«Πρόδηλα άκυρη και παράνομη» χαρακτηρίζει η πλευρά του φυσικοθεραπευτή που εργαζόταν σε γηροκομείο της Γαστούνης την απόφαση της Ιεράς Μητρόπολης Ηλείας να απολυθεί επειδή αρνήθηκε, για δικούς του προσωπικούς λόγους, να εμβολιαστεί.
Η πλευρά του εργαζόμενου υποστηρίζει ότι «εφόσον δεν έχει νομοθετηθεί ο υποχρεωτικός χαρακτήρας του εμβολιασμού κατά της μετάδοσης του COVID-19, δεν μπορεί η άρνηση του εργαζόμενου, οποιασδήποτε ειδικότητας και κατηγορίας να καταλήγει αυτόματα στην απόλυσή του και μάλιστα, κατόπιν εκδικητικής, προειδοποιητικής, εξαναγκαστικής λήψης άδειας αναψυχής, χωρίς τη συναίνεση του εργαζόμενου».
Την περασμένη εβδομάδα, ο μητροπολίτης Ηλείας κ.κ. Γερμανός απέλυσε δύο εργαζόμενους στο Άσυλο Αναπήρων – Γηροκομείον «Παναγία η Καθολική» της Γαστούνης, υπαγόμενο στην Ιερά Μητρόπολης Ηλείας, οι οποίοι αρνήθηκαν να εμβολιαστούν.
Ο σεβασμιώτατος, αναφερόμενος στις απομακρύνσεις δύο εργαζομένων από το ίδρυμα «Παναγία Καθολική», είχε δηλώσει: «Ο εμβολιασμός είναι αναγκαίος. Ήδη πρέπει να σου πω ότι απολύσαμε χθες δύο εργαζόμενους από ίδρυμα της Ιεράς Μητροπόλεως , από το Γηροκομείο “Παναγία η Καθολική” στην Γαστούνη. Τους απολύσαμε γιατί ενώ πήγε το κλιμάκιο να κάνει εμβόλιο αυτοί οι δύο εργαζόμενοι είπαν “εμείς δεν κάνουμε”. Τους δώσαμε και 15 μέρες άδεια να πάνε για εμβολιασμό ή σε γιατρό να τους δώσει χαρτί ότι δεν ενδείκνυται εμβολιασμός αλλά οι εργαζόμενοι ήταν ανένδοτοι. “Εγώ δεν το κάνω ό,τι και να γίνει” είπαν. Δυστυχώς τους απολύσαμε για να μην κινδυνεύσει η υγεία των φιλοξενούμενων ηλικιωμένων και των εργαζομένων».
Σύμφωνα με τον νομικό εκπρόσωπο ενός εξ αυτών, του Αλέξιου Κοροβέση, ο οποίος εργαζόταν με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου στο Γηροκομείο, μετά την άρνησή του να εμβολιαστεί εξαναγκάστηκε στη λήψη 15 ημερών άδειας-απουσίας από την εργασία του. Ταυτόχρονα, και ενώ ευρισκόταν στην εν λόγω άδεια, τού ανακοινώθηκε η απόλυσή του, η οποία και του κοινοποιήθηκε σήμερα, όταν και επέστρεψε στην εργασία του.
Ο εργατολόγος Γιάννης Καρούζος που χειρίζεται την υπόθεση σημειώνει ότι «Η επίμαχη καταγγελία της σύμβασής του είναι πρόδηλα άκυρη και παράνομη. Ανεξαρτήτως της αναγκαιότητας, κυρίως ηθικής, οι εργαζόμενοι, που παρέχουν υπηρεσία έναντι ευπαθών ομάδων (ηλικιωμένοι, ασθενείς κ.τ.λ.) να εμβολιάζονται και να συμμετέχουν θετικά στο υπό εξέλιξη πρόγραμμα εμβολιασμού για τη νόσο covid-19, η διενέργεια του σχετικού εμβολιασμού δεν είναι υποχρεωτική νομοθετικά.
Σε αυτό το σημείο πρέπει να επισημανθεί ότι το μέτρο του εμβολιασμού, καθ’ εαυτό, συνιστά σοβαρή μεν παρέμβαση στην ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και στην ιδιωτική ζωή του ατόμου και δη στη σωματική και ψυχική ακεραιότητα αυτού, πλην όμως συνταγματικώς ανεκτή, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α) ότι προβλέπεται από ειδική νομοθεσία, υιοθετούσα πλήρως τα έγκυρα και τεκμηριωμένα επιστημονικά, ιατρικά και επιδημιολογικά πορίσματα στον αντίστοιχο τομέα και β) ότι παρέχεται δυνατότητα εξαίρεσης από τον εμβολιασμό σε ειδικές ατομικές περιπτώσεις, για τις οποίες αυτός αντενδείκνυται.
Εφόσον δεν έχει νομοθετηθεί ο υποχρεωτικός χαρακτήρας του εμβολιασμού κατά της μετάδοσης του COVID-19, δεν μπορεί η άρνηση του εργαζόμενου, οποιασδήποτε ειδικότητας και κατηγορίας να καταλήγει αυτόματα στην απόλυσή του και μάλιστα, κατόπιν εκδικητικής, προειδοποιητικής, εξαναγκαστικής λήψης άδειας αναψυχής, χωρίς τη συναίνεση του εργαζόμενου. Ο εργαζόμενος που δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα αρνείται τον εμβολιασμό, π.χ. επειδή ανήκει σε μία ευπαθή ομάδα, ή για δικούς ψυχολογικούς ή συνειδησιακούς λόγους, δεν μπορεί να τιμωρείται από τον εργοδότη του με την εσχάτη του μέτρων, δηλαδή την απόλυση.
Αν με αυτό τον τρόπο ξεκινήσει η πρακτική των εργοδοτών, προφανώς θα οδηγηθούμε σε καταστάσεις εργασιακής ζούγκλας. Εν προκειμένω, θα μπορούσε να προταθεί από τον εργοδότη η αλλαγή καθηκόντων του εργαζόμενου, η τοποθέτηση του σε θέση μη επαφής με το κοινό ή ακόμα και η θέση σε αναστολή – διαθεσιμότητα του εργαζόμενου από την εργασιακή του σύμβαση, χωρίς την πλήρη καταβολή του μισθού του.»