην ίδια κοινότητα. Επικρατεί, αντίθετα, η λογική «ο καθένας για τον εαυτό του», η οποία είναι πραγματική βόμβα στα θεμέλια της ενότητας και της αλληλεγγύης, που αποτελούν διαχρονικές αξίες συνοχής και συλλογικής ισχύος για τους εργαζόμενους.
Υπάρχουν, παράλληλα, σοβαρές ενδείξεις ότι:
- η συνεχής παρακολούθηση από την πλατφόρμα και οι αυτοματοποιημένες τεχνικές διαχείρισης συμβάλλουν σε έναν ολοένα και πιο έντονο ρυθμό εργασίας, περιορίζοντας τις δυνατότητες των εργαζομένων να αντιδρούν σε περιπτώσεις αυθαιρεσίας,
- ενθαρρύνεται μια νοοτροπία διαθεσιμότητας «πάντα και παντού», χωρίς ωράριο που λειτουργεί κατάφωρα σε βάρος της προσωπικής, της οικογενειακής ζωής και του ελεύθερου χρόνου των εργαζομένων,
- δουλεύοντας από απόσταση και συνήθως από το σπίτι, υπό έντονους εργασιακούς ρυθμούς, οι εργαζόμενοι είναι πιο πιθανό να βιώσουν απομόνωση, έντονο εργασιακό άγχος και να υποφέρουν από εξάντληση, κατάθλιψη και άλλα ψυχοσωματικά προβλήματα.
Τα περισσότερα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν διαθέτουν σαφείς ρυθμίσεις για την εργασία μέσω ψηφιακής πλατφόρμας. Παρόλο που υπάρχουν περιπτώσεις πλατφορμών που προσφέρουν συμβάσεις εργασίας, οι περισσότερες θεωρούν τους εργαζόμενους ως αυτοαπασχολούμενους ακόμη και όταν η οικονομική τους ανεξαρτησία είναι εμφανέστατα περιορισμένη.
Για αυτό σήμερα αποτελεί αντικειμενική προτεραιότητα, στην Ε.Ε. και διεθνώς η μεγαλύτερη εργασιακή διαφάνεια και η κατάλληλη ρύθμιση της εργασίας σε πλατφόρμες, με:
– αποσαφήνιση της εργασιακής κατάστασης αυτών των εργαζόμενων, με αναγνώριση της ιδιότητάς τους ως μισθωτών, με όλα τα ανάλογα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα,
– αντιμετώπιση των ειδικών αναγκών αυτών των εργαζόμενων για συλλογική προστασία, υγιεινή και ασφάλεια, αποτροπή απομόνωσης, έλεγχο χρόνου εργασίας κλπ,
– διασυνοριακές πρωτοβουλίες και μέτρα αποτροπής του διασυνοριακού κοινωνικού dumping από ψηφιακές πλατφόρμες που λειτουργούν χωρίς ελάχιστα εργασιακά δικαιώματα.
2. Τηλεργασία
Η τηλεργασία είναι μια μορφή εργασίας από απόσταση που έγινε πρόσφατα ευρύτερα γνωστή στη χώρα μας. Αναπτύχθηκε ραγδαία, κυρίως ως μέτρο αντιμετώπισης της υγειονομικής κρίσης, αλλά υπάρχουν ενδείξεις ότι σε μεγάλο βαθμό, παρά το γεγονός ότι αποτελεί έκτακτη λύση, «ήλθε για να μείνει».
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, το 40% των εργαζομένων δηλώνουν ότι έχουν εργαστεί με τηλεργασία στην διάρκεια της πανδημίας. Παράλληλα, εμφανίζονται να αξιολογούν αρνητικά την ταχεία ανάπτυξη της τηλεργασίας σε σχέση με την επαγγελματική τους εξέλιξη, την εξέλιξη της αμοιβής τους, τις ώρες εργασίας τους, τα εργασιακά τους δικαιώματα, την προσωπική ζωή και την ψυχική τους ισορροπία.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, πολλές εταιρείες ανακοινώνουν εκτεταμένες πολιτικές εργασίας από το σπίτι, μερικές μάλιστα αποφασίζουν να επιτρέψουν στους εργαζομένους να εργάζονται μόνιμα από το σπίτι. Το Twitter και το Facebook είναι παραδείγματα εταιρειών που ανακοίνωσαν δημόσια μια μετάβαση μεσοπρόθεσμα σε μόνιμη τηλεργασία.
Άλλες, αντίθετα, εξακολουθούν να προτιμούν την επιστροφή και τη φυσική παρουσία στο γραφείο, γιατί βοηθά στην ανάπτυξη συνεργατικότητας, απόκτησης εμπειρίας και διαπροσωπικών σχέσεων, που είναι απαραίτητες για την επιχειρησιακή κουλτούρα, απόδοση και συνοχή.
Σύμφωνα με μελέτη του Eurofound, στις χώρες της Ε.Ε. ένα σημαντικό ποσοστό των εργαζομένων με τηλεργασία, εργάζεται και πέρα από τον προβλεπόμενο χρόνο εργασίας. Παρατεταμένα, ασταθή και παράτυπα ωράρια εργασίας σε συνδυασμό με την κατ’ οίκον εργασία δημιουργούν συνθήκες σημαντικής αλληλοεπικάλυψης της επαγγελματικής και της προσωπικής ζωής, σε βάρος της τελευταίας.
Μελέτες δείχνουν, επίσης, ότι το εργασιακό περιβάλλον της τηλεργασίας συσχετίζεται με:
- υψηλό αριθμό αρνητικών επιπτώσεων στην υγεία, όπως άγχος και κούραση εξαιτίας της σχεδόν συνεχούς ψηφιακής διαθεσιμότητας και των υψηλών επιπέδων έντασης εργασίας,
- αίσθημα απομάκρυνσης και απομόνωσης από την εργασία,
- επιβάρυνση του εργαζόμενου με μέρος ή και το σύνολο του λειτουργικού κόστους που ανήκει στον εργοδότη,
- σοβαρά θέματα ιδιωτικότητας και ασφάλειας των προσωπικών δεδομένων του εργαζόμενου.
Τα ζητήματα επικαιροποίησης και βελτίωσης του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου για την Τηλεργασία είναι πολλά και απαιτούν κατάλληλες νομοθετικές παρεμβάσεις και συμφωνίες των κοινωνικών εταίρων, μέσα από συλλογικές διαπραγματεύσεις, όπως ήδη γίνεται στην Ευρώπη. Παράλληλα απαιτούν έλεγχο της εφαρμογής τους.
Απαιτούν, επιπρόσθετα, κατάλληλες πρωτοβουλίες από την Ε.Ε. Πρόσφατα το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κάλεσε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προχωρήσει σε νομοθετική παρέμβαση – Οδηγία για το δικαίωμα αποσύνδεσης του εργαζόμενου (δηλαδή το δικαίωμά του να κλείνει τον υπολογιστή και το κινητό του εκτός ωρών και ημερών εργασίας και να μην είναι υποχρεωμένος να απαντά σε αντίστοιχες κλήσεις ή μηνύματα του εργοδότη), διασφαλίζοντας δίκαιους όρους εργασίας και ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής ζωής και ιδιωτικής ζωής.
3. Η αναγκαία θεσμική – συλλογική αντιμετώπιση.
Διαφαίνεται, πλέον, η συνειδητοποίηση των προβλημάτων και η διάθεση να μπουν περιορισμοί που να μειώνουν την ανασφάλεια των εργαζόμενων σε αυτές τις νέες μορφές εργασίας.
Στην Ευρώπη γίνεται συντονισμένη προσπάθεια για να αποκτήσουν οι εργαζόμενοι σε πλατφόρμες εργασιακά δικαιώματα, με πρωτοβουλία των συνδικάτων και των προοδευτικών συλλογικοτήτων. Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε πρόσφατα να προχωρήσει σε ένα πρώτο στάδιο διαβουλεύσεων με τους κοινωνικούς εταίρους, με στόχο, μέχρι το τέλος του έτους, να ολοκληρωθεί η νομοθετική της πρωτοβουλία για τη βελτίωση της εργασίας στις πλατφόρμες.
Το Ομοσπονδιακό Εργατικό Δικαστήριο της Γερμανίας έκρινε, στα τέλη του περασμένου έτους, ότι ένας εργαζόμενος σε πλατφόρμα ήταν πράγματι εξαρτημένος/μισθωτός, παρά τον αντίθετο ισχυρισμό της πλατφόρμας, μετά από προσφυγή του εργαζόμενου κατά της πλατφόρμας με τη βοήθεια του σωματείου IG Metall. Ήταν μια πρωτοποριακή απόφαση και η συλλογιστική του δικαστηρίου δείχνει ότι θα έχει ευρύτερο αντίκτυπο.
Αντίστοιχα, το Ανώτατο Δικαστήριο του Ηνωμένου Βασιλείου αποφάσισε πρόσφατα ομόφωνα υπέρ των εργαζομένων στην πλατφόρμα Uber, ύστερα από προσφυγή και μια εξαετή δικαστική διαμάχη ορισμένων οδηγών από το App Drivers and Couriers Union (ADCU).
Οι σημαντικές αυτές αποφάσεις ρίχνουν φως στην σκιώδη ψηφιακή αγορά εργασίας και αναιρούν την υποτιθέμενη «αυτοαπασχόληση» των εργαζομένων σε πλατφόρμες.
Η πλήρης και αποτελεσματική ρύθμιση των νέων άτυπων μορφών εργασίας όπως η τηλεργασία, η εργασία μέσω πλατφόρμας κλπ., τόσο από το νομοθέτη, μετά από ευρύ δημόσιο και κοινωνικό διάλογο, όσο και από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας που θα συμπληρώνουν και θα εξειδικεύουν το αντίστοιχο νομοθετικό πλαίσιο, είναι σήμερα επιτακτική.
Σε εθνικό επίπεδο απαιτούνται κατάλληλες νομοθετικές ρυθμίσεις που να αποτρέπουν το κοινωνικό ντάμπινγκ και τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στην οικονομία της ψηφιακής αγοράς, προστατεύοντας αποτελεσματικά τους εργαζόμενους της ψηφιακής εποχής.
Τα συλλογικά δικαιώματα των εργαζομένων σε αυτές τις νέες μορφές εργασίας είναι απαραίτητο άμεσα να ενισχυθούν.
Για αυτό χρειάζεται συντονισμένη δράση από τα συνδικάτα, για την αποτελεσματική διασφάλιση όλων των δικαιωμάτων τους. Παράλληλα, τα συνδικάτα πρέπει να αποκτήσουν πρόσβαση στους εργαζόμενους αυτούς, για να μπορούν να τους ενημερώνουν, να τους οργανώνουν και να τους στηρίζουν.
Οι Διεθνείς οργανώσεις και φορείς και ιδίως η Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουν επίσης σημαντικό ρόλο. Η εθνική ρύθμιση της εργασίας τελειώνει στα σύνορα. Οι νέες ψηφιακές δομές προσφέρουν εργασία ανεξάρτητα από την τοποθεσία που εργάζεται κάποιος. Του δίνουν μάλιστα τη δυνατότητα να βρίσκεται σε μια χώρα και να εργάζεται από απόσταση για λογαριασμό επιχείρησης σε άλλη χώρα.
Χρειάζονται λοιπόν σαφείς, Ευρωπαϊκές Οδηγίες που να προστατεύουν αποτελεσματικά τους εργαζόμενους των νέων αυτών μορφών εργασίας, να δεσμεύουν τους εργοδότες και να έχουν άμεση χρονικά ισχύ.
Είναι καίρια πολιτική, κοινωνική, συνδικαλιστική και νομική πρόκληση να διασφαλιστεί ότι κανείς εργαζόμενος δεν θα μείνει έξω από το αναγκαίο κανονιστικό πλαίσιο.
Η αντιμετώπιση όλων των παραπάνω ζητημάτων είναι προϋπόθεση για τη διασφάλιση μιας δίκαιης και αξιοπρεπούς μετάβασης στον νέο ψηφιακό κόσμο της εργασίας.
Πρέπει να υπάρξει ένα ισχυρό πλαίσιο που να διασφαλίζει ότι ο εργαζόμενος της ψηφιακής εποχής θα είναι ένας εργαζόμενος ασφαλής, επαρκώς καταρτισμένος, με αξιοπρεπείς αμοιβές και δικαιώματα.
Ο αγώνας προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να είναι συντονισμένος και συνεχής.