τώρα τα ονόματα
έγιναν μια απλή υπενθύμιση
πως τίποτα δεν μένει το ίδιο
όμως εγώ θυμόμουν τα παλιά σου μάτια
γεμάτα ήλιο και λευκά αγριολούλουδα
την πόλη που ερχόταν απ’ τη θάλασσα
σέρνοντας την ψυχή της
στα σοκάκια
την ορχήστρα που έπαιζε στη μεγάλη πλατεία
και γύρω της τα παιδιά
άνοιγαν τα χέρια τους και πετούσαν
εκείνο το βουβό παραθυρόφυλλο
-θυμόμουν-
που έκλεινε απ’ έξω το φεγγάρι
και την κουρτίνα που κυμάτιζε ελαφρά
σαν απορία
εσένα κι εμένα
που κοιταζόμαστε στη βιτρίνα του φαρμακείου
και γελούσαμε δαγκώνοντας την ίδια σοκολάτα
κι ο Μήτσος ο τρελός
πήγαινε κι ερχότανε ξηλώνοντας τα δόντια του
ώσπου να βγαίνουν αθώες οι λέξεις
απόψε δεν έχει σημασία η ώρα
κι ας δυναμώνει η βροχή
απόψε θέλω να ρωτήσω τα χρόνια
κοιτάζοντας το κάστρο που ανάβει και σβήνει
για τις μορφές μας που έγειραν στο μέλλον
και σώπασαν
Νιόβη Ιωάννου
“πορτατίφ” εκδόσεις Μανδραγόρας 2019